United States or Sri Lanka ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είχα κάτι προαισθήματα, τα οποία εις μάτην εζητούσα ν' αποδιώξω. Κάποια μυστηριώδης φωνή μου έλεγεν ότι περιμένω αδίκως. Πράγματι, επλησίαζε να δύση ο ήλιος, ότε απεφάσισα ν' αφήσω το ζυθοπωλείον. Μόνος και μελαγχολικώς βαδίζων, εισήλθα εις την πόλιν, καταρώμενος τον κακόν δαίμονα του καϋμένου του Σοφοκλή. Αυτήν την φοράν τον έχασα εντελώς.

ΛΗΡ Να είχα χίλιους δαίμονας με σούβλαις πυρωμέναις, με άγρια σφυρίγματα επάνω των να πέσουν! ΕΔΓΑΡ Μου δαγκάνουν την ράχην τα βρωμοδαιμόνια. ΓΕΛΩΤ. Τρελλός είναι όποιος εμπιστεύεται εις την ημερότητα του λύκου, εις την υγείαν του αλόγου, εις την αγάπην ενός παιδιού και εις τους όρκους μιας πόρνης. ΛΗΡ. Το απεφάσισα! Ιδού. Τας εγκαλώ εμπρός σας. Έλα, σοφέ μου δικαστά. Κάθισ' εδώ να κρίνης.

Εσκέφθην και απεφάσισα. Το σχέδιόν μου ήτο έτοιμον. Εβάδιζα προς εκτέλεσίν του και ο Θεός βοηθός ! Το σκότος ήτο βαθύ, αλλά τα πάντα μου ήσαν γνωστά εκεί, ώστε ηδυνάμην με κλειστούς τους οφθαλμούς να εύρω τον δρόμον. Ότε έφθασα εις την άκραν του περιβόλου επήδησα τον τοίχον, όστις ήτο εκεί χαμηλότερος, και ευρέθην εντός του κήπου.

Αφού επερίμενα επί πολύ, με μεγάλην υπομονήν, χωρίς να τον ακούσω να ξαναπλαγιάση, απεφάσισα ν' αποκαλύψω ολίγο το φανάρι μουαλλά λιγούτσικα, ω! τόσο λιγούτσικα! Το απεκάλυψα, δεν μπορείτε να φαντασθήτε, πόσον λαθραία, μέχρις ότου επί τέλους μία ωχρά ακτίς, όπως ένα νήμα αράχνης, εβγήκεν από την ρωγμήν του φανού και έπεσεν επάνω εις το μάτι που έμοιαζε ωσάν γυπός.

Τότε ο βασιλεύς, ο οποίος πολλά την αγαπούσε, φοβούμενος τον κίνδυνον που ήτον επήγε διά να την ιδή, και εκεί την εβεβαίωσε πως δεν θέλει της μιλήσει πλέον περί ταύτης της υπανδρείας. Ετούτο δεν φθάνει, απεκρίθη η βασιλοπούλα, απεφάσισα διά να αποθάνω, οπόταν δεν μου ήθελες κάμει εκείνα, που έχω διά να σου ειπώ, με όρκον, που να μη με παρακούσης.

ΚΛΕΟΝΤ Δεν ηθέλησα, κύριε, ν' αναθέσω σε κανέναν άλλον να σας πη εκείνο που σκέπτομαι προ πολλού. Μ' ενδιαφέρει τόσο πολύ, ώστε απεφάσισα να σας το πω μόνος μου. Χωρίς περιστροφάς λοιπόν, σας παρακαλώ να μου κάνετε τη μεγάλη τιμή να με δεχθήτε για γαμπρό σας. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Πριν σας απαντήσω, κύριε, σας παρακαλώ να μου πήτε αν είσθε αριστοκράτης.

Ευχαριστήσου, ω βασιλέα μου, εις ετούτην την ομολογίαν που κάνω, και μη με βιάζης να θεατρίσω τες δυστυχίες μου, επειδή απεφάσισα να ταις κρατήσω μυστικές. Μαλέχ, λέγει ο βασιλεύς, εσύ μου κινείς περισσότερον την περιέργειαν, και σε προστάζω να την ευχαριστήσης. Ο Μαλέχ δεν ετόλμησε πλέον να εναντιωθή εις ετούτα τα λόγια, και άρχισε την ιστορίαν της ζωής του με τον ακόλουθον τρόπον.

Ηγνόουν αν έπραττον καλλίτερον να είπω την αλήθειαν ή να ψευσθώ μάλλον. Τέλος απεφάσισα το δεύτερον. — Δεν είδα καμμίαν μικράν κόρην, απήντησα. Ο άγνωστος έδειξε διά του βλέμματος ότι δεν μ' επίστευε. — Και πού είνε τώρα αυτή; είπε· πού την έχεις; — Ποίαν; — Η μικρή κόρη, οπού σου έφεραν. Εξεπλάγην διά την επιμονήν του ανθρώπου.

Τότε εγώ έπεσα ωσάν αποθαμένος από την θλίψιν μου, και ερχόμενος εις τον εμαυτόν μου άρχισα να οδύρωμαι, και να ξεσχίζω τες σάρκες μου τόσον, που έγινα ένα ελεεινόν θέαμα και αφού την έθαψαν με επήραν οι συντρόφοι μου, και με επεριποιήθηκαν αλείφοντές με μέ ένα βάλσαμον, που εις δύο ημέρες ιατρεύθηκα παντελώς· μα η θλίψις του θανάτου της Τζελίκας δεν ήτον τρόπος να μου ιατρευθή και γενόμενον το παλάτι του βασιλέως μισητόν εις εμένα, απεφάσισα και εμίσευσα από εκεί κρυφίως διά νυκτός τρεις ημέρες υστερώτερα από τον θάνατον της Τζελίκας.

ΑΓΟΡ. Το γνωρίζουν ο κήρυξ, η μνα που έδωκα και οι παρόντες. ΦΙΛ. Υπάρχουν και άλλοι εδώ; ΑΓΟΡ. Μετ' ολίγον θα σε βάλω να γυρίζης τον μύλον κι' εκεί θα πεισθής με δυσάρεστα επιχειρήματα ότι είμαι ο αφέντης σου. ΦΙΛ. Να είσαι διστακτικός δι' αυτό. ΑΓΟΡ. Το απεφάσισα ήδη. ΕΡΜ. Παύσε ν' αντιτείνης και ακολούθησε τον αγοραστήν σου.