United States or Cayman Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σήκου, το γλυκοχάραμμα να ιδής, 'ς τα κορφοβούνια, Σήκου, να ιδής τα φράξα μας, να ιδής τα κρύα νερά μας, Σήκου, να ιδής τα πρόβατατες στρούγγες που βελάζουν, Σήκου, τι τα μαντρόσκυλλα κατάρραχα βαβύζουν. Σήκου, σε κράζουν τα πουλιά και σε καλημερίζουν. Σήκου, σε κράζουν κ' η Ξωθιές που σ' έμαθαν τραγούδια.

Εγώ λογιάζω πως οι λαβωματιές μου να μη είναι θανατηφόρες· φύλαξε την ζωήν μου· και σου τάσσω ότι δεν ήθελες το μετανοήσει. Τότε εγώ έσχισα εις κομμάτια το δέμα του φακκιολιού μου και ένα υποκάμισο που είχα, και αφού της έδεσα τες πληγές μού είπε. Σε παρακαλώ λάβε ακόμη την καλωσύνην και φέρε με εις την χώραν, που είνε εδώ σιμά, και εκεί βάλε με εις κανένα σπήτι διά να αναπαυθώ.

Τέλος πάντων και τετάρτην φοράν ηθέλησε να φάγη ακόμη, και ημείς του εδώσαμεν καθώς και τες άλλες τρεις φορές· και έπειτα εστάθη δύο ώρες χωρίς να φάγη άλλο. Βαστώντας ετούτο το ολίγον διάστημα μας ωμίλησε με πολύ θάρρος· μας εξέταζε τον έναν ύστερα από τον άλλον διά τους τόπους μας, διά τες συνήθειες και τα συμβάντα μας.

Κάνει χρεία εγώ να σας διηγηθώ την ιστορίαν μου, η οποία ελπίζω ότι θέλει σας ωφελήσει μεγάλως να την ακούσετε. Και αύτη η διήγησις των δυστυχιών μου, ημπορεί να σας ενδυναμώση να υποφέρετε τες εδικές σας, και ακούσατέ την λοιπόν με προσοχή. &Ιστορία του Βασιλέως Φουδλάλ, υιού του Μηνορτόκ, βασιλέως τον Μουσούλ.& Εγώ είμαι υιός του ποτέ βασιλέως του Μουσούλ, δηλαδή του μεγάλου Μηνορτόκ.

Τότε μία σκλάβα γραία έρχεται και μας δίνει την είδησιν πως ήτον κοντά να γένη ημέρα, και η Τζελίκα εν τω άμα εσηκώθηκε με όλες τες άλλες και ανεχώρησε, και εμένα μ' επήρεν εκείνη η γραία σκλάβα και με έβγαλεν από μίαν πορτοπούλαν, και ευρέθηκα εις την στράταν έξω από το βασιλικόν παλάτι.

Εγώ βλέποντας τες έτσι κοντά μου άρχισα να τες θαυμάζω, και να τες χαϊδεύω· έτσι κάνοντας τες επαρατήρησα που έχυναν δάκρυα πολλώτατα, κάνοντάς μου διάφορα σχήματα.

Ολίγον έλειψε που τα νερά να με πνίξουν, μου εσήκωσαν τες αίσθησες, και με μεγάλην βίαν με ετράβηξαν, και μ' έρριξαν εις το παραθαλάσιον από μίαν σχοιματιάν βουνού.

Μια άλλη πάλι φωνή απολογήθηκε λυπητερά: — Μ' εγώ, χαλασιά μου, πώχω να διαβάσω και τα σκουτιά του παιδιού μου. Να και μια άλλη σημείωση για τες γυναίκες του Μικρού-Χωριού, όταν παίρνουν νερό: Όποια έχει να πλύνη σκουτιά απομένει πάντα η κοντινή, όσο μεγάλη κι' αν είναι, εξόν αν είναι πολύ γριά, αλλά οι γριές δεν παν ποτέ για νερό. Το νερό είναι έργο εκείνων, πώχουν μαύρα μαλλιά.

Αλλ' ούτε λόγο, ούτε καν χαμόγελο ένα δε μπόρεσα να της κλέψω της σκληρής. Το μοναστήρι είνε χτισμένο μέσα στο λόγγο. Έχει ψηλούς τοίχους περίγυρα κι από μέσα τα κελλιά αραδιασμένα με τες κρεββάτες τους, την πλακοστρωμένη αυλή με τα δέντρα της και το εκκλησάκι, μικρούτσικο και παλιό, από τα χίλια εκατό, καθώς γράφει στο νάρθηκά του, σκοτεινό, ήσυχο, όλο ευλάβεια και θρησκευτική ανατριχίλα.

Τα κακοτράχαλα βουνά του Πίντου όσοι διαβαίνουν, Οπώχουν τους ψηλούς γκρεμούς και τα μεγάλα λόγγα, Και τες αμέτρητες κορφές και τες πολλές βρυσούλες, Οπώχουν τα περίφημα τα πλούσια τσελιγγάτα, Τα κακοτράχαλα βουνά του Πίντου όσοι διαβαίνουν, Ξάφνου από βράχου, από γκρεμού κορφή και από ραχούλα Στριγγιά γροικάνε σουρατά, σα να σουράη τσοπάνης Και σαλαγάει τα πρόβατα και σαλαγάει τα γίδια.