United States or Ethiopia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγώ είμαι φίλος με όλους, γιατί να μην είμαι και με το θείο Πιέτρο; Οι θείες όμως ξέρουν ότι εκείνος θέλει ν’ αγοράσει το κτηματάκι. Τι φταίω εγώ; Μήπως εγώ θέλω να το πουλήσω;» «Κανείς δεν θέλει να το πουλήσει. Γιατί να μιλάμε γι’ αυτά τα πράγματα; Εσύ όμως, ψυχή μου, εσύ…. εσύ προχθές το βράδυ έλεγες το ένα, έλεγες το άλλο: έταζες τον ουρανό με τ’ άστρα, για να κάνεις ευτυχισμένες τις θείες σου.

Τίποτε άλλο, είπε, παρά καλάς βέβαια ειδήσεις. — Ο Θεός να δώση, είπον εγώ· αλλά τι τρέχει; Και διά ποίαν αιτίαν ήλθες τόσον πρωί; — Ο Πρωταγόρας έφθασεν, είπεν, αφ' ου εστάθη πλησίον μου. — Από προχθές, είπον εγώ, και συ τώρα το έμαθες; — Μα τους θεούς, είπε, το εσπέρας βέβαια το έμαθα.

Να μας βρίζουν οι εχθροί μας, τι να γείνη! αλλά και συ να λες ό,τι λένε εκείνοι και να εξευτελίζης το μόνο πράγμα που μας έμεινε, την αρχοντιά του σπιτιού μας. Κ ώ σ τ α ς. Σε βεβαιώ, μητερούλα μου, πως έμαθα κι γω μόλις προχθές, την κατιούσαν εξέλιξιν του γενεαλογικού μας δένδρου. Είναι μία φιλαδούλα τόση δα, που μου την έστειλεν η κ.

Μα την τριπλήν Εκάτην! ανέκραξεν ο Πετρώνιος, η απάντησις είναι αξία ενός μανδύου. . . Αλλ' η συνδιάλεξις διεκόπη υπό του Βινικίου, όστις ηρώτησεν αμέσως: — Ηξεύρεις ακριβώς με τι θα επιφορτισθής; — Την νύκτα της προχθές, απεκρίθη ο Χίλων, ήρπασαν μίαν νέαν, καλουμένην Λίγειαν, ή μάλλον Γαλλίναν, θετήν θυγατέρα του Αούλου Πλαυτίου.

Ο Κ. Μελέτης με παρεκίνησε ν' αναπαυθώ όσον θέλω και με επληροφόρησεν ότι, οπόταν ετοιμασθώ, θα τον εύρω αναγινώσκοντα έξω εις την αίθουσαν. Πράγματι δεν εβιάσθην. Ο Κ. Μελέτης ανεγίνωσκε μετά προσοχής τας εφημερίδας των Αθηνών, τας οποίας είχε φέρει προχθές το ατμόπλοιον.

Φοβεράς αναμνήσεις του είχεν αφήσει όλη η σύνοδος εκείνη. Και τώρα, αν επαρουσιάζετο πάλιν κ' εζήτει τας ψήφους των συμπολιτών του, αυτός δεν καλοήθελε, άλλοι τον είχαν παρακινήσει. Τοιαύτα τινά διηγείτο προχθές, όταν επεσκέφθη τον δήμον μετά των συνυποψήφιων του. Δια τούτο και ο ελληνοδιδάσκαλος Μυροκλείδης δεν ενόμιζεν ότι τον έβλαπτεν, αν μετέθετε δευτέραν την κάλπην του.

Αφηρημένος προχθές διευθύνθην προς τα εκεί· και επερίμενα ν' ακούσω την αγριωπήν κραυγήν: — «Φόρα! Φόρακραυγήν περιέχουσαν όλην την αγρίαν λύσσαν, ήτις εστοίχισεν άλλοτε εις το κράτος 60,000 δρ. διά την αρπαγείσαν γυναίκα του ιπποδρομίου Φουρνιέ.

Διεξερχόμενοι δε τας «Σκνίπας» σημειούμεν, κατά τύχην, τα εξής: «Παρατηρούντες προχθές εν Φαλήρω τας καλλίστας εκεί δεσποινίδας και ωραίας κυρίας ομολογούμεν, ότι αληθές κηπουρικόν θαύμα επέτυχεν η Εταιρεία, κατορθώσασα να μεταφυτεύση επί αλμυράς άμμου τόσον εύοσμα άνθη και τόσους ευώδεις καρπούς. Έπρεπεν όμως να φυτευθώσιν εν τω γυμνώ τούτω παραδείσω και δένδρα τινά οιουδήποτε είδους.

Φαίνεται ότι έχουν πολλά να ειπούν. — Τον παλαιόν της φίλον; ηρώτησα εγώ. Πώς γίνεται να μη τον γνωρίζω; Πρώτην φοράν τον βλέπω. — Δια τον λόγον ότι μόνον προχθές επέστρεψεν από την Ευρώπην. Πρό πέντε ετών, πριν αποκατασταθείς συ εις την Σύραν, ήτο ερωτευμένος τρελλός με την Χριστίναν, την οποίαν δεν του έδωκαν διότι δεν είχε τα μέσα να την συντηρήση.

Προχθές λοιπόν την πρωίαν έγεινεν εν πρώτοις, κατά τα νόμιμα του πολέμου, η εις παράδοσιν πρόσκλησις των πολιορκουμένων.