United States or Zimbabwe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Προ ημερών εδημοσιεύσαμεν διήγημα της δεσποινίδος Ευγενίας Ζωγράφου, εις το οποίον διεγράφετο, ολίγον μεν αδεξίως, αλλ' αρκετά χαρακτηριστικώς, τύπος γυναικός τρεφούσης αληθή λατρείαν προς τα κοσμήματά της. Η γυνή εκείνη αποθνήσκει, διότι αναγκάζεται να πωλήση τα κοσμήματά της. Τοιαύτη είνε η βάσις του χαρακτήρος πάσης γυναικός. Γυνή δε μη αγαπώσα πολύ ή ολίγον τα στολίδια δεν είνε γυνή.

Γιατί νομίζουν οι πολλοί, πως κάθε τι δεν πρέπει, Με δίχως κάνα σκέπασμα καθένας να το βλέπει. Εγώ πολύ παλιότερο και γεροστότερόν σου, 95 Με τα στολίδια, που φορώ, φαντάζω νιότερό σου. Και ντιούμαι πάντα λογιαστά, και πάντα συχναλλάζω, Και πάσα ημέρα αλλιότικο, καινούρια νιάτα βγάζω.

Μα το καλογραμμένο πρόσωπο κ' η χάρη της ψυχής δείχνονται στη στάση και σε κάθε κίνημά της. Έτσι και κάτω από των Χαγάνων τα στολίδια πετιέται ακόμα ίσα στην ψυχή, όπως το άρωμα αόρατου λουλουδιού, η ασύγκριτη τέχνη της παλιάς οικοδομής! Αν θέλτε κι ο καιρός που πέρασεπολύς, πάρα πολύς ωιμένα! — κ' η ερμιά που το καταδίκασαν, περνά απάνω του χωρίς να τ' ασχημίση.

ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ Ο άνδρας της ετοίμασεν ο ίδιος τα στολίδια που θα της βάλη στον νεκρό. ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ Τουλάχιστον ας μάθη πως θα πεθάνη ένδοξη, και θα το πη ο κόσμος πως ήταν η καλλίτερη γυναίκα εις την γη μας. ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ Αλήθεια, η καλλίτερη!

Όσο για την πολύτιμη τη Βιβλιοθήκη, πάει κι ακόμα πηγαίνει! Και δεν ξέρει μα το ναι τι να πρωτολυπηθή άνθρωπος, την καταστροφή τω βιβλίων, ή τα χρυσά και ταργυρά ταγάλματα, στολίδια, βάζα, κι άλλα χρειαζούμενα του ναού, που τάλιωσαν όλα· καθώς και τα μαρμάρινα, που τάσπασαν και τα πετάξανε στους τέσσερεις δρόμους!

Ο Αρχιφύλακας απομέσα, τάχα πως θα ψάξη μην έχουν μαχαίρια, άνοιγε αγριωπός τα σακούλια τους. Άνοιγε τα κοφίνια με τα σταφύλια, κ' έπαιρνε για λόγου του δυο τρία από καθεμιά τους. Καμιά φορά πρόβαλε κ' η νειόνυφη του Βεργή, πεταχτούλα και περδικωτή, η ομορφότερη αφτή στις χάρες και στα στολίδια. Άνοιξε διάπλατη την πόρτα ο Σκοπός, κι αλαφρή σαν πέρδικα, πήδησε μέσα.

Έπειτα άλλοτε ύφαινα και άλλοτε έγνεθα και με δυσκολία έβγαζα το ψωμί μας. Αλλά είχα εσένα και επερίμενα ότι μίαν ημέραν θα μου φέρης την ευτυχία. ΚΟΡ. Εννοείς την μναν; ΚΡΩΒ. Όχι, αλλ' ήλπιζα ότι άμα μεγαλώσης και εγώ θα ζήσω κοντά σου και συ θ' αποκτήσης πλούτη και στολίδια και υπηρέτριες. ΚΟΡ. Πώς θα γείνη αυτό, μαμά; Τι θέλεις να πης;

Παρόμοιες μ' αυτούς είνε κ' η γυναίκες τους, με τη διαφορά ότι τούτες καταφορτώνονται από βαριά ασημένια και μαλαμοκαπνισμένα στολίδια από το κεφάλι ως τη μέση κι ότι κάπου κάπου ανάμεσά τους βρίσκεται, σαν την αγράμπελη ανάμεσα στα βάτα, και καμμιά υποφερτή εμμορφιά.

Ο κυρ Μανωλάκης ήθελεν ησυχίαν και ανάπαυσιν, αλλ' η κυρά- Μανωλάκαινα τουναντίον ήθελεν ανησυχίαν και κίνησιν. Αυτή σαν ήθελε να κάθεται κλεισμένη, έλεγε, δεν πανδρευότανε. Αυτή είχε τόσα προτερήματα, τόσα καμώματα ευγενικά· περιπλέον είχε τόσα στολίδια. Ήθελε λοιπόν να τα επιδείξη, προτερήματα και στολίδια. Γι' αυτό πανδρεύονται οι άνθρωποι!

Αλλά τόρα μόλις είδε τον καπετάν Παλούμπα καλοδέματον αληθινά, πάντα όμως ψαρομάλλην, ταμπακορρούφην, σαλιάρην και τέλος γέροντα, δεν εδίστασε να δώση αμέσως τον λόγο της. Γέροντας, σου λέγει, αλλά καπετάνιος· και καπετάνοι δεν βρίσκονται κάθε ημέρα στο νησί! Ο καπετάν Παλούμπας εστεφανώθηκε τη Λενιώ και μόλις έφτασε στη Σύρα ολάκερο βιος εξώδεψε για τα στολίδια της.