United States or Belize ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ακούς λέει; καρφωμένα είνε να μη γυρίσουν; Δε με ρωτάς να σου πω; Πέντε φορές κιντύνεψα να μπατάρω. Αργεί, νομίζεις; Ένα κύμα δυνατό, άλλο κύμα σε πλάγιασε. Κοιμήθηκε το καράβι. Σα δεν μπορέση να σηκωθή, άλλο κύμα το βρήκε, το μπατάρησε. Άργητα θέλει; Και άρχιζε ατέλειωτες κουβέντες, παραμύθια με το καντάρι. Να μην ήταν αυτός στο τιμόνι, αλλοίμονο! Θα είχαν χαθή όλα τα καράβια του κόσμου.

ΜΗΤ. Μόνον αυτός δεν ευρήκε τρόπον να παίρνη από τον πατέρα του; Δεν μπορούσε να μεταχειρισθή ένα δόλον για ν' απατήση το γέρο και δεν φοβερίζει τη μάνα του ότι αν δεν του δώση θα πάη ναύτης και θα φύγη, αλλά κάθεται εδώ και μας βασανίζει και ούτε αυτός δίδει τίποτε, ούτε από κείνους που μας δίδουν μας αφήνει να παίρνωμεν; Αλλά νομίζεις, κόρη μου, ότι θα είσαι πάντα δεκαοκτώ ετών ή υποθέτεις ότι ο Χαιρέας θα έχη τα ίδια αισθήματα όταν θα γείνη πλούσιος και η μητέρα του θα τούβρη καμμιά νύφη με προίκα μεγάλη; Νομίζεις ότι θα θυμάται ακόμη τα δάκρυα ή τα φιλιά και τους όρκους, όταν θα έχη απέναντι του μιαν προίκα από πέντε τάλαντα;

Αυτός μ' όλον τούτο έκαμε νόμον τρόπον, και στο τέλος ευρέθηκε πλουσιότερος ίσως από τους άλλους συντρόφους. Τα σημειώματά του όλα ψυχαγωγία, και δίχως περιθώρι, κόντευαν πέντε φορτώματα προς 120 οκάδες με το ζύγι. Ήταν επάνω στο κίνημα του γυρισμού του, όταν του ήρθε ένας διαλογισμός, οπού τον έρριψε όχι σε ολίγην ανησυχίαν.

Παρέκει, υπό άλλον σχοίνον, εδειπνούσαν άλλοι, και υπό την αγριελαίαν εκείνην, την παμμεγίστην, έστρωσαν τα κυλίμια των πέντε όλαι φιλικαί οικογένειαι.

Τόση δε είναι η δύναμις της λογικής και η δεξιότης του αρχισυζητητού αυτού γέροντος των αρχαίων Αθηνών, ώστε εξαναγκάζεται ο αλαζών μάντις πέντε φοράς ν' αλλάξη τον περί της ευσεβείας ορισμόν του.

Όσον αφορά τον Χίλωνα, εγώ θα του έδιδα πέντε χρυσά· πλην αφού άπαξ διέταξες να τον μαστιγώσουν, έπρεπε να τον θανατώσουν διά της μάστιγος, διότι τις οίδεν αν μίαν ημέραν δεν γίνη και αυτός επίφοβος, αλλά νυστάζω και καλόν είναι να φεύγωμεν «καλήν νύκτα λοιπόν». Ο Πετρώνιος και η Ευνίκη απήλθον.

Είχε μετακομίση στης πλάτες της πέντε ή έξ παληοσάνιδα, τα οποία της έδωκαν, διά να επισκευάση την στέγην του ναού του Χριστού στο Κάστρον. Η Μαλαμμώ, χάριν ευκολίας, τα απέθεσε προσωρινώς έξωθεν του Κάστρου, προ φοβερού χάσματος της παλαιάς γεφύρας, κ' εις την κάτω βαθμίδα της ιλιγγιώδους, μεγαλοβάθρου, κυκλοτερούς και πλατείας σκάλας. Ήτο μεσοβδόμαδα.

Η Κατηγέ εσυνθλίβονταν εις την δυστυχίαν του γέροντος, μην ημπορώντας να κάμη άλλο περισσότερον εις ελάφρωσίν του. Εις αυτό το διάστημα το καράβι εταξίδευε με τα πανιά φουσκωμένα, και εις δέκα πέντε ημέρες έκαμαν περισσότερον από δύο χιλιάδες μίλια.

Και οι μεν Πελοποννήσιοι παρέταξαν τα πλοία των κυκλοτερώς, όσον ηδυνήθησαν ανετώτερα, χωρίς εν τούτοις να αφήνουν πέρασμα εις τον εχθρόν, έχοντες τας πρώρας έξω και τας πρύμνας έσω, και θέσαντες εις το μέσον τα μικρά πλοία όσα συνεξέπλευσαν μετ' αυτών και πέντε εκ των μάλλον ταχυπλόων πλοίων, διά να προστρέχουν πανταχού, όπου επέπιπτον οι εχθροί.

Όλη την Παρασκευή το ντουφέκι δεν έπαψε. Στις πέντε το βράδι ακούω τη δική μας τη σάλπιγγα, να βαράη πάψατε πυρ! Είχαμε 29 ώρες κουβαριασμένοι από πίσω στα κουτρόνια. Γινήκαμε αράπηδες ούλοι· τα μούτρα μας, τα χέρια μας φουσκάλιασαν το πετσί μας γδάρθηκε. Να μη σηκωθή κάνας!, φωνάζω. Ζύγωσε ένας τσαούσης τούρκος.