Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025


Ως από όνειρον οδυνηρόν και μυστηριώδες τον αποσπά έξαφνα η ωραία μορφή της Οφηλίας. Η παρουσία της από ένα μέρος ανοίγει την πληγήν της καρδίας του, την οποίαν απεφάσισε να κλείση διά πάντοτε εις την αγάπην, και από το άλλο εξυπνά την προς το γυναίκειον γένος αποστροφήν, η οποία εγεννήθη εις την ψυχήν του από την διαγωγήν της μητρός του.

Ερωτά την βασιλοπούλαν με θυμόν· τι σου συνέβη; διατί με κράζεις; Τότε η βασιλοπούλα του λέγει· μου ήλθε λιποθυμία έξαφνα, και εμποδισθείσα έπεσα επάνω εις τον καθρέπτην και τον ετσάκισα, και τούτο είνε το συμβάν.

Διότι τώρα δα, οπού έφθασες ακριβώς επάνω εις την ουσίαν του ζητήματος, παρεξέκλινες έξαφνα και απεμακρύνθης από αυτό. Μίαν λέξιν εάν μου έλεγες ακόμη, αρκετά ήθελα καταλάβη πλέον από σε τι πράγμα είνε η ευσέβεια κατ' ουσίαν.

Αλλ' ένα τελευταίον κτύπημα του λεπτοκαμωμένου πλοίου επί των υφάλων εκεί διέλυσεν αυτό πάραυτα εις ξύλα και σχοινία, ότε και ο καπετάν Λιμπέριος έξαφνα, σαν να εγλίστρησεν, ευρέθη φαρδύς-πλατύς μέσα εις τα άγρια κύματα, συγκυλιόμενος και αυτός μετά των άλλων ναυαγίων, μέσα εις τους γοερούς γογγυτούς των αφρών και του ανέμου.

Εκείνος δηλαδή όστις ήθελε παιδαγωγηθή έως εδώ εις τα ερωτικά, αφού διήλθε θεώμενος κατά σειράν και ορθώς όλους τους βαθμούς του ωραίου, φθάσας ήδη εις το τέλος, θα ιδή έξαφνα κάποιον θαυμάσιον την φύσιν κάλλος, ακριβώς εκείνο, ω Σώκρατες, διά το οποίον κατεβλήθησαν όλοι οι προηγούμενοι κόποι, πρώτον μεν αιώνιον ον και ούτε γεννώμενον ούτε εξαφανιζόμενον, ούτε αυξανόμενον ούτε φθίνον, έπειτα δε όχι ωραίον μεν κατά τούτο, άσχημον δε κατ' εκείνο, ουδέ άλλοτε μεν ωραίον, άλλοτε δε όχι, ουδέ ωραίον μεν σχετικώς με αυτό, άσχημον δε σχετικώς μ' εκείνο, ουδέ ωραίον μεν εδώ, άσχημον δε εκεί ή ωραίον μεν δι' αυτούς, άσχημον δε δι' εκείνους· εξ άλλου δε το κάλλος τούτο δεν θα παρουσιασθή εις αυτόν ωσάν κάποιον πρόσωπον ωραίον ή χείρες ή άλλο τι σωματικόν, ούτε ως λόγος ούτε ως επιστήμη, ούτε ως ευρισκόμενον εις άλλο τι, λόγου χάριν εις ζώον τι ή εις την γην ή εις τον ουρανόν ή οπουδήποτε αλλού, αλλ' ως αυτό καθ' εαυτό υπάρχον απολύτως και αιωνίως χωρίς να έχη το όμοιόν του, παντός άλλου ωραίου πράγματος μετέχοντος τρόπον τινά εκείνου, και τοιούτον ώστε, ενώ όλα τα άλλα γεννώνται και αφανίζονται, εκείνο ούτε αύξησιν ούτε ελάττωσιν να υφίσταται ούτε άλλο τι να πάσχη.

Έξαφνα, εις τα βάθη εκεί, αναμέσον των δένδρων είδα προχωρούσας βραδέως δύο μορφάς συνεσφιγμένας. Ανεγνώρισα μακρόθεν του Μίρτου το ανάστημα. Έφερε το όπλον εις την αριστεράν χείρα, και διά του δεξιού βραχίονος εκράτει ενηγκαλισμένην γυναίκα στηρίζουσαν την κεφαλήν επί του ώμου του. Έστρεφε προς την σύντροφόν του το κεκλιμένον πρόσωπον, ώστε δεν ηδύνατο να με ίδη.

Πώς στο ακρογιάλι ένα κύμα μονάχο απ τα μάκρη φερμένο φουσκωτό, ορμά να ρίξη σύντριμμα το βράχο κι έξαφνα σβήνει μ' έναν κούφιο αχό, έτσι κι ο νέος σταμάτησε γυρνώντας κατά το πλήθος θλιβερή ματιά: «Δεν ανασαίνει», ρώτησε βογκώντας, «στα στήθη κανενός γερή καρδιά; Σας την έχει η σκλαβιά τόσο αρρωστήσει, κάθε αναφτέρωμα έλειψε από σας; Τα σίδερα, λαέ, έχεις συνηθίσει, τη λεημοσύνη μόνο λαχταράς;

Μ' αυτά κι' αυτά η θέσις μου σαν πιο καλή μ' εφάνη, του βασιληά το πάθημα πολύ μ' επαρηγόρει, μα έξαφνα — ω έκστασις! ω φαντασίας πλάνη! — νεκροί και ζώντες ποιηταί προβάλλουν δαφνηφόροι· Ο Όμηρος, ο Μπάυρων, ο Δάντης, ο Σαιξσπήρος, ο Κάλδερων, ο Σχίλλερος, ο Βίκτωρ Ούγος κι' άλλοι, κι' ακούω σοβαράν φωνήν «Κλεινέ της Μούσης ήρως, τι κάθεσαι εις το σακκί και σκύβεις το κεφάλι; Σήκω απάνω, τίναξε του σιταριού τη σκόνη, πώς έτσι έγινες εδώ συ ο κλεινός Σουρής; κατάστιχα και σιτηρά φροντίς σου νάναι μόνη, και ως ο Άσωτος υιός τους χοίρους να φρουρής;

Επήγαινεν εις το σχολείον και όπως κάθε πρωί ακολουθούσε την ακρογυαλιά, όταν έξαφνα είδε την Νεράιδα εμπρός της με την χρυσή της βέργα, που έλαμπε. Έλαμπαν και τα ξανθά μαλλιά της και το φόρεμά της ακτινοβολούσε από σταλαγματιές της θαλάσσης· εκείνην την στιγμήν η Νεράιδα είχεν έβγη από το νερό. Καθώς έμαθα, της λέγει, δεν αγαπάς το σχολείον.

Η σατανική μηχανή δεν υπακούει εις την θέλησιν του εφευρέτου, ενεργεί ως τι έμψυχον και αυτόβουλον, και ανοίγει έξαφνα την άβυσσον έμπροσθέν του.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν