United States or Cabo Verde ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είχαν κάτι πρόσωπα σοβαρούτσικα και χλωμά, με μυτερά μυτερά μουστακάκια. Μα τι ωραιούτσικα μουστακάκια που τα είχαν! Κάποτες ζάρωναν τα μαβρούτσικά τους τα φρύδια και νόμιζες πια πως μεγάλα πράματα συλλογιούνταν. Η φορεσιά τους είτανε μια χαρά· φορούσαν κάτι στενούτσικα πανταλονάκια, σουρτουκάκια σαν τα δικά μας κι αψηλούτσικα γυαλιστερά καπέλλα. Τους έβλεπες και τους αγαπούσες.

Τους φονείς του Σταδίου υμείς μόνοι έχετε. Αποκρίνουνται τα δικά τους οι Πράσινοι, ξαναπαντούν οι Κυανοί, και τέλος πιάνουνται τα δυο κόμματα στα γερά. Βλέποντας οι Πράσινοι πως δεν έρχεται ο λαός μαζί τους, φοβισμένος όντας, σηκώνουνται, και φωνάζοντας «Ανασκαφήτω τα οστέα των θεωρούντων», βγαίνουν και σκορπιούνται μέσα στην Πόλη να βάλουνε φιτίλια του κόσμου και νασηκώσουνε μεγάλη στάση.

Η στέρησι και η αγρυπνιά με είχαν κάμη να λυώσω σαν το κερί. Είχα καταντήση ο μισός και δεν ήμουν πλιά καλός ούτε για χαμάλης. Η δυστυχία με είχε κάμη και ταπεινό. Σιγά-σιγά, και με καλό τρόπο, για να μη θυμώση άρχισα να του αραδιάζω όσα είχα να του πω. Αυτός όμως εξακολουθούσε να προσέχη πολύ περισσότερο εις τα παιγνίδια του γάτου παρά τα δικά μου λόγια. Τότε μ'επήρεν ο θυμός.

Λες για τα δικά μου χέρια πως είνε τρυφερά; είπε μετά διακριτικού παραπόνου ο Μαθιός. — Τότε έρχεσαι να κάμουμε πανιά, καθώς λέει και το τραγούδι; επρότεινε παιγνιωδώς η νεαρά γυνή. — Με τι; Και ακουσίως εκύτταξε το πάλλευκον κολόβιόν της. Η Λιαλιώ εγέλασε και ακούμβησεν εκ νέου εις την πρύμνην.

Οι Έλληνες το έκαμαν, κι όταν ερχώμεθα εις επαφήν με το Ελληνικό κριτικό μυαλό δεν μπορεί παρά ν' αντιληφθούμε ότι, ενώ τα θέματά μας είναι απ' όλες τις απόψεις πιο πλατειά κ' έχουν μεγαλύτερη ποικιλία από τα δικά τους, αυτοί είχαν τη μόνη μέθοδο, με την οποία μπορούν να ερμηνευθούν εκείνα.

Όμως σε τέτοιες περίστασες γένονται καλοφωνότερο στόμα τα καϋμένα τα μάτια. Τότες μιλούν αυτά. Στο διάστημα κείνο, πόσα δεν της είπαν της κόρης τούτης τα μάτια μου. Κι ακούν τα μάτια τότες. Κι αυτινής μιλούσαν κι άκουγαν μοναχά τα μάτια. Έννοιωθα 'γω ότι τα μάτια της άκουγαν το τι της λέγαν τα δικά μου, όπως παρόμοια έννοιωθα το τι μου λέγαν τα δικά της.

Τα πήρε και τάβαλε στο καλούπι του τραγουδιού. Γίνηκαν δικά του, γιατί αυτός τάκαμε αγαπητά. Ήταν πλασμένα από μουσικήν, Κ' έτσι δεν ήταν διόλου πλασμένα, γ' αυτό δα για πάντα πλασμένα θα ήταν. Όσο περισσότερο μελετάει κανείς τη ζωή και τη φιλολογία, τόσο γερά αισθάνεται πως από πίσω από κάθε πράγμα θαυμαστό στέκεται το άτομο, κι ότι δεν κάνει η στιγμή τον άνθρωπο, μα ο άνθρωπος πλάθει την εποχή.

Χαίρουνταν η Φάουστα από τη μια που άνοιγε ο δρόμος για τα δικά της τα τέκνα, έφριττε από την άλλη η Χριστιανωσύνη με τέτοιες θηριωδίες. Ξαναφάνηκε τότες πάλι στη μέση η μητέρα του η Ελένη. Έτρεξε στη Ρώμη και λόγους δεν έβρισκε να παραστήση τη θλίψη της και την οργή της με τα βάρβαρα εκείνα καμώματα. Είπανε μερικοί πως από τη στενοχώρια του πήγε τότες ο Κωσταντίνος και σκότωσε τη Φάουστα.

Πήρε λοιπόν ένα δρόμο ο εθνικός μας ο χαρακτήρας, που αν και στο βάθος αναλογεί με τον Ευρωπαϊκό, έχει τώρα τα δικά του, και καλά και κακά, κι άσκοπο δεν είναι να σημειωθούνε στα πεταχτά τα πιο σπουδαιότερα. Αρχίζοντας από τα ψεγάδια, ας βάλλουμε πρώτα πρώτα την αψηφησιά μας σε κάθε είδος Νόμο. Βάλε Ρωμιό να συντάξη Νόμο, και θα σου προλάβη κάθε περιστατικό που πρέπει να προστατεύη αυτός ο Νόμος.

Τα μάτια της κυττάζανε τα δικά του και τα μάτια τους λέγανε λόγια αγάπης. Ο φιλόσοφος έγυρε τότε το άσπρο του κεφάλι απάνω στα γυμνά στήθη της κοπέλλας. Μα η καρδιά της δε κτυπούσε. Μόνο το στήθος ανεβοκατέβαινε σιγά σαν ελαφρό κυματάκι. Κι' ο φιλόσοφος θαρρούσε πως ονειρεύεται, γιατί ποτέ του δεν είχε γνωρίσει τη ζωή και την αγάπη. Η κοπέλλα τότε έσκυψε αποπάνω του.