United States or Ukraine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήτο ο ίδιος της Ηπείρου Σατράπης. Έσφιγξε την νεανίδα εις τας αγκάλας του και διέταξε την παύσιν της σφαγής, μετακομίσας αυτήν και την μητέρα της εις Ιωάννινα.

Τω όντι, όταν εβράδυασε καλά και ήρχισε να σκοτεινιάζη, η κυρά Σινιώρα ήλθε, μαζύ με την γραίαν μητέρα της και με τα τέσσαρα παιδιά της, εν συνοδεία και άλλων προσκυνητριών, γειτονισσών ή συγγενών της. Από πολλών μηνών δεν είχεν ιδεί τον σύζυγόν της, όστις είχε κατοικήσει χωριστάεις ευτελές δωμάτιον, χάριν ταπεινώσεως, το οποίον ωνόμαζε «το κελλί του», και έζη από μηνών ως καλόγηρος.

Δεν είνε δυνατόν αυτό, είπε. Η Μαθήνα γίνεται όργανον του Σατανά, όστις εβάλθη να με υποσκελίση. Δεν ήτο δυνατόν αυτή η τόσον αθώα κόρη να πράξη ένα τέτοιο έργον δαιμονικόν. Αλλ' αν το έκαμεν η μητέρα της εν αγνοία της κόρης της; Ούτε αυτό! Δεν το δέχεται η ψυχή μου. Ο Μοναχάκης δεν είχε καμμίαν σχέσιν με το σπίτι αυτό.

Τα παράθυρα της τραπεζαρίας είναι ανοιχτά, η μυρουδιά από τις πασκαλιές χυμά μέσα με τη βραδινή αύρα, ο ήλιος γέρνει να βασιλέψη και στον τοίχο απάνω από το πιάνο τρέμουν οι αχτίδες του. Στο πιάνο είναι καθισμένη η μητέρα ντυμένη λευκό καλοκαιρινό φόρεμα, γύρω στέκουν οι άλλοι και στη μέση τραγουδά ο μικρός Σβεν.

Ω, πόσον βασανισμένον είναι το γένος των ανθρώπων και πόσον αγωνιά παλαίον κατά της ανάγκης ! Οίμοι, πόσας συμφοράς και πόνους έφερεν εις την Ελλάδα η κόρη του Τυνδάρου ! ΧΟΡΟΣ Σε λυπούμαι, ταλαίπωρε κόρη, ότι αθώαν σε σπαράσσει αδίκως τύχη άσπλαχνος. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Μητέρα μου, βλέπω πλήθος ανδρών να πλησιάζη εδώ.

Ακολουθεί τον δρόμον του και προετοιμάζει δραστηρίως την αναχώρησιν του Αμλέτου· αλλά η συναπάντησις τούτου με την μητέρα του γεννά νέον απροσδόκητον περιστατικόν, οπού θα δεινώση την θέσιν του Κλαυδίου.

Και πως να μείνω πλέον αξιοπρεπής ; Τι άλλο σπουδαιότερον να με κάμψη δύναται ή η ζωή του τέκνου μου ; Υπερασπίσθητι, της Θέτιδος υιέ, την δυστυχή μητέρα και εκείνην ήτις, ψευδώς μεν άλλ' ελέχθη οπωσδήποτε, ότι θα ήτο σύζυγός σου. Την έστεψα εγώ με άνθη ως νύμφην, ίνα σοι την φέρω εις γυναίκα, και τώρα την συνοδεύω επί σφαγήν.

Του εφαίνετο ως να έβλεπεν ευχάριστον όνειρον και αυτή τον εξύπνησε διά να του αναγγείλη κάτι λυπηρόν και απαίσιον. Την νύκτα εκείνην εκοιμήθη ύπνον ανήσυχον· η δε πλησίον κοιμωμένη μητέρα του τον ήκουσε να λέγη καθ' ύπνον: — Δε θέλω να μου λες κακά λόγια για την Πηγή, σούπα.

Δε θα πας· μουδέ μια βολά, μουδέ μισή βολά. Κιάνε κάμης δίχως τη βουλή μου, θα σου δώσω την κατάρα μου. — Μια και τσ' έταξα, δε μπορώ να φύγω χωρίς να την αποχαιρετήξω. Λυπούμαι τη. Η μητέρα μου άρχισε πάλι να κλαίη και να παραπονάται του Θεού που την αφήκε χήρα μένα παιδί ανεπήκουο. Ήξερε αυτή τι μου χρειαζότανε, μα ντρεπότανε στην ηλικία πούχα φτάσει.

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Όχι, μα την Ήραν την προστάτιδα του Άργους! Συ ως ανήρ πρέπει ν’ ασχολήσαι εις τα εκτός του οίκου, εγώ δε εις τα εντός, επομένως και να παρίσταμαι εις τους γάμους της θυγατρός μου. Αλλοίμονον ! Μάταιοι οι λόγοι μου. Απέτυχον ελπίσας ν’ απομακρύνω την άτυχη μητέρα από του τρομερού θεάματος. Διά σοφισμάτων και προφάσεων προς αυτά τα φίλτατά μου ομιλώ και ηττώμαι πανταχού.