United States or Croatia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έπειτα αφού συνήλθον ολίγον από τον φόβον μου, και από την λειποθυμίαν διά το νέον συμβεβηκός, με το να μη με έσφιγγε τόσον με τα ποδάρια του, τα οποία παρωμοίαζον ωσάν της Φώκιας, και αφού εκείνο το αχρείον γεροντάκι εκατάλαβε πως εγώ ανέλαβα τα αισθητήριά μου, με εκτύπησε με το ένα του ποδάρι εις τα πλευρά, και με το άλλο εις το στήθος διά να σηκωθώ· και τότε σηκωθείς με εκείνον κολλημμένον εις τες πλάτες, μου έκαμε νεύμα να περάσω το ποταμάκι· και περνώντας εκείθεν, εστοχάσθην να το φέρω σιμά εις τους καρπούς των δένδρων, μήπως αφού ήθελε χορτάσει τρώγοντας, ήθελε με αφήσει.

Σηκωθήτε όλοι να τον καρτερέσετε στην αυλή.. Μην του πήτε πως είμαι του θατανά και σκανιάση... Πέτε του ότ' είμαι λιγάκι άρρωστη... Ότι με πονεί το κεφάλι...... Όχι, όχι.! Πέτε του καλύτερα, ότι χτύπησα στο ποδάρι και για αυτό δεν μπόρεσα να βγω να τον καρτερέσω.... Μη βγαίνετε όμως όλοι έξω... Ας μείνουν κι' ένας-δυο μέσα μ' εμένα, γιατί φοβούμαι να μείνω μοναχή μου...

Και στην άλλη την άκρη, ως είκοσι οργυιές μες στο νερό, ξετινάζουνταν κάθε λίγο μεγάλη ουρά και χτυπούσε τα κύματα. Ξεχνούμε τις πίκρες των σεφεριών, και σηκωνούμαστε στο ποδάρι... Πρώτος ο γέρος έτρεξε και πήρε το σπάγο στα χέρια. Κι αρχινάει και τραβάει κι αφίνει πάλι καλούμα, σαν τεχνίτης θαλασσινός.

Ίσως έχει πρόσωπον ευμορφότερον παρά κάθε άλλον νέον, αλλά το ποδάρι του.... ποιος έχει καλλί- τερον; Όσον διά το χέρι του και το ανάστημά του..... και τι να ειπή κανείς; και με τίνος να το συγκρίνη; Δεν είναι το άνθος της ευγενείας ο Ρωμαίος,... αλλά είναι ήμερος 'σαν αρνάκι. — Πήγαιν' απ' εδώ παληοκόριτσο· και ο Θεός μαζή σου! — Τι εγευματίσατε εδώ πέρα; ΙΟΥΛΙΕΤΑ Α! όχι, όχι!

Κατέβηκαν όμως αρκετούτσικες «τσικουδιές» στο ποδάρι, κ' ύστερ' από κάμποση ώρα χωριστήκανε με γέλοια και με φωνές, η ανοιχτόκαρδη η Μιχάλαινα πάντα πρώτη.

Κι' όπως λιοντάρι π' απαντάει ατσόπανα κοπάδια, 485 πρόβατα ή γίδια, αιμόδιψο τους ρήχνεται στη μέση, έτσι έπεσε και του Τυδιά ο γιος απάς στους Θράκες ως πούφαγε άντρες δώδεκα, ενώ ο σοφός Δυσσέας, όπιον ζυγώνοντας σιμά μαχαίρωνε ο Διομήδης, πίσω του αφτός τον έπιανε απ' το ποδάρι, κι' όξω 490 τόνε τραβούσε, τι ήθελε τ' ασπροτριχάτα ζώα με δίχως κόπο να διαβούν, κι' όχι κορμιά πατώντας να φοβηθούν· τι από νεκρούς δεν ήξεραν ακόμα.

Ρωμαίε, μα τα εύμορφα της Ροζαλίνας μάτια, μα το λευκόν της μέτωπον, τα κόκκινά της χείλη, μα το μικρόν ποδάρι της, την άντζαν της την ίσιαν, μα το παχοτρεμουλιαστόν μηρί της, σ' εξορκίζω, 'ς την φυσικήν σου την μορφήν εμπρός μας εμφανίσου ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Εάν σ' ακούση, βέβαια μαζή σου θα θυμώση.

Εγώ έχω το ένα ποδάρι στο λάκκο. Παιδιά δεν έχω, σκυλιά δεν έχω. Πρέπει να φροντίσω μοναχός μου για τα υστερνά μου. Αποφάσισα να φκιάσω το παλάτι μου. Απ' αυτά τα παλάτια που φκιάνεις του λόγου σου κάτω στην ΑγιάΜαρίνα. Θα μου κάμης το μάρμαρό μου και θα γράψης από πάνω: Εδώ αναπαύεται εν Χριστώ ένας καμπούρης». Ο μαρμαράς τον κύτταξε καλά, και άρχισε να σκαλίζη το μάρμαρο. Πέρασαν χρόνια.

Μοντέκης αν δεν ήσουν, μη άλλος θα εγίνεσο; τι θα ειπή Μοντέκης; Μη τύχη κ' είναι πρόσωπον, ή χέρι, ή ποδάρι, ή άλλο μέρος του κορμιού; Ω! τ' όνομα ν' αλλάξης! Και τι σημαίνει τ’ όνομα; τ' άνθος που λέγουν ρόδον, με οποίαν λέξιν κι’ αν το 'πουν, το ίδιον θα μυρίζη. Και ο Ρωμαίος, τ' όνομα Ρωμαίος αν δεν είχε, την χάριν δεν θα έχανε που έχει φυσικήν του.

Κύτταξε μη σε πλανέση τρίξιμο παπουτσιού ή μεταξωτού φορέματος και πέσης εις χέρια γυναικός. Έχε μακρυά από καταγώγια το ποδάρι σου και το χέρι σου έξω από κατάστιχα τοκογλύφων, και τότε, δεν έχεις να φοβηθής τα δαιμόνια. Και όμως, μέσ' 'ς τα κλαδιά της μυρσινιάς ο άνεμος σφυρίζει. Φωνάζει σουμ, μουμ, νονί! Δέλφινα, παιδί μου, παιδί μου, σέσα! Άφες τον κι' ας τρέχη.