United States or Morocco ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΑΝΤ. Και εγώ όταν κατέβαινα, δεν ανεμίχθην καθόλου με τους άλλους, αλλά τους αφήκα να κλαίουν και προτρέξας εισήλθα εις το πλοίον και κατέλαβα θέσιν διά να ταξειδεύσω με άνεσιν• κατά δε το ταξείδι οι μεν άλλοι έκλαιαν και ξερνούσαν, εγώ δε διεσκέδαζα με αυτούς.

Όλοι παρεδέχοντο ότι είχεν υψίστας αξιώσεις διά να επισύρη την προσοχήν. Άλλοι έλεγον ότι ήτο ο Ηλίας, άλλοι, ο Ιερεμίας και άλλοι, είς των Προφητών· αλλ' ο Ηρώδης προέβαλε την παραδοξοτάτην λύσιν του προβλήματος.

Το ηξεύρω εκ πείρας διότι μ' έκαμεν ο Θεός παραπολύ ευαίσθητον. Δεν ημπορώ να ιδώ άνθρωπον να πάσχη και να κλαίη, χωρίς να γείνουν τα νεύρα μου άνω κάτω, ούτε να εννοήσω πώς κατορθώνουν άλλοι να παρευρίσκονται εις λυπηρά θεάματα. Αν τύχη ν' αποθάνη γνώριμός των, τρέχουν εις την κηδείαν, ακόμη και αν χιονίζη.

Είπα ψυχικώς και σωματικώς. Σωματικώς, φίλε αναγνώστα, η πικρά αλήθεια είναι, ότι είμαι λίαν μικρός, και ότι ουδέποτε κατόρθωσα, ενώπιον είτε ανδρών είτε γυναικών, να λησμονήσω το ταπεινόν του αναστήματος μου• επειδή δ' εγώ το ενθυμούμαι, νομίζω πάντοτε ότι και οι άλλοι το παρατηρούν.

Τα σημεία ταύτα έφερον και άλλοι εκ των συγχρόνων οπλαρχηγών ως ο Πανουριάς. Αλλ' άξιον θαυμασμού είναι ότι διετηρήθησαν ανέκαθεν απαράλλακτα, αμεταποίητα, αμετάβλητα εις τας στιβαράς χείρας των αρματωλών καθ' όλην την διάρκειαν του μεσαιωνικού κατακλυσμού.

Επληγώθη δε και ο Ιστιαίος ο γραμματικός επιχειρήσας να τους χωρίση, ο δε Κλεόδημος υποθέσας ότι ήτο ο Δίφιλος του έδωκε λάκτισμα εις τα δόντια και έπεσεν ο δυστυχής «αιμ' εμέων», όπως θα έλεγεν ο Όμηρός του. Η αίθουσα του συμποσίου ήτο πλήρης από ταραχήν και θρήνον. Και αι μεν γυναίκες περιεστοίχισαν τον Χαιρέαν και εθρηνολόγουν, οι δε άλλοι κατεγίνοντο να παύσουν την συμπλοκήν.

Τι να είχε γείνει ο καημένος ο Τασιούλας; Άλλοι έλεγαν, ότι τον καιρό, που πήγαινε στη Βλαχιά είχε πέσει από το μουλάρι στο Δούναβη και πνίγηκε, άλλοι πάλι, ότι στο Γιάσι, που καταστάθηκε, τον αγάπησε μια Βλάχα για την ομορφιά του και τον παντρεύτηκε, άλλοι ότι είχε πεθάνει από αρρώστεια, κι' άλλοι πάλι έλεγαν άλλα.

Κ' είταν αυτός ο φόρος ένα νόμισμα αργυρό για τους ανθρώπους κι από έξη φόλλες για τα ζώα. Φαίνουνται σαν πεισματάρικα λόγια αυτά, και το πιο πιθανό είναι ό,τι άλλοι πάλε έγραψαν, πως είτανε δηλαδή γενικός φόρος στα επαγγέλματα και στα ζώα, και πως μαζεύουνταν κάθε τέσσερα πέντε χρόνια. Ας δούμε τώρα τι άλλους άμεσους φόρους είχαν τότες και τι λογής τους κανόνιζαν.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑτους δρόμους τρέχει ο κόσμος· μερικοί φωνάζουν ο Ρωμαίος, του Πάρη άλλοι τ’ όνομα, και άλλοι Ιουλιέτα! Και όλοι τρέχουν με φωναίς προς το 'δικόν μας μνήμα. ΠΡΙΓΚΗΨ Τι είν' αυτό το άκουσμα το φοβερόν; Α’ ΝΥΚΤΟΦΥΛΑΞ Αυθέντα, μαχαιρωμένος είν' εδώ ο Πάρης, κι' ο Ρωμαίος αποθαμμένος, και ζεστή και νεοσκοτωμένη η Ιουλιέτα, που προχθές ετάφηκ' εδώ κάτω.

Θα φέρετε την Ιουλιέταν έξω; ήλθ' ο γαμβρός. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Είναι νεκρή! αποθαμμένη είναι! Αλλοί, αλλοί! ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Να την ιδώ... Τελειωμένη· κρύα· το αίμα εσταμάτησε· εβάρυναν τα μέλη· απεχαιρέτησ' η ζωή τα χείλη της προ ώρας· ο Θάνατος απλώθηκεν επάνω ‘ς το κορμί της, 'σαν παγωνιά παράκαιρη εις δροσερόν λουλούδι. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Ώρα κακή μας 'πλάκωσε! ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Ω συμφορά και πίκρα!