United States or Mauritius ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ως φρονώ δε εγώ, ο Μελάμπους θα έμαθε τα περί της τελετής του Διονύσου από τον Κάδμον τον Τύριον και από τους μετ' αυτού ελθόντας εκ της Φοινίκης εις την χώραν ήτις καλείται σήμερον Βοιωτία. Σχεδόν όλα τα ονόματα των θεών ήλθον εκ της Αιγύπτου εις την Ελλάδα· αι έρευναί μου με πείθουσιν ότι τα παρελάβομεν από χώρας βαρβάρους, και νομίζω ότι προ πάντων ήλθον εκ της Αιγύπτου.

Οι κυνηγοί έφθασαν εις το απόκρημνον του βράχου χείλος· εδώ το σκότος εγίνετο πυκνότερον, αι πλευραί των βράχων σχεδόν συνηντώντο και μόνον υψηλά επάνω εις την στενήν ρωγμήν ήτο φωτεινός ο αήρ· πλησιέστατα εις αυτοίς, κάτω από αυτούς εξετείνετο η βαθεία άβυσσος με τα παφλάζοντα νερά.

Εκείνος όστις έχει πολλά τοιαύτα δέρματα φημίζεται ως ανδρειότατος. Πολλοί κατασκευάζουσιν εκ των δερμάτων φορέματα και τα ράπτουσιν ως τα ποιμενικά ενδύματα. Πολλοί δε άλλοι, αφού εκδείρωσι τας δεξιάς χείρας των φονευθέντων εχθρών ομού με τους όνυχας, περικαλύπτουσι δι' αυτών τας φαρέτρας των. Είναι δε το δέρμα του ανθρώπου και παχύ και λαμπρόν, και σχεδόν εξ όλων των δερμάτων το μάλλον λευκόν.

Συγχρόνως δε έβαλε τα δυνατά του να παραφορτώση την δικήν του την βάρκαν, με παραπολλά σίδερα, λέγων ότι η βάρκα αύτη σηκώνει περισσότερα, επειδή είνε καινούργια και γερή και καλοφτειασμένη. Εις τον πλουν πάλιν ο άνεμος εσφοδρύνθη κ' εφουρτουνιάσθησαν όλοι. Η βάρκα του Λούκα, ως πολύ βαρυφορτωμένη, ηναγκάσθη να κάμη σχεδόν γενικήν αβαρίαν.

Λιάρες ανοιχτές-ανοιχτές, λιάρες ντιπ φλώρες, λιάρες σκουρότερες, λιάρες πιο σκούρες που ανατριχιάζεις να τις βλέπης. Ύστερα άνοστες, ξεκιτρινισμένες, σχεδόν κόκκινες, μα όχι κόκκινες, ένα είδος τρίχα από κόκκινο άλογοκατάλαβες; — ύστερα μαύρες ανοιχτές, μαύρες σκουρότερες, και μαύρες τέλος φονσέ! Καπότα φονσέ! Χα...χα... χα!... Και τι είδος σχήματα ύστερα!

Τοιουτοτρόπως ο Άλυς χωρίζει σχεδόν όλας τας επαρχίας της Μικράς Ασίας, από της θαλάσσης της Κύπρου μέχρι του Ευξείνου πόντου· είναι δε το μέρος τούτο αυχήν όλης της χώρας του οποίου το μήκος, δι' ένα καλόν πεζοδρόμον, είναι πέντε ημερών οδός.

Εις το θάμβος του οφθαλμού πρέπει να προστεθή το αναδιδόμενον εκ της θαλάσσης άρωμα ιωδίου όντως μεθυστικόν. Τούτου όμως αποτέλεσμα ήτο να με κρημνίση αποτόμως από της υπερνεφέλου ποιήσεως εις το βάραθρον της πεζότητος, ενθυμίζον με τα γαϊδουροπόδαρα του Φαλήρου και ότι ήμην σχεδόν νήστις από της προτεραίας.

Είμαστε όλοι ένα σύνολο γι' αυτή κι από αυτού πήγαζε ο πόνος της· αιστανότανε πως δε θα μπορούσε να φιλιώση ποτέ τις αντίμαχες δύναμες, που παλεύανε για την ψυχή της. Τα έβλεπα όλα αυτά. Τα έβλεπα όλον τον καιρό που βάσταξε ένα ταξίδι, που σχεδόν τη βίασα να κάμουμε, για να τη φέρω έξω στον ήλιο και στη θάλασσα και να της δώσω νέες εντύπωσες από τη ζωή. Δε θα λησμονήσω ποτέ αυτό το ταξίδι.

Ηρραβώνισαν την Αργυρώ, είτα μετ' ολίγους μήνας την εστεφάνωσαν . . . Είτα πάλιν επήλθε τρίτος χωρισμός μεταξύ του παλαιού ανδρογύνου, και μ' ένα γεροντόπαιδον μαζί, το οποίον ήλθεν εις τον κόσμον σχεδόν συγχρόνως με τον γάμον της πρωτοτόκου. Τότε η Κούμπω, ήτις είχε γείνει δεκατριών ετών, δεν έπαυε να τρέχη πλησίον του πατρός της, και να τον παρακινή ν' αγαπήση με την μητέρα.

Έλεγε ένα ναυτικό τραγούδι, που το είχε μάθει από τα παιδιά στο νησί. Τραγουδεί λαρά, τραλαλαρά, λαρά και θωρεί το μνήμα του στη θάλασσα βαθιά. Μας είδε άξαφνα, σώπασε κ' είπε πως δε θέλει να τραγουδή, όταν τον ακούει ο μπαμπάς. Παρατήρησα πως στο βιβλίο αυτό μιλώ σχεδόν μονάχα πώς περνούσαμε τα καλοκαίρια μας. Ο λόγος είναι μόνο γιατί το καλοκαίρι είχαμε ζωηρότερο το αίστημα πως ζούμε.