United States or Timor-Leste ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όσα όμως εξηγούν οι γραμματοδιδάσκαλοι διά τα γράμματα και οι διερμηνείς διά την γλώσσαν, αυτά ούτε τα αισθανόμεθα με την όρασιν ή με την ακοήν, αλλ' ούτε και τα γνωρίζομεν. Σωκράτης. Περίφημα τα λέγεις, καλέ Θεαίτητε, και δεν αρμόζει να εναντιωθώ εις αυτούς τους λόγους σου, διά να μεγαλώνης. Κύτταζε όμως ότι μας πλησιάζει και κάτι άλλο και σκέψου πώς θα το αποδιώξωμεν. Θεαίτητος. Ποίον δηλαδή;

Κ' έτσι έχοντας τα δυο παιδιά μου στην αγκαλιά, θα λάμψη και για μένα ο ήλιος, θ' αστράψη ένας νέος κόσμος και για μένα». ΣΤΑΥΡΟΣ Γλυκές ελπίδες, μα πάντα ελπίδες. Κι ο πατέρας; ΓΙΑΓΙΑ Αχ! ο πατέρας σου. Ο ίδιος πάντα. Όλο πλουταίνει, όλο και πλουταίνει. Οι δουλειές του, φαίνεται, πάνε περίφημα. Έτσι τουλάχιστο ακούω, γιαΤι αυτός ποτέ δε δίνει λογαριασμό σε κανένα.

ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Να επιτρέψης εις άνθρωπον, όστις δέχεται φιλοδώρημα και λέγει «ο Θεός να σου τα πληρώση», να λάβη με οικειότητα την χείρα εκείνην, με την οποίαν έπαιζεν η ιδική μου, την βασιλικήν ταύτην σφραγίδα των ευγενών καρδιών! Α' ΥΠΗΡΕΤΗΣ. Περίφημα, άρχον. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Εφώναξεν, εζήτησε συγγνώμην; Α’ ΥΠΗΡΕΤΗΣ. Εζήτησεν έλεος.

Ο Μανώλης, που του κλάδευε και του μπόλιαζε αμίμητα τις ελιές του, που του ξετρύπωνε περίφημα τους λαγούς του, που και στις εθνικές απάνω τις μάχητες πρώτος μυρίζουνταν και μηνούσε του Κυρ Δημήτρη Τούρκικα κατατόπια, Τούρκικες μπροσκάδες και παραμονέματα και σκοπούς, αυτός και τώρα πήγε και τα πρόφταξε του αφέντη του μ' όλα τα στολίδια και ταποσώσματα που τα κολνούσε ο καθένας δηγώντας τους του γειτόνου του.

Και εις μία φούχτα νερό ακόμη. Ο μπάρμπα-Κώστας κατέστη ειδικός όμως εις μίαν υπηρεσίαν σπουδαίαν της Εκκλησίας, διά το οποίον ηγαπάτο από ολόκληρον την πολίχνην. Υπεκρίνετο περίφημα τον Άδην το μέγα Σάββατον, κατά την επάνοδον του Επιταφίου.

διατί ή χ ο ν α ρ γ υ ρ ό ν; διατί λέγει, η μ ο υ σ ι κ ή μ ε ή χ ο ν α ρ γ υ ρ ό ν; Εδώ σε θέλω, Σίμε Λαγουτάρη. Α’ ΜΟΥΣΙΚΟΣ Το λέγει, διότι το αργύριον έχει γλυκόν ήχον. ΠΕΤΡΟΣ Περίφημα! Τί λέγεις εσύ, Τρίχορδε; Β’ ΜΟΥΣΙΚΟΣ Λέγω ή χ ο ν α ρ γ υ ρ ό ν, διότι οι μουσικοί παίζουν διά το αργύριον. ΠΕΤΡΟΣ Εξαίρετα! Και συ, κυρ Δοξαρά; Γ’ ΜΟΥΣΙΚΟΣ Δεν 'ξεύρω τι να 'πώ εγώ. ΠΕΤΡΟΣ Εγώ να σας το ειπώ.

Εξάδελφέ μου, σοβαρά, λατρεύω μιαν γυναίκα. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Αφού δι’ έρωτα λαλείς, έως εκεί μαντεύω. ΡΩΜΑΙΟΣ Περίφημα επέτυχες. Κ' είναι καλή κι’ ωραία! ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Και θα την ηύρες βέβαια ωραίατο σημάδι. ΡΩΜΑΙΟΣ Όχι· την έσφαλες εδώ. Του Έρωτος τα βέλη δεν την τρυπούν εις την ψυχήν είν' Άρτεμις εκείνη.

Και πώς το ελυπήθηκε ο Μάκβεθ! Δεν τον είδες πώς ήναψε το αίμα του και ώρμησεν αμέσως κ' εσκότωσε τους φύλακας, ενώ κ' οι δύο ήσαν δούλοι ακόμη του πιοτού κ' αιχμάλωτοι του ύπνου; Μη δεν το έκαμε καλά; — Και γνωστικά προς τούτοις! Διότι ποιος δεν ήθελε μ' αυτούς αγανακτήσει αν ήκουε να τ' αρνηθούν αυτοί κατόπιν; Ώστε συνέπεσαν τα πράγματα περίφημα, σου λέγω.

Όχι μόνον τα χρώματα και τα σχέδιά των, έλεγαν, είναι τα ωραιότερα οπού γίνονται, αλλά το ύφασμά των έχει την περίεργον ιδιότητα να γίνεται άφαντον δι' εκείνους μόνον τους ανθρώπους, οι οποίοι είναι ή όλως διόλου παλαβοί, ή ανάξιοι διά την θέσιν την οποίαν κατέχουν. — Αυτό το ύφασμα θα κάμη περίφημα φορέματα, είπε μέσα του ο βασιλεύς.

Μα ύστερ' από την ιστορία του γράφει από τη μια ένα εγκώμιο του Ιουστινιανού χοντρές κολακείες γεμάτο, κ' εκεί μέσα ιστορεί τα μεγάλα του χτισίματα· κι από την άλλη κρυφοπλέχτει τα περίφημα του «Ανέκδοτα», κ' εκεί όχι μονάχα ακυρώνει κάθε εγκωμιαστική λέξη του άλλου του βιβλίου, μα και λόγια δε βρίσκει να παραστήση την κακοήθεια και την κακορριζικιά και του βασιλέα και της βασίλισσας, και των άλλων της εποχής του μεγάλων· ως μήτ' ανθρώπους πια δε θέλει να τους πη στ' «Ανέκδοτα», παρά τους λέει «τέρατα» που κατεβήκανε να ξολοθρέψουν τον κόσμο.