United States or Malaysia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η γραία Χαδούλα από της ημέρας εκείνης έζησε ζωήν τύψεων, ανησυχίας, και μ' εξωτερικόν σχήμα ως να είχε τέφραν επί της κόμης της ψαράς, τόσον ελαφρώς κυπτήν και ακίνητον ετήρει την κεφαλήν της, και ως να εφόρει την μακράν μαύρην μανδήλαν της ως σάκκον μετανοίας.

Η ένοχος και υπό τύψεων ταρασσομένη συνείδησις είναι το μόνον όργανον της εκδικήσεως· και «αν ο κόσμος όλος ήτο είς μέγας χρυσόλιθος», και αν ο χρυσόλιθος ούτος ήτο αποκλειστικόν ημών κτήμα, πάλιν δεν θα ήρκει να μας παρηγορήση και να αντισταθμίση μίαν μόνον ώραν εσωτερικής βασάνου και αγωνίας.

Και εξηπλώθη πάλιν υπό τα σκεπάσματά του με την καρδίαν ελαφράν και τον νουν ήσυχον, ελεύθερος υποψιών και δισταγμών και τύψεων συνειδήσεως. Ο ήλιος εισερχόμενος απλέτως εις το δωμάτιον τον εξύπνισε μίαν όλην ώραν βραδύτερον του συνήθους. Πρώτην φοράν επί ζωής του συνέβαινε τούτο εις τον τυπικόν καθηγητήν, προς άκραν απορίαν της Φλουρούς. Η κεφαλή του ήτο βαρεία, — έκαιον οι οφθαλμοί του.

Εν τοις δράμασι του Ευριπίδου οι θεοί δεν κατέχουσι την πρωτίστην θέσιν, το δ' υπέρ φύσιν εξαλείφεται, και η ανθρωπότης παρίσταται μετά των αληθών παθημάτων και παθών αυτής. Ο Ορέστης αυτού είναι πταίστης ελεεινός, καταβιβρώμενος υπό των τύψεων του συνειδότος και καταβεβλημένος ψυχή τε και σώματι.

Πλην τούτου και ο Πλήθων έπασχεν εκ τύψεων συνειδήσεως διά την πράξιν εκείνην. Ήτο δε ηναγκασμένος και να κρύπτη πάντοτε πάσαν αυτού ενέργειαν, διότι η περιβάλλουσα το όνομα αυτού απαίσιος φήμη εβόμβει εις τα ώτα του ως διηνεκής απειλή, και είχεν εξοικειωθή προς τον αλλόκοτον βίον ον διήγε.

Εις την επιθανάτιον κλίνην του, μίαν κλίνην αφορήτου αγωνίας, εν τω μεγαλοπρεπεί και πλουσίω ανακτόρω του, όπερ είχε κτίσει υπό τους φοίνικας της Ιεριχούς, οιδαλέος εκ της νόσου και φλογιζόμενος υπό της δίψης, με τας σάρκας περιτρωγομένας από έλκη αηδώς πυορροούντα, περιστοιχιζόμενος υπό συνομωτούντων υιών και κλεπτών υπηρετών, τους πάντας βδελυσσόμενος και υφ' όλων μισούμενος, καλών τον θάνατον ως την υστάτην παρηγορίαν και την υστάτην ανακούφισιν από του δεινού άλγους του σωματικού, και όμως φοβούμενος αυτόν ως απαρχήν μεγαλειτέρων βασάνων, κατατρυχόμενος υπό τύψεων, αλλά και διψών ακόμη φόνους και αίμα και κακουργίας, — βδέλυγμα εις όλους τους περί αυτόν, αλλ' εν τη ενόχω συνειδήσει του χειρότερος τρόμος δι' εαυτόν, — φθίνων εκ προώρου σωματικής αποσυνθέσεως, κατατρωγόμενος από σκώληκας, ως να τον είχε πλήξει καταφανώς η οργή του Θεού ύστερον από εβδομήκοντα ετών επιτυχείς κακουργίας, — ο άθλιος γέρων, τον οποίον οι άνθρωποι είχον ονομάσει Μέγαν, κατέκειτο εις μίαν αγρίαν αλλοφροσύνην αναμένων την τελευταίαν ώραν του.

Ο Ορέστης, καταδιωκόμενος υπό των αγρίων τούτων και αιμοχαρών τιμωρών, πάσχει ως θύμα και ως παίγνιον των Ευμενίδων, ουχί ως ήθελε πάσχει εγκληματίας τις των καθ' ημάς χρόνων, βασανιζόμενος υπό των τύψεων της συνειδήσεως.