United States or Jordan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και εφώναξεν από την Χαλκίδα μάγισσαν, την κυρά-Χατζίνα,να την μαγεύση εις τον γάμον της ν' αποθάνη, να πάρη άλλην ο υιός του, ο καπετάν-Μοναχάκης, ώστε να πληρωθή και των δύο η επιθυμία.

Και λοιπόν, είπεν ο Σωκράτης, δεν είναι διά σε αρκετή απόδειξις τούτο, ως προς άνθρωπον τον οποίον θα έβλεπες να λυπήται, διότι πρόκειται ν' αποθάνη, ότι αυτός βεβαίως δεν ήτο φιλόσοφος, αλλά κάποιος φιλοσώματος άνθρωπος; ο ίδιος δε κατά πάσαν πιθανότητα τυγχάνει να είναι και φιλοχρήματος και φιλόδοξος, έχων ή το έν από τα δύο αυτά ή και τα δύο;

Λέγε μου λοιπόν και συ κατά τον αυτόν τρόπον, είπεν ο Σωκράτης, περί ζωής και θανάτου. Δεν λέγεις μεν ότι το ν' αποθάνη κανείς είναι εναντίον του να ζη; Μάλιστα, είπεν ο Κέβης. Ότι δε αυτά γίνονται το έν από το άλλο; Ηρώτησεν ο Σωκράτης. Ναι, είπεν ο Κέβης. Απ' εκείνο λοιπόν, το οποίον ζη, ποίον γίνεται; Ηρώτησεν ο Σωκράτης. Εκείνο το οποίον είναι αποθαμμένον, είπεν ο Κέβης.

Γνωρίζων λοιπόν τον χαρακτήρα των Αθηναίων δεν ήθελε να γίνη θύμα κατηγορίας αδίκου και αισχράς, αλλ' επροτίμα, εάν ήτο ανάγκη, να αποθάνη με τα όπλα εις χείρας.

ΠΑΡΗΣ Αυτός είν' ο εξόριστος Μοντέκης, ο αυθάδης, εκείνος οπού έχυσε το αίμα του Τυβάλτη, και ν' αποθάνη έκαμε τ’ ωραίον τούτο πλάσμα από την λύπην. Κ' έρχεται ακόμη να υβρίση και τα θαμμένα των κορμιά! Να τον συλλάβω πρέπει. — Σταμάτησε το έργον σου, ανόσιε Μοντέκη! Και πέραν απ' τον θάνατον εκδίκησιν γυρεύεις; Κατάδικε τρισάθλιε, σε συλλαμβάνω. Έλα, υπάκουσέ με· πήγαινε μαζή μου. Θ' αποθάνης!

Ούτε εγχειρίδιον, ούτε λόγχην εύρε διά ν' αποθάνη με ευγενή και ηρωικόν θάνατον. Έπειτα, επειδή ο Θουκυδίδης παρεισάγει ένα επιτάφιον των πρώτων του Πελοποννησιακού πολέμου νεκρών, ενόμισε και αυτός ότι δεν έπρεπε να' μείνη χωρίς επιτάφιον ο Σευηριανός• διότι όλοι αυτού του είδους οι ιστορικοί αμιλλώνται προς τον ουδόλως πταίοντα διά τας εν Αρμενία συμφοράς Θουκυδίδην.

Άμα δε κανείς των μισθοδοτουμένων αποθάνη, ο αντικαταστάτης του εκλέγεται διά ψηφοφορίας κατόπιν διαγωνισμού υπό των επιφανεστέρων πολιτών και τα έπαθλα του αγώνος τούτου δεν είνε δέρμα βωδινόν, ούτε ένα σφακτόν, όπως εις τους ομηρικούς αγώνας, αλλά δέκα χιλιάδες δραχμαί κατ' έτος υπό τον όρον ο ούτω μισθοδοτούμενος να διδάσκη φιλοσοφίαν τους νέους.

ΑΜΛΕΤΟΣ Κύριέ μου, ποσώς· πολύτον ήλιον είμαι . ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Γλυκέ μου Αμλέτε, αυτό ρίξε το μαύρο χρώμα , και φίλου στρέψε βλέμμα προς τον βασιλέα. Μη πάντοτε με βλέφαρα χαμηλωμένα ζητής τον ευγενή πατέρα σου εις το χώμα. Κοινό το πράγμα· ό,τι ζη θε ν' αποθάνη, και απ' την φθαρτήν ζωήν περνάςτην αιωνίαν. ΑΜΛΕΤΟΣ Ναι, δέσποινα, κοινό . ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Και αν είναι, διατί φαίνεται παράδοξοεσέ;

Όλα τα κατείχε τώρα ο ιατρός· επιστήμην, έρωτα, φιλίαν . ., Δύο έτη παρήλθον ούτω. Εν τω μεταξύ το θυγάτριον του ιατρού είχεν αποθάνη. Δεν ηδυνήθησαν να το σώσουν ούτε η επιστήμη, ούτε το πατρικόν φίλτρον. Επί νύκτας ολοκλήρους ηγρύπνησε παρά την μικράν του κοιτίδα, παλαίων ανενδότως, με πείσμα, με όλον του τον νουν και με όλα του τα σλάγχνα, τα γεμάτα από αγάπην, κατά της νόσου της φοβεράς!

Εγώ του επαράστησα το αδύνατον που ήτον να εύρη μίαν που εις τον ύπνον του είδε, χωρίς να ηξεύρη ποία ήτον, και εις ποίον τόπον εκατοικούσεν. Αυτός μου απεκρίθη πως δεν είνε άλλο παρά να μισεύσωμεν μαζί, και να πάμε από βασίλειον εις βασίλειον ερευνώντας, και ή να ημπορέση να την εύρη ή να αποθάνη.