United States or Suriname ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε και αυτή έκλεισε πλέον το μαγαζείον. Εκ Πειραιώς ήλθον πολλά ατμόπλοια και πολλά ταχυδρομεία· η δε Θωμαή δεν ελάμβανε καμμίαν είδησιν περί του συζύγου της. Τότε κατά πρώτον ησθάνθη τον φόβον και ήρχισε πολλά να διαλογίζηται. Ενεθυμείτο διάφορα περιστατικά, άτινα εγκαίρως δεν ηθέλησε να εξελέγξη μετ' ακριβείας η ταλαίπωρος.

Μία δε χωρίς να την ερωτήσουν, είπεν από την βίαν της: «ήλθεν ο άις ΝικόλαςΚαι ήκουες μετ' ολίγον εις την αγοράν: — Ο πνιγμένος! Ήλθεν ο πνιγμένος! Πρώτη εξήλθε πτερωτή η γρηά το Μορφάκι και με τα βαρέα υποδήματα του υιού της δυσκολοπερπατούσα εφώναζεν από την αυλήν ακόμη: «Ήλθεν ο Νικολάκης», φέρουσα χαρμόσυνον είδησιν εις την κόρην της ότι θα εώρταζε πλέον το όνομα του υιού της.

Ο Καλάφ επροσκύνησε τον Βασιλέα· έπειτα ήλθεν εκεί που ήσαν οι γονείς του, και τους ανήγγειλε την προμήθειαν του Ουρανού που τους εξαπέστειλεν. Αυτωνών επροξενήθη μεγάλη αγαλλίασις δι' αυτήν την είδησιν, και ακολουθώντες τον Καλάφ, τους επήγε και τους επαράστησε του Βασιλέως.

Ζήτω! μυριόστομον βροντά εν τη αιθούση, και τα μολυβδοκόνδυλα των γραμματέων καταπίπτουσιν όλα συγχρόνως επί των δελτίων, και ο υποψήφιος, λιπόθυμος σχεδόν εκ της χαράς, καταφιλεί την άπλυτον μορφήν τον μικρού ταχυδρόμου, και αμείβει γενναίως την χαρμόσυνον είδησιν.

Είχαν πάρει είδησιν αφ' εσπέρας δύο-τρεις ενορίτισσαι, γειτόνισσαι του παπά, διότι ο Πανάγος εξελθών ανεκοίνωσε το πράγμα εις την γυναίκα του, και αύτη το διηγήθη εις τας γειτόνισσας. Επίσης και η θειά το Μαλαμώ εστάλη να φέρη είδησιν εις τον κυρ-Αλεξανδρήν τον ψάλτην, μεθ' ο εξελθούσα έσπευσε να προσηλυτίση δύο ή τρεις πανηγυριστάς και άλλας τόσας προσκυνητρίας.

Τον ερχομόν σου μόνος πηγαίνω να αναγγείλω, και πρώτος την γυναίκα μου να την χαροποιήσω μ' αυτήν την καλήν είδησιν! Σε προσκυνώ, αυθέντα. ΔΩΓΚΑΝ Αγαπητέ μου Καουδώρ! Αυτό είναι ανύψωμα, όπου ή θα σκοντάψω να κρημνισθώ, ή χρεωστώ να το υπερπηδήσω!

Και επερίμενε με χαράν «να έλθη ο καλός της». Αλλ' ήλθον μίαν ημέραν αι εφημερίδες όλαι των Αθηνών, αίτινες από του «Νεολόγου» παραλαβούσαι εκόμισαν την θλιβεράν είδησιν ότι ο Νικολάκης του Παπά-Νικόλα επνίγη εις την Μαύρην θάλασσαν. «Τον έφαγαν τα κύματα» όπως έλεγε τα μοιρολόγιον. Είπον όλοι να μη το φανερώσουν.

Ημείς ευθύς επήγαμεν και κατελύσαμεν εις ένα σπητάκι, και αφού αναπαυθήκαμεν μερικές ώρες, απεφάσισα διά να υπάγω να δώσω εγώ την είδησιν του βασιλέως διά τον ερχομόν της θυγατρός του. Ερχόμενος το λοιπόν εις το παλάτι, το είδα που ήτον πολλά εξαίσιον· αυτό ήτον κτισμένον επάνω εις εξακόσιες κολώνες μαρμάρινες, και ανέβηκα από μίαν σκάλαν, που είχε τριακόσια σκαλίδια από ευμορφοτάτην πέτραν.

Ο Κουλούφ εις αυτήν την είδησιν δεν ηθέλησε ούτε απόκρισιν να του δώση, και ακολούθησε διά να ευφραίνεται με την Δηλαράν· μα αιφνιδίως αγροίκησε να του παύση η χαρά, και μία θανατηφόρος θλίψις τον επερικύκλωσεν, και με αναστεναγμόν είπεν· αχ, Κυρά μου, καταλαμβάνω που οι εδικοί σου βιάζονται διά να μας χωρίσουν.

Επειδή και έχει την τύχην λέγει ο Κουλούφ, διά να είναι της αρεσκείας σου, δεν είναι πλέον ιδικός μου, αλλά ιδικός σου, Κυρά μου. Εκεί που έτσι ωμιλούσαν, ήλθε μία σκλάβα και έδωκε είδησιν, ότι ο δείπνος ήτον έτοιμος.