Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025
Αληθώς, ο Μανώλης την τρικυμίαν πολλάκις την περιεφρόνησεν, αλλ' αυτήν την φοράν ησθάνετο κάποιαν αόριστον αδιαθεσίαν. Έχωσε τα χέρια του εις της τσέπες του και διελογίζετο ως μετανοημένος εργάτης. Ο πνευματικός τού είπε να μη δουλέψη την ημέραν της Παραμονής, αφού μάλιστα η χιών διέκοψε πάσαν εργασίαν. Ήτο Παραμονή των Χριστουγέννων.
Ακουμπισμένος πας σ'αφτό λόγο να βγάλει αρχίζει 110 «Βλαστάρια τ' Άρη ξακουστά, Αργίτικα ξεφτέρια, ο Δίας μ' έχωσε βαθιά μες σε ζημιά μεγάλη, ο έρμος! πριν που μούταξε κουνώντας το κεφάλι, πως πριν μισέψω εγώ από δω, την Τρια θα την κουρσέψω, και τώρα γέλασμα κακό βουλήθηκε στο νου του, και στ' Άργος πίσω μού μηνάει να σύρω ντροπιασμένος 115 κι' ας έχασα τόσο λαό ... μα φαίνεται πως έτσι το θέλει ο παντοδύναμος του Κρόνου γιος, που ως τώρα πολλών χωρώνε γκρέμισε, κι' ακόμα θα γκρεμίσει, τα κάστρα· τι στο χέρι του να κάνει ότι τ' αρέσει.
Ο Τριστάνος τούκοψε το κεφάλι, έκοψε της μπούκλες που κρεμόντανε γύρω στο πρόσωπό του, και της έχωσε στη μπότα του. Ήθελε να της δείξη στην Ιζόλδη για να κάνη χαρά στην καρδιά της φίλης του. «Αλλοίμονο! συλλογιζότανε, τι έγινε ο Γκοντοΐν; Ξέφυγε! αχ, να μη μπορέσω να τον ανταμείψω με την ίδια πληρωμή!»
— Νά! έλεγεν ο μικρός απομακρυνόμενος ολονέν με το νόμισμα εις τας χείρας, έως ου το έχωσε πάλιν εις τον κόλπον του. Και διηγήθη. — Το βράδυ ήμουνα κάτω 'ς τον άμμο για κανένα χταπόδι. Είδα το καράβι. Είπα, καράβι είνε· αλλ' ύστερα είδα να βγαίνη μια βάρκα όξω. Τούτο να σου 'πω, μ' ετρόμαξε. Και άμα η βάρκα επλησίασε 'ς τον άμμο, εγώ έκαμα κατά τη ράχη. Νά! χτυπούσε η καρδιά μου.
Άλλα έρριξε στην άμμο της Τρωάδας, άλλα έχωσε στο λιμάνι της Τένεδος, άλλα εδιπλάρωσε στο Σίγκρι· άλλα εξώρισε κάτω για το κανάλι της Μάλτας. Άλλο δρόμο είχαν αλλού τα έστειλε. Έγινε, λέγεις η θυσία της Πολυξένης και ο ήρωας άφινε τα πλοία στη διάκρισι της Αθηνάς, να τιμωρήση κ' εκείνη τον ιερόσυλον Αίαντα. Πηδάω στη βάρκα και τρέχω στο μπρίκι.
Και, ευρόντας αφορμή, έχωσε τα χέρια του στα στήθη της να βγάνει το φιλαράκο το τζίτζικα, που δεν εσώπαινε μήτε μέσα στο χέρι του. Η Χλόη εχάρηκε καθώς τον είδε κι αφού τόνε πήρε τον εφίλησε και τον έβαλε πάλι μέσα στον κόρφο της να τραγουδάη. Τους διασκέδασε ύστερα μια φάσα, που ελάλησε από το δάσος. Κ' επειδή η Χλόη ρωτούσε να μάθη τι λέει, της διηγιέται ο Δάφνης σαν παραμύθι ότι είχεν ακούσει.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν