Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Εδώ κάθηνται δικασταί οι οποίοι ανακρίνουσιν έκαστον από τους ερχομένους, ποίον βίον έκαστος έζησε και με ποία επιτηδεύματα ησχολήθη. Και να ψευσθή μεν είναι αδύνατον.

Η γραία Χαδούλα από της ημέρας εκείνης έζησε ζωήν τύψεων, ανησυχίας, και μ' εξωτερικόν σχήμα ως να είχε τέφραν επί της κόμης της ψαράς, τόσον ελαφρώς κυπτήν και ακίνητον ετήρει την κεφαλήν της, και ως να εφόρει την μακράν μαύρην μανδήλαν της ως σάκκον μετανοίας.

Ιστορικαί είναι αι αγρυπνίαι του παρά τον Παλαιόν Στρατώνα εκκλησιδίου του Αγίου Ελισαίου. Έζησε δε πάντοτε μακράν του κόσμου, αναστρεφόμενος μετ' ανθρώπων του λαού και ελαχίστων πιστών φίλων. Περιοδικώς μετέβαινεν εις την Σκίαθον, ην υπερηγάπα. Απέθανεν αυτόθι την 3 Ιανουαρίου 1911. Ολίγον προ του θανάτου αυτού είχε τιμηθή υπό του αργυρού σταυρού του Σωτήρος.

Εντός αυτών έζησε και ανετράφη και αυτά εγνώρισεν· όλα δε αυτά τα ήξευρεν ουδέν άλλο αγωνιζόμενα κ' επιθυμούντα ειμή να παραγάγουν κάτι καλόν, κάτι ωφέλιμον προς δημιουργίαν και λειτουργίαν του συνόλου.

Και γι' αυτό δεν έζησε, ούτε όσο ζουν τα ωραία όνειρα. Ήταν το ναρκωτικό που έπινα για να σε ξεχάσω, και τώρα άρχισε να με κουράζη... Φεύγω. Κάποιος έρχεται. Δεν θέλω να μας εύρουν μαζή. Μαρία! Μ α ρ ί α Μ' έβαλεν η μητέρα σου εκεί. Μη μ' εγγίζης. Μου κάνεις φρίκην. Μαρία μου, συγχώρησε με. Μια παλιά συμπάθεια. Μαρία μου! Συγχώρησε με. Μη με εγγίζης. Μου κάνεις φρίκη!

Αυτός ο επιτηρητής δεν έζησε πολύ καιρόν και αποθαίνοντας, ο βασιλέας με έκλεξεν εις τον τόπον του διά βεζύρη επειδή με αγαπούσε και αυτός κατά πολλά· και με όλον που επλήρωνα όλα τα χρέη, που το βάρος ενός βεζύρη έχει, μου έμνεισκεν ακόμη κάποια στιγμή διά να σπουδάζω.

Μόνος αυτός έπρεπε να επιστρέψη οπίσω, εις την εποχήν του από της οποίας απεμακρύνθη τόσον. Τ' είχε να κάμη εις τον νέον αυτόν κόσμον, τον ξένον εις τους οφθαλμούς και τας αισθήσεις του όλας; Πώς να ζήση με τον Παπαθεοδωρακόπουλον αυτός ο οποίος έζησε πριν με τον Δράκον;. . . — Ε, θα μου πάρης παππού; επέμενεν εν παρακλητικώ και θρηνώδει τόνω το παιδίον.

Ο καρβανάρης ο Ρόβας, που κορόιδευε πρώτα τον μικρό κριτή, πήγε και τον αγκάλιασε κι' αυτός και τον φίλησε, λέγοντας του: — Παιδί μου, να με σχωρέ'ης, Εγώ είμαι μεγάλος στα χρόνια και συ μεγάλος στον νου. Μια μέρα θα γείνης αφέντης. Και πραγματικώς έζησε και πρόκοψε, κι' όλοι οι συνταξειδιώτες του έγειναν ύστερα από λίγα χρόνια υπηρέτες του.

Και διά να τελειώσω την περιγραφήν τούτου του τόπου, ο οποίος εφαίνετο ένα χάσμα και χάος φοβερόν, χωρίς δένδρον και χωρίς χόρτον, ημείς εμείναμεν αναμεταξύ εις εκείνους τους βράχους προσμένοντες τον θάνατον· ευθύς όμως εμοιράσαμεν εξ ίσου αναμεταξύ μας την ζωοτροφίαν που είχαμεν ώστε έκαστος έζησε περισσότερον ή ολιγώτερον κατά την κράσιν του, και καθώς ετελείωσε την τροφήν του.

Ο Γεώργης αμυδρώς μόλις ενθυμείτο τον γέροντα, αλλά τον ενθυμείτο κάλλιστα απλούν γεωργόν και μονόχειρα. Διατί ο πατήρ του έζησε και εκείνος πτωχός γεωργός, και απέθανε χωρίς ν' αφήση άλλην κληρονομίαν ή τα κίτρινα αυτά πιστοποιητικά; Ο ταλαίπωρος παις ουδεμίαν εύρισκεν εν τη διανοία του απάντησιν εις τας απορίας αυτού.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν