United States or Chad ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έξη πουλάρια τούκαναν στους στάβλους του οι φοράδες· 270 τέσσερα ο ίδιος στο παχνί κρατάει κι' ακριβοθρέφει, και τ' άλλα διο τα χάρισε του γιου του τ' αντριωμένου. Αφτά αν τα πάρουμε, λαμπρό θα γίνει τ' όνομά μαςΑφτά κουβέντιαζαν οι διό.

Εκείνος όμως, αφού έρριξε μια ματιά στον αυλόγυρο του μπακάλικου, ετράβηξε κατά το πλησιέστερο αλώνι, εσύναξε τα ράσα του κ' εκάθησε στην ομαλότερη πέτρα του αλονόγυρου. Παρέκει ήταν τρία τέσσερα χωριανόπαιδα· ο 'γούμενος τα φώναξε, τους έδωκε μερικά στραγάλια που είχε στην τσέπη του και τάβαλε να παλέψουν, για να γελάση.

Εγώ ήμουν μεγάλος, θα είμαι ως τρία τέσσερα χρόνια μεγαλήτερος απ' αυτήν. Αυτή θα με νομίζη αδελφόν της, και έχει δίκαιον. Αδελφός της είμαι. Λοιπόν τι έλεγα; Ειμπορώ καλά να την ονομάσω αδελφήν. Αδελφή μου, ήθελα κάτι να σου πω. Πολύ καλά. Αδελφή μου μόνον, χωρίς το όνομα; Αδελφή μου Αϊμά, είνε καλλίτερα. Αδελφή μου Αϊμά, θέλω να σου μιλήσω.

Εβρυχήθη ο γέρων και στηρίζων τον ένα πόδα του επί της εστίας και ημιεγείρων τον άλλον, ακκουμβών και την μίαν χείρα του επί του διβανίου, έβλεπεν άνω, προς το αιμοχαρώς στίλβον γιαταγάνι του, να σηκωθή, να το ξεκρεμάση και να την κάμη τέσσερα κομμάτια, ότε εισήλθεν αίφνης ο φίλος του εφημέριος, ο Παπα-Νικόλας, όστις εις τας καλάς ημέρας και τας νύκτας του χειμώνος, συνήθιζε να επισκέπτηται τον γέροντα ποδαλγόν, ίνα τον παρηγορή, ιδίως αφ' ότου ήρχισε να πάσχη και εκ διαφόρων στερήσεων, και ίνα ακούη τας ωραίας και συγκινητικάς διηγήσεις του περί της Πόλεως, που του διηγείτο ωραία και άγνωστα εις αυτόν.

Μακάρι να είταν τρελλού φαντασιά, κι όχι κορμί σπαρταριστό, ο Στεφανής που καβαλίκεψε το μουλάρι μου και κατέβηκε στη Μητρόπολη. Μακάρι να είταν της χολής του σταλαματιά τόνειρό του εψές αργά πρι να μ' ανταμώση, μακάρι να είταν ίσκιωμα, και να μην τάβλεπα με τα μάτια μου τέσσερα λείψανα στη χώρα που τα κουβαλούσαν πρωί χαραυγή, να μην τα δη ο κόσμος κι αποτρομάξη. Γαρουφ.

Σε τρία, σε τέσσερα ξεβιδωμένο το κορμί της. Λυμένη όλη· όλη ξεκλειδωμένη. Σαν κούκλα, που της σφίγκουν τάψυχα στηθάκια της, και λυέται όλη, και κουνιέται όλη, και παίζουν χαρωπά τα παιδάκια. Έπαβε τόρα να τραντάζη νεβρικά, να κουνιέται άσεμνα. Εστριφογύριζε στον τόπο της μια καρτέλα. Έπαιρνε στριφογυρίζοντας με ψιλή, γαργαλιστική φωνή του σκοπού που εχόρεβε το γοργογύρισμα·

Μόλις επροχώρησαν ολίγα βήματα, και δευτέρα συνοδεία, μετά φανού και αυτή, προέβαλε κατόπιν των ερχόμενη. Ήτον ο Μανώλης ο Πολύχρονος με την παρέαν του, από το άλλο κόμμα. Ο Λάμπρος ο Βατούλας είχε «τα μάτια τέσσερα», αλλ' εκείνην την στιγμήν ησχολείτο αυτός και απησχόλει και τους φίλους του, ενώ εβάδιζαν, διηγούμενος διαφέρουσαν προς αυτούς ιστορίαν.

Να το γκρεμίση από τα θεμέλια του το χαμηλόσπιτο που εγεννήθηκε και που τ' άφηκε μαζί με την τέχνη και με τ' αργαστήρι ο σχωρεμένος ο πατέρας του ο γέρω Αζώηρος, και να χτίση απανουθιό του μεγάλο κι αρχοντικό σπίτι, σεράι ολάκερο με τρία και με τέσσερα πατώματα.

Τι δε δύναταί τις να συμπεράνη εκ τούτου είνε φανερόν. Ούτε κατ' αρχήν δύναται να θεωρηθή υπάρχουσα μία τέχνη η οποία δεν έχει υπόστασιν. Ορίστε η αριθμητική είνε μία και η αυτή• δύο και δύο και διά τους Έλληνας και διά τους βαρβάρους κάνουν τέσσερα• φιλοσοφίας όμως βλέπομεν πολλάς και διαφόρους και ούτε εις τας αρχάς, ούτε εις τους σκοπούς συμφωνούν όλαι.

Η κωμωδία όμως αυτή εφαινότανε να μην έχη τέλος· τον έδιωχταν και τον έφερναν τον ήθελαν και δεν τον ήθελαν, οι διάδοχοι του δεν ευχαριστούσαν τον κόσμο και οι φίλοι του εξόριστου ενεργούσαν και τον ξανάφερναν. Καθώς και τον ξανάφεραν και αυτή τη φορά, ύστερα από τρία τέσσερα χρόνια. Τώρα όμως και ο παππά Συνέσιος εφαινότανε ν' άλλαξε. Σκάνδαλα δεν άκουες να γίνουνται.