United States or French Guiana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο βασιλεύς εξηκολούθησε να γυρίζη φύλλα, βρέχοντας πάντοτε το δάκτυλον εις το στόμα του, έως που άρχισε το φαρμάκι ολίγον κατ' ολίγον να κάμνη την ενέργειάν του εις το στόμα· αιφνιδίως ο βασιλεύς άρχισε να τρέμη και να παραλαλή ως σεληνιασμένος· του εσκοτίσθησαν τα μάτια, και τέλος πάντων εκρημνίσθη από τον θρόνον εις την γην.

Οι Ιουδαίοι οίτινες την παρηγόρουν, και τους οποίους αιφνιδίως ούτω κατέλιπεν αύτη, ηγέρθησαν να την ακολουθήσωσιν εις το μνήμα, όπου ενόμισαν ότι μετέβαινε διά να κλαύση· αλλά τάχιστα είδον το αληθές αντικείμενον του κινήματός της.

Αιφνιδίως αναλαμβάνω συνείδησιν της κινήσεως και του θορύβου, της θορυβώδους κινήσεως της καρδίας μου, αντανακλωμένης εις τα ώτα μου διά του θορύβου των παλμών της. Έπειτα επανέρχεται εκ νέου ο θόρυβος, η κίνησις και η αφήαίσθησις μιας μυρμηκιάσεως που διατρέχει όλον μου το σώμα.

Αλλά διά τι τούτο; Ο Μάκβεθ συνέλαβε μεν αιφνιδίως τον σκοπόν να φονεύση τον βασιλέα, αλλά παρωρμήθη υπό των λόγων του Δώγκαν, αναγορεύσαντος ως διάδοχον του θρόνου τον υιόν του, και διαψεύσαντος ούτω των Μαγισσών τας προφητείας.

Αιφνιδίως και ησύχως κατετρόμαξε τους διώκτας με το βλέμμα του και απήλθεν αβλαβής. Υπάρχουσι παραδείγματα τοιαύτα εν τη ιστορία. Και ούτω τους άφησε διά να μην επανέλθη, ως φαίνεται, ποτέ.

Αφού και εκάμαμεν αυτό το πλούσιον κυνήγι εκάμαμεν πανιά διά να υπάμεν εις την Σερενδίβ, διά να πουλήση κάποια πανιά που είχεν ο καραβοκύρης και διά να αγοράση κανέλλαν. Επλεύσαμεν το λοιπόν με μεγάλην χαράν, οπόταν αιφνιδίως εσηκώθη μία φοβερά φουρτούνα, που μας έβγαλεν από την στράταν μας, και μας έκαμε να πλεύσωμεν χωρίς να ηξεύρωμεν που πηγαίνομεν εις διάστημα έξ ημερών.

Όταν αναλογισθώμεν τούτο, και ενθυμηθώμεν ότι εις πολλάς περιστάσεις η παρουσία και ο λόγος του Χριστού είχον αρκέσει διά να περιστείλωσι την μανίαν του πλήθους, και να Τον φυλάξωσι σώον εν τω μέσω αυτών, δεν είνε ανάγκη να παραδεχθώμεν θαύμα υπερφυές διά να εξηγήσωμεν το γεγονός ότι οι επίσημοι εκείνοι λησταί και ο άτιμος οδηγός των κατεπλάγησαν προς τας απλάς ταύτας λέξεις, «Εγώ ειμι», ως εάν αστραπή είχε καταφλέξει αιφνιδίως τας όψεις των.

Κοντεύεις εσύ να το πάθης, που είσαι άλλης λογής ζωντίμι. Εν τούτοις ο κύων εξακολουθεί να ολολύζη. Ολίγος χρόνος παρήλθεν εισέτι, και η θύρα του σπηλαίου ηνοίχθη αιφνιδίως. — Τι είνε, Θεόδωρε; έκραξε μετά μεμπτικού τόνου ο Πλήθων. Αι θρηνώδεις φωναί του κυνός ήσαν τόσον διάτοροι, ώστε αντήχησαν έσω του άντρου, και ο Πλήθων δεν ηδυνήθη να υπομείνη.

Οι φύλακες, δέκα τον αριθμόν, καταληφθέντες αιφνιδίως και αλειφθέντες με πίσσαν, περιτυλιχθέντες δε επιμελώς διά πτερών εφυλακίσθησαν εντός υπογείων κελλίων. Έμειναν εκεί κλειστοί περισσότερον του μηνός και καθ' όλον αυτό το διάστημα ο κ.

Και μίαν ημέραν που εις αυτήν εσεργιάνιζα, ακούω αιφνιδίως ένα αλλαλαγμόν και μίαν σύγχισιν και θλίψιν εις τον λαόν, που όλοι έμειναν ευθύς συγχισμένοι. Και η αιτία τούτης της συγχίσεως επροέρχονταν από ένα κήρυκα, που επήγαινε τριγύρου την χώραν, και κάθε ολίγον εφώναζε και έλεγε με μεγάλην φωνήν.