United States or Belgium ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι, δε σας είχε ποτές του κάψει ο Έχτορας βοϊδοτραγήσα μπούτια; Μα δε σας πήγε έτσι η καρδιά νεκρό καν ναν τον σώστε, 35 που ναν τον δει η γυναίκα του κι η μάννα κι' ο πατέρας και το παιδί του κι' ο λαός, που γλήγορα στρωμένο πας στη φωτιά του νεκρικά θαν τούρηχναν στολίδια.

Είπε, κ' εκείνου ωμίλησε με λόγια πτερωμένα• «Καλά για μέν', Αντίνοε, πονείς ωσάν πατέρας, 'που 'πες από το μέγαρον ευθύς να φύγη ο ξένος, με βαρύ πρόσταγμα• ο θεός ποτέ να μη το κάμη• δος του απ' αυτά• δεν μου πονεί^ κ' εγώ το λέγω πρώτος. 400 μη την μητέρα μουαυτό φοβήσου ή καν τους δούλους, 'που ευρίσκονταιτα δώματα του θείου Οδυσσέα. αλλ' εκείνο το νόημα συτην ψυχή δεν έχεις• ότι να φάγης προτιμάς παρ' άλλου συ να δώσης».

Εις το μεσολαβήσαν αυτό χρονικόν διάστημα, έως ου επανέλθη από τας Αθήνας ο απεσταλμένος μας, ο πατέρας μου δεν έλαβε καμμίαν φροντίδα διά τον σιδηροδέσμιον εκείνον δούλον και τον παρημέλησεν όλως διόλου, διά τον λόγον ότι ήτο φονεύς και δεν τον έμελε διόλου, και αν ήθελεν αποθάνει εκεί μέσα. Αυτό δε ίσαίσα και συνέβη, ω Σώκρατες.

Υπάκουσε ο Τηλέμαχος του ποθητού πατρός του, και, αφού την θύρα κίνησε, της Ευρυκλείας είπε· «Σήκω, έλα δω, γερόντισσα, συ 'που των δούλων όλων, 395 των γυναικών, 'ς σπίτι μας έφορος είσαι αρχαία· έλα, σένα ο πατέρας μου καλεί να σου ομιλήση».

Και κοίτονταν στη σπηλιά των Νυμφών εμπιστευμένο στις θεές· μα εμένα με πλημμύριζαν κάθε μέρα τα πλούτη, χωρίς νάχω κληρονόμο· επειδή δεν είχα πια την τύχη μήτε κοριτσιού να γίνω πατέρας, μόνο σαν να με περιγελούσαν οι θεοί, μου στέλνανε τη νύχτα όνειρα, που μου φανέρωναν ότι πατέρα θα με κάμη ένα κοπάδι.

Ο Νίκαντρος είναι πατέρας μου, πατρίδα μου η Πάρο, όνομα είχα Σωκρατέα· πεθαμμένη, μ' έβαλε ο Παρμενίωνας ο σύζυγός μου στον τάφο· μου έκαμε και τούτη τη χάρη, ένα μνήμα της τιμημένης μου ζωής και για τους κατόπι αθρώπους. Και μένα, χωρίς να προσέξη το νεαρό μου βρέφος, η πικρή Εριννύα της αιμορραγίας χάλασε το γλυκό μου το βίο.

Δεν απέρασαν τρεις ημέρες ύστερον από την υπανδρείαν μας, και την χωρίστηκα κατά την συμφωνίαν μας. Ο πατέρας εκστατικός διά τον τρόπον που επολιτεύθηκα έρχεται και με ευρίσκει και με εξέταζε διατί την εχώρισα. Η θυγατέρα σου, του είπα, εκατάλαβα που καμμίαν αγάπην εις εμένα δεν έχει, και διά τούτο την εχώρισα.

Ή τουλάχιστον, ας μην είχα εγώ να την καταδώσω! ΚΟΡΝ. Έλα μαζί μου εις την δούκισσαν. ΕΔΜ. Εάν είναι αληθινά όσα γράφει εδώ, το πράγμα είναι σπουδαίον. ΚΟΡΝ. Αληθινά ή ψεύματα, αυτά σ' έκαμαν εσένα κόμητα του Γλόστερ. Εξέτασε να μάθης πού είναι ο πατέρας σου διά να τον συλλάβωμεν. ΚΟΡΝ. Έχω όλα τα πιστά εις εσένα, και θα εύρης εις εμέ πατέρα καλλίτερον από εκείνον οπού σ' εγέννησε.

Που τότε εκεί τον έσμιξε, κι' η βάγια από κοντά της περπάταε κι' είχε το παιδί γυρμένο απάς στον κόρφο, 400 έτσι δα αθώο και μωρό, το μοσκαναθρεμένο Εχτορουδάκι πούλαμπε σαν της αβγής τ' αστέρι. Σκαμαντρινό ο πατέρας του τούχε όνομα βαλμένα, μα Μοναφέντης κράζουνταν απ' τους λοιπούς τους Τρώες, τι μόνος τούς διαφέντεβε ο Έχτορας το κάστρο.

Σωτηριάδη πώς θα γράφη τον πατέρα ; Θα τον κάμη ο πατερός, του πατερού , ή θα τον αφήση ο πατέρας, του πατέρα , δηλαδή όπως τον έχουμε από τώρα; Υποθέτω, θα τον αφήση. Τότες, τι καταλάβαμε; Σωτηριάδη. Κ' είχε δίκιο. Είναι ανοησία. Τίποτις άλλοαφού νόημα δεν έχει. — Ανοησία; Να πάλε και τα συνηθισμένα μας. Αρχίζεις πάλε και φωνάζεις. — Φωνάζω, τι να κάμω; Φαρμάκια να στάζω; — Τίποτα, φίλε μου.