United States or Jordan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σωκράτης Αυτό λέγω, ότι ενώ εγώ σε παρεκάλεσα να μου ειπής τι είναι ολοκληρωτικώς αρετή, δεν μου λέγεις καθόλου, μου είπες δε, ότι πάσα πράξις είναι αρετή εάν γίνεται μ' ένα μέρος αρετή, ωσάν να μου έχης ειπή τι είναι εν γένει αρετή, και ότι εγώ ήδη θα την γνωρίσω, και αν την κατακόψης εις κομμάτια.

Έτσι λέγοντας επρόσταξε τον βεζύρην να δοθή ο Φακύρης εις τας χείρας του δημίου διά να τον κάμη τέσσαρα κομμάτια.

Ζωσμένος το σπαθί του, μ' αμπολυμένα χαλινάρια, — στα τέσσερα, — είχε φύγει ο Γκορνεβάλης από την πολιτεία. Ο Βασιληάς θα τον έψηνε ζωντανό, αντί του αφεντικού του. Απάντησε τον Τριστάνο στο γιαλό κι' ο Τριστάνος φώναξε: «Δάσκαλε, ο Θεός με λυπήθηκε! Α! δυστυχισμένος εγώ! Τι με ωφελεί; Χωρίς την Ιζόλδη, τι μ' ωφελεί; Γιατί καλλίτερα να μην γίνω κομμάτια στο πέσιμο!

ΝΕΑΝΙΑΣ Βρε για σταθήτε: κι' αν εσείς με κάνετε κομμάτια, πώς θα μπορέσω πειά να ιδώ μιαν ώμορφη στα μάτια; Γ' ΓΡΑΥΣ Κάμε καλά• μα πρώτ' αυτό θα κάνης δίχως άλλο. ΝΕΑΝΙΑΣ Με ποιά προτήτερ' απ' της δυο τα μάτια μου θα βγάλω; Β' ΓΡΑΥΣ Δεν ξέρεις; κόπιασ' από 'δω. Β' ΓΡΑΥΣ Ώ, μα τον Δία! τον κρατώ και δεν σου τον αφίνω. Γ' ΓΡΑΥΣ Κ' εγώ δεν σου τον δίνω.

Ευθύς όλοι εμπήκαν και εδιασκορπίσθησαν εις το σπήλαιον το οποίον ήτον πολλά ευρύχωρον· ολόγυρα του οποίου ήτον τόσες τράπεζες βαλμένες εις εύμορφην τάξιν, απάνω εις τες οποίες ήτον αραδιασμένα τα βιβλία με πολλήν ευγένειαν, και απ' έξω των οποίων ήτον γραμμένα εις κομμάτια χαρτιά η υπόθεσις, και εκείνο που περιείχε κάθε βιβλίον· εφαίνονταν ανάμεσα εις αυτά δύο τόποι άδειοι μα οι γραμματισμένοι ευθύς τους εγέμισαν με εκείνα, που τον απερασμένον χρόνον είχαν πάρει.

Το ηύρα το ηύρα!... Και εθώπευε τον κύνα. — Ω διάβολε, και φαίνεσαι, είσαι καλοθρεμμένο σκυλί. Έπρεπε να το καταλάβω. Ναι, ναι. Φαίνεσαι όπου ζης από μοναστηριακά κομμάτια. Και μάλιστα από καλόγρηαις! Και τι καλόγρηαις! Ο Θευδάς εστέναξε. Την αυτήν στιγμήν ηκούσθη βήμα όπισθεν των θάμνων και φύσημα ανθρώπου ερχομένου εκ μακράς οδοιπορίας, κεκμηκότος.

Αλλ’ η Παναγία δεν τον ηυδόκησε. . . Ήλθαν οι καλύτεροι ζωγράφοι των Αθηνών και εξ όλης της Ασίας και της Σμύρνης, και μάλιστα δύο μοναχοί από το Άγιον Όρος διάσημοι εις τον κόσμον κ’ εκοπίασαν και απηύδησαν: τα πινέλα τους έσπαζαν κομμάτια κ’ έπεφταν οι τρίχες, τα χρώματα έσβηναν, τα χέρια τους εκόπτοντο ωσάν με το μαχαίρι.

Τριάντα τόσα κομμάτια καράβια είχον καταπλεύσει εις τον λιμένα. Δέκα μεγάλα βρίκια, γαλέττες δώδεκα και δύο ή τρία μπάρκα ή τρικάταρτα και χωριστά άλλα μικρότερα, κόττερα, βρατσέρες και λόβερ.

Τα ποιητικά προτερήματα του Βηλαρά φαίνονται εις όλα του τα ποιήματα. Το είδος όμως εις το οποίον επέδιδεν εξαίρετα ήταν το σατυρικόν. Έγραφε πολλούς μύθους, πολλά ερωτικά, και πολλά κομμάτια εις το πεζόν.

Πως μπορεί, το λοιπόν, ένας γονιός να τα έχη μπελά απ' το πρωί ως το βράδυ; Και πού συφτάνεται ένας φτωχός να τα θρέψη; Μπορεί να τα χορταίνη κομμάτια; Μήπως χορταίνουν, οι διαόλοι, ποτέ; Και είνε ικανή μία χήρα γυναίκα να τρέχη από γιαλό σε γιαλό, από βράχο σε βράχο, για να τα συμμαζώνη; Γιατί πληρώνεται ο δάσκαλος; για να έχη το βάρος αυτό, να είνε οι γονιοί ήσυχοι.