United States or Romania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εστάθη πλησίον της μεγάλης κρήνης, εις την διασταύρωσιν δύο λεωφόρων, κατήλθεν εκ του τεθρίππου, έκαμε νεύμα εις τους συνοδούς του και ανεμίχθη εις το πλήθος διά να παρατηρήση τα θύματα ή διά να αστειευθή με τον Χίλωνα, του οποίου το πρόσωπον απεκάλυπτε βαθείαν απελπισίαν. Την στιγμήν εκείνην παρετήρει μίαν παρθένον, της οποίας ο κόλπος ήρχισε να σπινθηρίζη εις την φλόγα.

Θα λάβω τους άνδρας εντός της ημέρας και θα τους ειδοποιήσω ότι από το εσπέρας της αύριον δι' εκάστην ημέραν κατά την οποίαν θα ζη ακόμη ο Γλαύκος, θα ελαττώνω τα σεστέρτιά των. Ο Βινίκιος υπεσχέθη ακόμη μίαν φοράν εις τον Χίλωνα το ζητηθέν ποσόν, έπειτα δε τον ηρώτησε ποίας ειδήσεις φέρει, πού επήγεν εν τω μεταξύ, και τι ανεκάλυψεν.

Οι άνθρωποι δεν ηξεύρουν ποσώς να υποταχθώσιν εις την θέλησιν των θεών! Ο Βινίκιος ήτο πολύ βυθισμένος εις τας σκέψεις ταύτας, ώστε δεν ηδύνατο να εννοήση την ειρωνείαν των λόγων τούτων. Καίτοι είχεν ερωτήσει τον Χίλωνα περί όλων όσα ούτος ηδύνατο να γνωρίζη, εστράφη και πάλιν προς αυτόν: — Και είδες εις το Οστριανόν την Λίγειαν και τον Ούρσον με τους ιδίους οφθαλμούς σου;

Κατ' αρχάς ουδεμία απάντησις· έπειτα μία φωνή, την οποίαν ο Βινίκιος ανεγνώρισεν, είπε: — Είναι έξω της Νομεντιανής Πύλης, ανεχώρησε διά το Οστριανόν . . . Ειρήνη σοι, βασιλεύ των Περσών. Ο Βινίκιος ανεσηκώθη, έπειτα επανεκάθησεν, εκπλαγείς ιδών τον Χίλωνα, όστις τω είπε: Η οικία σου, δέσποτα, ίσως είνε αποτεφρωμένη, αλλά συ θα είσαι πάντοτε πλούσιος, ως Κροίσος. Οποία συμφορά.

Εν ριπή οφθαλμού δύο ρωμαλέοι δούλοι ήρπασαν τον Χίλωνα από τα μαλλιά, τα οποία του απέμεναν, του περιεκάλυψαν την κεφαλήν με τα ίδια ράκη του και τον έσυραν εις το εργαστήριον. — Δι' όνομα του Χριστού! εκραύγασεν ο Χίλων εκ της θύρας του διαδρόμου. Ο Βινίκιος έμεινε μόνος. Η διαταγή, την οποίαν είχε δώσει, τον είχεν ερεθίσει και εμψυχώσει.

Ενδιέφερε πράγματι τον Χίλωνα να θέση εκποδών τον Γλαύκον, όστις, καίτοι ηλικιωμένος, δεν ήτο ποσώς γέρων παρηκμακώς. Η αφήγησις, την οποίαν ο Χίλων είχε κάμει εις τον Βινίκιον, εμπεριείχε μέγα μέρος αληθείας. Ο Έλλην είχεν ήδη γνωρίσει τον Γλαύκον, τον οποίον επρόδωσε, παρέδωσεν εις κακοποιούς, απέσπασεν από της οικογενείας του, έκλεψε, και του οποίου την δολοφονίαν αυτός προεκάλεσεν.

Όταν έφθασαν εις το υποδειχθέν μέρος, τους κατεσκόπευσα μακρόθεν και επείσθην ότι ο Ευρίκιος δεν ήτο μύθος. «Προς τα κάτω, παρά τον ποταμόν, περί τα πεντήκοντα άτομα εξεφόρτωναν λίθους από μίαν μακράν σχεδίαν. Είδα τον Χίλωνα να πλησιάζη εις αυτούς και να αρχίζη σννδιάλεξιν με ένα γέροντα· ούτος ερρίφθη εις να γόνατά του· οι άλλοι τους περιεκύκλωναν, εκπέμποντες κραυγάς εκπλήξεως.

Και είπε: — Θάψατέ τον εις τον κήπον. Άλλος ας φέρη την επιστολήν μου εις τον οίκον μου. Εφάνη εις τον Χίλωνα, ότι οι λόγοι ούτοι ήσαν η εσχάτη απόφασις. Υπό το φοβερόν σφίξιμον του Ούρσου τα οστά του ήρχισαν να τρίζουν, οι οφθαλμοί του ήσαν πλήρεις δακρύων. — Δι' όνομα του Θεού σας, έλεος! εφώναξεν. Είμαι χριστιανός! . . . Ειρήνη υμίν!

Όταν δραπετεύση είς δούλος με αξίαν, ποίος άλλος τον ανευρίσκει από εμέ; Όταν εις τους τοίχους εμφανίζονται επιγραφαί προσβλητικαί δια την θείαν Ποππέαν, τις υποδεικνύει τους ενόχους; Ποίος ανακαλύπτει εις τα βιβλιοπωλεία στίχους κατά του Καίσαρος; Ποίος αναφέρει τα λεγόμενα εις τας οικίας των συγκλητικών και των ιππέων; Και ποίος φέρει τας επιστολάς, τας οποίας δεν θέλουν να εμπιστευθώσιν εις δούλον; Ποίος μαντεύει τα συμβαίνοντα εις οικίαν τινά από του ατρίου μέχρι του κήπου; Ποίος γνωρίζει όλας τας οδούς, όλα τα αδιέξοδα, όλας τας κρύπτας; Ποίος ηξεύρει ότι λέγεται εις τας θέρμας, εις τον ιππόδρομον, εις τας αγοράς, εις τα σχολεία των θηριομάχων, εις τα παραπήγματα των δουλεμπόρων, ακόμη και εις τα αμφιθέατρα; Ποίος άλλος από τον Χίλωνα;

«Σου έγραψα και προηγουμένως περί της διατριβής μου μεταξύ χριστιανών, περί της προς τους εχθρούς συμπεριφοράς των, εις τον κατάλογον των οποίων είχον το δικαίωμα να μας συγκαταταριθμώσιν, εμέ και τον Χίλωνα, τέλος περί της αγαθότητος, μεθ' ης με επεριποιήθησαν και περί της εξαφανίσεως της Λιγείας.