United States or Georgia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κρατημένες απ' το χέρι η δυο αδερφές πήγαιναν κάτω απ' τα δένδρα. Φορούσαν δυο καπέλλα φορτωμένα με μια φριχτήν άνοιξη από πανί που έρριχνεν άνθη και καρπούς στα γηρατειά των. Τα ίδια καπέλλα, τα ίδια λουλούδια, ούτε ένα λιγώτεροτόσο ήταν αγαπημένες. Η ίδιες ρυτίδεςτόσο ήταν αγαπημένες!

Μα αποφάσισαν να υπακούσουνε στους θεούς για κείνους που σώθηκαν με τη φροντίδα των θεών. Άνοιξης ήταν αρχή κι' όλα τ' άνθη λουλούδιζαν στα δάση, στα λειβάδια, στα βουνά. Τώρα άρχιζε το βουητό της μέλισσας, των πουλιών το κελάδημα, τα χοροπηδήματα των νιογέννητων κοπαδιών· τ' αρνιά χοροπηδούσαν στα βουνά· βούηζαν στα λειβάδια οι μέλισσες· τα πουλιά γέμιζαν με τραγούδια τα χαμόδενδρα.

Πώς δύναται το ψυχρόν, νεκρόν γράμμα να παραστήση αυτά τα ουράνια άνθη του πνεύματος!

Μη θέλοντες να κουρασθώσι προ της ώρας εβάδιζον άοπλοι, συνήθως μάλιστα ολόγυμνοι, στεφανωμένοι με άνθη και κρατούντες χλοερούς κλάδους, νέοι, ωραίοι ως το φως της πρωίας, πλήρεις ζωής. Τα σώματά των, στίλβοντα εξ ελαίου, φοβερά και όμοια με γρανιτώδη πέτραν κατεγοήτευον τον λαόν, πρόθυμον θαυμαστήν της σωματικής καλλονής. Τα ονόματά των είνε γνωστά εις το πλήθος.

Ευθύς, τω όντι, μετά την ανάγνωσιν αυτής, επέλαμψεν εις το παράθυρον του κοιτώνος της η ιλαρά όψις της κυρίας Ορτενσίας, οσφραινομένης τα σταλέντα άνθη και παρεχούσης ημίν μετά γλυκερού μειδιάματος πλήρη άφεσιν αμαρτιών, κατά δε την υπαίθριον συνεδρίασιν της επιούσης ανέπτυσσεν εις ημάς ο κύριος Δαβίδ Βερτολόττης την περίφημον αυτού θεωρίαν περί υπεροχής του μπαλέττου, εν συγκρίσει προς το δράμα και το μελόδραμα, ως εξής: «Σκοπός του τεχνίτου είνε, Κύριοι, να συγκινή την ψυχήν ημών, μεταδίδων όσα αισθάνεται ο ίδιος.

Παρετηρήθη μάλιστα ότι το έαρ οι μεστοί καλύκων αυτών κλώνες έκυπτον προς αλλήλους, ως ει εσκόπουν, διά της ηδείας αυτών πνοής θερμαινόμενοι, αμοιβαίως να επισπεύσωσι την άνθησιν. Τα εύοσμα άνθη διεδέχθησαν τα εύχροα μήλα· αλλά μήλα θαυματουργά καθότι πας ο γευόμενος του καρπού της μιας των μηλεών κατελαμβάνετο υπό ακαταβλήτου συμπαθείας προς τον φαγόντα εκ της ετέρας.

Πρώτον εις την Παναγίαν της Αγαλλιανούς, όπου η ψυχή μας εμοσχοβολούσε ία και ναρκίσσους και λευκά άνθη της αγραμπελιάς. Είτα εις την Παναγίαν την........., όπου έτρεχε με μόρμυρον και ρόχθον το ρεύμα της Ζωοδόχου, κάτω εις τους μυστηριώδεις καταρράκτας με τα κρεμάμενα πολυτρίχια και τους ανέρποντας κισσούς ανά τους υγρούς βράχους εις τα κυρτά υλομανούντα δένδρα.

Κ' έτσι έλπιζε πάντα, άμα που θαρθή το καλοκαίρι ναλλάξουν τα πράματα. Κι όταν ο Νίκος την κύτταζε βαθιά με τα μεγάλα του τα μάτια σαν άνθη που ρωτούσανε, νόμιζε πως γι' αυτό τηνέ ρωτούσαν και χαμήλωνε τα δικά της και χλώμιαινε ακόμα περισσότερο από τη ντροπή της που δεν ήτον ακόμα γερή σαν πρώτα.

Οι άνθρωποι μαραίνονται ταχύτερ' από τ' άνθη και τους πλακόνει θάνατος, πριν τους πλακώση αρρώστια! ΜΑΚΔΩΦ Περιγραφή ελεεινή και πιστοτάτη όμως! ΜΑΛΚΟΛΜ Τι ήτο το δυστύχημα το τελευταίον, 'πέ μας. ΡΩΣ Εκείνα που συνέβησαν εντός μιας ώρας μόνον κανείς αν έχη να τα 'πή, η γλώσσα του μαλλιάζει. Κάθε στιγμή οπού περνά γεννοβολά και νέα! ΜΑΚΔΩΦ Πώς είνε η γυναίκα μου; ΡΩΣ Καλά!

Και οπόταν εγύρισα πολλούς οντάδες χωρίς να συναπαντήσω κανέναν, εμβήκα εις ένα περιβόλι μεγάλον καθ' υπερβολήν και θαυμαστόν και ωραίον· τα θαυμάσια δένδρα του ήταν γεμάτα από διαφόρους καρπούς τα άνθη και λουλούδια, τα συντριβάνια τα χρυσά γεμάτα από καθαρόν νερόν, και άλλα διάφορα πράγματα, που μου εξέστησαν τον νουν, είναι αδύνατον να περιγράψω.