United States or Somalia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και μετά ταύτα αφάνισεν ολόκληρον την βασιλικήν μου πόλιν, τα παλάτια, τα σπίτια, τους πύργους, τας πλατείας, και όλον τον πολυάριθμον λαόν κατεβύθισεν εις αυτήν την λίμνην που βλέπεις.

Η ξωτικές λυούν τους πλεκτούς χορούς των Και χάνονταιτα ρέμματα, κι' οπίσω τους αχούς των Ακόμ' αντιλαλούν η οχθιές. Απ' όλες μια μονάχη Είδε την κόρη οπώκλαιγε και την ρωτάει τι νάχη. Τον μυστικό τον πόνο της η κόρη φανερώνει. — Βασιλοπούλα, άδικα κλαις· γεφύρι δεν στεριώνει. Ούτε θεμέλιο σταίνεταιτον Άσπρο, μα τα μάτια μας, Κόρη αν δεν έρθη απάρθενη σκλάβα μέσ' 'ς τα παλάτια μας.

ΘΑΝΑΤΟΣ Μα τότε πώς ακόμη ζη και πώς στη γη γυρίζει και όχι κάτω από τη γη στου Άδου τα παλάτια; ΑΠΟΛΛΩΝ Σούδωκε την γυναίκα του, που πας να πάρης τώρα. ΘΑΝΑΤΟΣ Ω, θα την πάρω βέβαια, και θα την πάω κάτω. ΑΠΟΛΛΩΝ Πάρ' την λοιπόν και πήγαινε. Δεν ξέρω αν θα σε πείσω. ΘΑΝΑΤΟΣ Τι να με πείσης: Αν αυτήν θα πάρω; είν' η δουλειά μου. ΑΠΟΛΛΩΝ Όχι. Αλλά αν ήθελες για λίγο ν' αναβάλης.

Έγερνε εκεί στην οχθιά κ' έσμιγε με τα φαρμακωμένα τα χείλη του τη φλογέρα κ' εξύπναε από βαθύν ύπνο τις Νεράιδες της λίμνας, που αναπάβονταν στα γιάλινα τα παλάτια τους. Κ' ήταν πικρό και παραπονιάρικο το τραγούδι του άμοιρου Αργύρη. Έβλεπε πολλές φορές μαπορία και τρόμο, να σουρώνη η λίμνα στη μέση και νανοίγη αφαλό στα βάθη της. Να ρουφάη αποκεί κλαριά ολάκερα από έλατα και χορτάρια.

Όταν ήμουν στη Βενετία, μ' έπιασε μια λαχτάρα τρομερή ναν την έβλεπα να βούλιαζε, μαζί με τα παλάτια της και μ' όλες τις θύμησες, και μ' όλη την ιστορία της, και μου ήρθε έπειτα ένας πόθος, κάτι να γεννήσω καινούριο κι όμορφο, όσο άσκοπο κι αν φαίνονταν. Κ' είναι, βέβαια, όλα άσκοπα στη ζωή αυτή, αλλά η δημιουργική δύναμη δεν της μέλει, και όλο γκρεμίζει και ξαναφτειάνει τα ίδια και τα ίδια.

Το υλικό που διάλεξε ο Κωσταντίνος για να θεμελιώση το μεγάλο του Κράτος είτανε δυνατό και γερό, όσο γερό και δυνατό μπορούσε να το κάμη φυλή σαν την Ελληνική, κι ας είταν και ξεπεσμένη. Μα καιρός είναι να μελετήσουμε και τη θεία δύναμη που μεταχειρίστηκε για να δέση το τρανό του χτίριο, και να βαστάξη ενωμένα στοιχεία που μένανε σκόρπια κι ακράτητα σα μαρμαρόπετρες από γκρεμισμένα παλάτια.

Πριν πάγω στο Πατριαρχείο, πέρασα από το λόφο που ήταν τα υστερινά παλάτια των αυτοκρατόρων, τα παλάτια των Βλαχερνών. Σ' ένα σπίτι Ελβετικού ρυθμού, είδα τον Πατριάρχη, και φαίνουνταν σα να φοβάται τους Τούρκους, να σέβεται τους Ρώσους, και να μην του πολυαρέσει να μπλέκει με τους Έλληνες. Αλλά και σα να μην πρέπει να τα χαλάσει με κανένα.

Ησυχία, γαλήνη με περεχύνει. Γίνουμαι σαν τους ολύμπιους θεούς. Δεν το λέω για μένα μόνο, και δίχως περηφάνεια το λέω· το λέω για όλους μας εμάς που γράφουμε τη γλώσσα του λαού και χτίζουμε στην Ελλάδα την εθνική φιλολογία. Έχουμε ολύμπια δώματα σαν τους θεούς. Αιώνια παλάτια. Μάρμαρο η κάθε λέξη. Τη γράφω κι ανατριχιάζω — Ό τι πω, είναι για τους αιώνες. Ρωμαίικα να γράψω, λειτουργώ.

Ο Κωσταντίνος όμως δεν περιορίστηκε, καθώς ξέρουμε, στις εκκλησιές. Έχτισε και τα παλάτια του με τα λαμπρά τρίκλινα τους, το ιπποδρόμιο, τους τρεις μεγάλους φόρους με τις στοές και με τα δημόσια χτίρια τριγύρω, τέλος και το ξοχικό παλάτι της Μαγναύρας.

Η Ζηνοβία, φιλοδοξία της είτανε, καθώς φαίνεται, να ζευγαρώνη κι αυτή τον Ασιατισμό με τον Ελληνισμό, σαν πούκαμνε μια φορά ο Αλέξαντρος. Ως και τα φορέματά της, λέγουν, είτανε μισά Ελληνικά μισά Ασιατικά. Στα παλάτια της μιλιούνταν κ' οι δύο οι γλώσσες, ντόπια κ' Ελληνική. Η Πρωτεύουσα της φεγγοβολούσε μ' Ελληνόχτιστα μνημεία.