Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025


Ήτο απηλπισμένος πλέον από τας ερωτικάς επιχειρήσεις, εντελώς απηλπισμένος. Και ενώπιόν του παρουσιάζετο ως αναπόφευκτον πλέον το δεύτερον μέρος της αποφάσεώς του· η απαγωγή. Αφού δε επ' ολίγον εσκέφθη, είπε προς την χήραν: — Να πης της θυγατέρας σου πως θα τήνε κλέψω. Εβαρέθηκα μπλειο. Η χήρα εστέναξε και πάλιν· έμεινε δε και τον παρετήρει απομακρυνόμενον, έως ότου έπαυσε να φαίνεται.

Αλλά, και όταν οι υιοί της αποκατεστάθησαν πλέον όλοι εις εργασίας και δεν ήτο ανάγκη αυτή να κοπιάζη, πάλιν η κυρά Διαμάντω δεν έπαυσε να εργάζεται.

Είναι η φωνή του Περικλή, Εκείνου η λαλιά. Έψαλλεν ο ταλαίπωρος, Κ' εμέμφετο βαρέως, Νεάνιδα αναίσθητον Κ' εστέναζε βαθέως, Με δακρυσμένον, θολερόν, Ρεμβώδη οφθαλμόν. Συνωφρυώθη αιφνηδόν Το γαύρον μέτωπόν του, Έπαυσε ψάλλων. Έγεινεν Ωχρόν το πρόσωπόν του, Κ' εκτύπα η καρδία του Τον έσχατον παλμόν. Αλλοίμονον!

Σχεδόν πάντες οι διά Νεάπολιν επιβάται είχον αποβιβασθή. Οι γερανοί του «Rio Grande» ειργάζοντο εισέτι αναβιβάζοντες τα τελευταία εμπορεύματα, εγώ είχον καταθέσει τα πράγματά μου εις μίαν λέμβον, αλλ’ έμενον έτι επί του καταστρώματος. Ο κ. Π. καθ' όλον αυτό το διάστημα δεν έπαυσε περιπατών με τας χείρας όπισθεν, ως δεν έπαυσε προσηλών τους οφθαλμούς εις το άκρον του σιγάρου του.

Οι δημογέροντες τον ήκουον κινούντες την κεφαλήν ως μη πειθόμενοι, ουδ' απεκρίθησαν αφού έπαυσε λαλών, αλλ' ανεχώρησαν εν σιωπή με το πρόσωπον σκυθρωπόν και ανήσυχον το βλέμμα.

Η θειά-Σοφούλα ολίγον ανησύχει περί της ιδιοτροπίας ταύτης του συζύγου της, όστις ήτο αγαθός άνθρωπος εις τας καλάς του ώρας. Έπειτα ο μπάρμπα-Κωνσταντής σπανίως εφαίνετο εν τη πολίχνη. Αφότου έπαυσε τα θαλάσσια ταξείδια, ησχολείτο αποκλειστικώς εις την καλλιέργειαν των κτημάτων του.

Ήτον ένα &κατάλυμα&, παλαιά οικία καταρρεύσασα, χωριζομένη διά του στενού από της οικίας εν ή κατωκει η γραία μετά του υιού της και της νύμφης της, είτα ένας αυλόγυρος έρημος, μ' ένα φούρνον τον οποίον από πολλού έπαυσε να &κολλά& η γερόντισσα και δύο ετοιμόρροποι οικίσκοι ακατοίκητοι, όλα έρημα και σκοτεινά. Της νύμφης της τής Γιάνναινας, «της είχεν έρθει άτυχα», εβεβαίου η γρηά Παντελού.

Τωόντι, είπεν, έπαυσεν ο λόξυγκας, αλλ' όχι πριν του προσφέρω το πτάρνισμα, και θαυμάζω ότι, διά ν' αποκατασταθή ο κόσμιος έρως μέσα εις τον οργανισμόν, απαιτείται η προσφορά των ψόφων και των γαργαλισμών ενός πταρνίσματος· διότι με την προσφοράν αυτήν ευθύς ο λόξυγκας έπαυσε. — Πρόσεχε, Αριστοφάνη, παρετήρησεν ο Ερυξίμαχος.

Μόλις άφησα την φρικτήν στρώμνην και επάτησα τους πόδας μου εις το πάτωμα του μπουντρουμιού μου, η δαιμονιώδης κίνησις του εργαλείου έπαυσε και το είδα συρόμενον κατά μήκος της οροφής. Ήτο μία προειδοποίησις που έβαλεν εις απελπισίαν την καρδιά μου. Δεν ημπορούσα ν' αμφιβάλλω ότι κατεσκόπευαν και τας παραμικροτέρας κινήσεις μου. Ελεύθερος!

Και λοιπόν αυταί αι μεγάλαι ελπίδες, καθώς φαίνεται, επέταξαν τότε ταχέως, εκτός, καθώς είπαμεν προ ολίγου, εκείνου του μικρού μέρους εις τον ιδικόν σας τόπον. Και αυτό δε ακόμη δεν έπαυσε ποτέ μέχρι σήμερον να έχη πολέμους προς τα άλλα δύο μέρη. Άλλως όμως, εάν επραγματοποιείτο το σχέδιον εκείνο και ήσαν σύμφωνοι εις μίαν γνώμην, θα έδιδε δύναμιν ακαταμάχητον διά τον πόλεμον. Πώς όχι;

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν