United States or Maldives ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησέ του κ' είπε• 30 «Μετά χαράς, πατέρα μου• γι' αγάπη σου εδώ ήλθα εσέ να ιδώ και να μου ειπής, αν εις τα μέγαρά μου ακόμ' είναι η μητέρα μου, ή κάποιος των ηρώων ήδη την ενυμφεύθηκε, και η κλίνη του Οδυσσέα μένει από στρώματα ορφανή και καταραχνιασμένη». 35

Και χτυπούσε τον ένα γρόθο απάνω στον άλλο, τάχα να δείξη πως πέρασε το θέλημά της. Φαινότανε σα Μαινάδα, σαν τρελλή Αφροδίτη, με τέτοια ομορφιά και με τέτοια φερσίματα, σαν έβγαλε τα στιβάνια της, και στεκάμενη γυμνόποδη και γυμναστράγαλη, ξεμάλλιαγη και δρώμενη ακόμ' από τη ζεστασιά, λαλούσε της θειας της αυτά τα λόγια με μάτια ορθάνοιχτα και με σαν παλληκαρίσια κορμοστασιά.

Αυτά 'πε, και παράγγειλε τον θείον χοιροιρόφον 80 τόξο και σίδερο λευκό να θέση των μνηστήρων· τα 'λαβε κείνος κλαίοντας και απόθεσέ τα χάμαι· και άμ' είδε του κυρίου του το τόξο, και ο βουκόλος θρηνούσε αλλού· τους ύβρισεν ο Αντίνοος τότε κ' είπε· «Άγνωστοι αγρόταις, 'πώχετε τον νουν εις την ημέρα, 85 δύστυχοι, τι δακρύζετε, και της καρδιάς τα βάθη ταράζετε της γυναικός; και άφ' εαυτής εκείνη την λύπη τρέφει, οπ' έχασε τον ποθητόν της άνδρα, αλλ' ήσυχα καθήμενοι τρώγετε ή δώθ' εβγήτε να κλαίετε, και αφήσετε το τόξο τούτο, αγώνα 90 εις τους μνηστήραις φοβερόν· ότι με δυσκολία τούτο, θαρρώ, τανύζεται το στιλβωμένο τόξο· διότι απ' όσους βλέπω εδώ κανείς τον Οδυσσέα· δεν ομοιάζειτην ανδρειά, τα μάτια μ' ως τον είδαν, και το ενθυμούμαι καθαρά, νήπιος ακόμ' αν κ' ήμουν». 95

ΜΙΡ. Για ποίαν αιτία ομιλεί τόσο σκληρά ο πατέρας μου; Τούτος είναι ο τρίτος άνδρας, οπού εγώ βλέπω, για τούτον επρωτοστέναξα· η ευσπλαχνία ας κινήση τον πατέρα μου, προς το μέρος μου να κλίνη! ΦΕΡΔΙΝ. Ω! αν είσαι παρθένα, κ' είν' ακόμ' απαράδοτη η αγάπη σου, θα σε κάμω βασίλισσα της Νεάπολης.

ΣΕΥΤΩΝ Αυθέντα, τι προστάζεις; ΜΑΚΒΕΘ Τι άλλα νέα έμαθες; ΣΕΥΤΩΝ Όσα μας είπαν, όλα αλήθεια είν', αυθέντα μου! ΜΑΚΒΕΘ Θα μάχωμ' έως ότου θα λιανισθή το κρέας μου από τα κόκκαλά μου! Δος μου τα όπλα μου εδώ! ΣΕΥΤΩΝ Δεν είν' ακόμ' η ώρα. ΜΑΚΒΕΘ Τα θέλω! Στείλε ιππικόν την χώραν να γυρίση, κι' όσους φοβούνται, κρέμασμα! ...Φέρε μου συ αμέσως την πανοπλίαν μου... Ιατρέ, πώς είν' η άρρωστή σου;

Τους κοίταζε ο κυρ Μαυρουδής από την πεζούλα κ' έλεγε του νωνού. — Να ζευγάρι για προξενειά! Ένα λόγο από τη μάννα του, και με πιάνεις. — Μα δε βλέπεις, κυρ Μαυρουδή, τι μωρό που είνε ακόμ' αυτός; Κ' είτανε σταλήθεια μωρό ακόμα ο Παυλής, κι ας είτανε και δεκάξη.

Και θρύλος ακόμ' αν είναι η ιστορία τούτη, όμως δεν είναι γι' αυτό λιγώτερο πολύτιμος, αφού μας δείχνει τη στάση της Αναγεννήσεως απέναντι του Κόσμου της αρχαιότητος.