United States or Bangladesh ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η βασταχτική δύναμη που έδειξε και στη Ρωμαϊκή την εποχή το Ελληνικό στοιχείο σ' αυτά τα μέρη αποφαίνεται κι από τις αμέτρητες πολιτείες που βλέπουμε πάλε σκορπισμένες σ' όλη τη Μικρασία, κι από το φιλολογικό πλούτο που μας αφήκαν. Αυτά όμως αργότερα.

Διότι και από μύθους παλαιούς που έχω ακούσει επείσθην και από σημερινά σχεδόν γνωρίζω ότι αμέτρητες χιλιάδες γυναικών υπάρχουν εις τα μέρη του Ευξείνου Πόντου, τας οποίας τας ονομάζουν Σαυρομάτιδας, αι οποίαι όχι μόνον εις των ίππων αλλά και των τόξων και των άλλων όπλων την άσκησιν μετέχουν υποχρεωτικώς εξ ίσου με τους άνδρας. Κάμνω δε από αυτάς τον εξής συλλογισμόν.

Διότι, αφού δεν είναι ό,τι είναι εκείνα, μίαν φοράν υπάρχει εξ αιτίας του εαυτού του, αμέτρητες φορές όμως δεν υπάρχει εξ αιτίας όλων των άλλων. Θεαίτητος. Σχεδόν καθώς το λέγεις είναι. Ξένος. Τότε λοιπόν και εις αυτά δεν πρέπει να δυστροπήσωμεν, διότι έχει συγκοινωνίαν η φύσις των γενών.

Τα κακοτράχαλα βουνά του Πίντου όσοι διαβαίνουν, Οπώχουν τους ψηλούς γκρεμούς και τα μεγάλα λόγγα Και τες αμέτρητες κορφές και τες πολλές βρυσούλες, Οπώχουν τα περίφημα τα πλούσια τσελιγγάτα.

Το ξέχασαν το ιερό το χρέος που οι προγόνοι τους δίδαξαν, και σα να ξημέρωσε η μέρα που τόσοι αιώνες ολοσκότεινοι λαχταρούσαν, άρχισαν κ' έστηναν παλάτια μαρμάρινα, θέατρα και Πανεπιστήμια και Βουλές, σα να μην αναστέναζαν ακόμα μέσα στης σκλαβιάς την ταπείνωση χιλιάδες αμέτρητες!

Όχι σαν αυτές τις πλύστρες του δρόμου που αραδιάζεις εσύ στις φυλλάδες σου. Ο Σιορ Συντάχτης αυτές τις έχει για το στόμα του μονάχα. Για το μιντέρι του, όχι. Στο μιντέρι καθίζουμε γω κ' οι αμέτρητες οι αδελφάδες μου. Κοίταξέ μας πώς φέγγουμε στην πάστρα, από τη μιαν άκρη στην άλλη. Κοίταξε αυτή την αράδα: «Ολίγου δειν εματαιούτο ο του μεγατόλμου ιεράρχου αγών». κι αυτό δεν είναι τίποτις.

Τα κακοτράχαλα βουνά του Πίντου όσοι διαβαίνουν, Οπώχουν τους ψηλούς γκρεμούς και τα μεγάλα λόγγα, Και τες αμέτρητες κορφές και τες πολλές βρυσούλες, Οπώχουν τα περίφημα τα πλούσια τσελιγγάτα, Τα κακοτράχαλα βουνά του Πίντου όσοι διαβαίνουν, Ξάφνου από βράχου, από γκρεμού κορφή και από ραχούλα Στριγγιά γροικάνε σουρατά, σα να σουράη τσοπάνης Και σαλαγάει τα πρόβατα και σαλαγάει τα γίδια.

τους πήρα από το τραγούδι του Ολύμπου: « Ο Έλυμπος κι’ ο Κίσσαβος τα δυο βουνά μαλλόνουν » Ποιο ρίχνει τες πολλές βροχές, ποιο τα πολλά τα χιόνια. » Ο Κίσσαβος ρίχνει βροχές, κι’ ο Έλυμπος τα χιόνια. » Τώνα παινιέται στα σπαθιά και τ’ άλλο στα ντουφέκια. » Ο Κίσσαβος έχει σπαθιά κι’ ο Έλυμπος ντουφέκια... » Γυρίζει ο κόντο-Κίσσαβος και λέει με περηφάνεια : — «Εμένα λένε Κίσσαβο, της Λάρισσας καμάρι, » Με χαίρεται όλη η Κονιαριά, με τ’ άσπρα τα σαρίκια, » Κι’ οι μπέηδες οι Λαρισσινοί με τα γοργά τους τ’ άτια. » Γυρίζει τότε ο Έλυμπος και λέγει του Κισσάβου : — «Τι λες αυτού, μπρε Κίσσαβε, κονιαροπατημένε, » Που σε πατούν οι Τούρκισσες, κι’ οι παλιο-Φατιμέδες, » Εγώ είμαι ο γέρω-Έλυμπος, ο κοσμοξακουσμένος, » Πώχω σαράντα-δυο κορφές κι’ αμέτρητες βρυσούλες, » Κάθε κορφί και φλάμπουρο, κάθε δεντρί και κλέφτης, » Και στην ψηλή μου την κορφή, στου Άγι-Ηλιά τη ράχη, » Κουρνιάζει κι’ αντριεύεται αητός με δυο κεφάλια, » Που μες τα νύχια του κρατεί βασιλικό κεφάλι, » Και κάθε μέρα την αυγή, στο κρούξιμο του ήλιου, » Κυττάει την Αγιά-Σοφιά και χύνει μαύρα δάκρυα».

Διότι κανέν από όσα υπάρχουν εκ φύσεως δεν ημπορεί να συνηθίση διαφορετικά• λόγου χάριν ο λίθος ο οποίος εκ φύσεως πίπτει προς τα κάτω, δεν είναι δυνατόν να συνηθίση να φέρεται προς τα επάνω, και αν ακόμη αμέτρητες φορές τον ρίψη κανείς υψηλά, διά να τον συνηθίση. Ούτε το πυρ φέρεται προς τα κάτω, ούτε κανέν από όσα έγιναν εκ φύσεως κατά ένα τρόπον, είναι δυνατόν να συνηθίση διαφορετικά.

Πατρίδα, χρυσή αγαπητικιά μου! καμιά χώρα δεν έχει τα κάλλη σου, την αγήρατη νιότη σου! Σε πλημμύρισε το αίμα, σε ρήμαξαν αμέτρητες συφορές, και συ ως τόσο ακόμα χαμογελάς, καθώς όταν ένας Πραξιτέλης σε κοίταζε, και χάραζε όλη σου τη ζωή και τη χάρη απάνω στα ψυχρά σου τα μάρμαρα.