United States or Marshall Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η θεία-Αννούσα, σκεπασμένη πάντοτε με την μαύρην της χηρείας μανδήλαν, και η Θωμαή, φέρουσα επί της κεφαλής της βαρύ μαύρον σάλιον, ως καλογραία της Τήνου κουκουλωμένη, υπό το οποίον έλαμπον δύο κατάμαυροι οφθαλμοί, πλήρεις ζωής και χάριτος, οσάκις εσπόγγιζε τα δάκρυά της.

Κι' ο Έχτορας τον αδερφό σαν είδε που κρατώντας στα χέρια τ' άντερα έγερνε να πέσει, εφτύς σα ζάλη 420 τα μάτια του συγνέφιασε, και πια απ' τη μάχη αλάργα δεν τον βαστάς ν' αργογυρνάει, μον το βαρύ κοντάρι σιώντας στον Αχιλέα ομπρός, χοιμάει θαρρείς σα φλόγα.

Πίσω δεν ήτο άλλος. Και όμως ησθάνθην βαρύ πάλιν ένα χέρι αόρατον, οπού μ' έσπρωχνε με βίαν να πέσω πάραυτα να γονατίσω. Και ακούωμου εφάνημέσα μου μια γλυκεία φωνίτσα, μια ψιλή-ψιλή φωνίτσα, σαν της Ξενιώς μου την μελωδική φωνή οπού μου έλεγε να πω: «Δεν έχεις γιατρικό και για τα μάγια, Παναγίτσα μου

Και το όνομα του ποιητού διετηρήσαμεν δι' έκαστον τόμον ως είχεν εις τον αρχικώς εκτυπωθέντα· ως εκ τούτου ο αναγνώστης θα ξενισθή βλέπων εις το εξώφυλλον και τας άλλας σελίδας &Κρυστάλλης&, εις δε τας «Σκιάς τον Άδου» &Κρουστάλληςούτως υπεγράφη και ο ίδιος εις το πρώτον έργον του· ελθών όμως εις Αθήνας εύρε πολύ βαρύ το &Κρου& όπερ μετέβαλεν εις &Κρυ&, ευηχότερον, γλυκύτερον και γοργότερον.

Αχ, τα πλερώσαμε όλα με γυναικόπαιδα και με σπιτικά, τότες που γυρίζανε λυσσασμένοι και έσερναν ανατολικά οι καταραμένοι! είπε με βαρύ αναστεναγμό ο Αλεξαντράκης. Κ' ήρθε, θαρρώ, η ώρα νακούστε και το τι τράβηξε αυτό το χωριό, εκεί που κανένας μας μήτε τουφέκι πια δε σήκωνε μήτε σημαία δεν κράταγε. — Την παλιά τους την τέχνη, φωνάζει ο Σφακιανός.

Και αυτά λοιπόν εγέρασαν· παρήλθεν η εποχή των, ήσαν άχρηστα πλέον; Λοιπόν ούτω και το νταλιάνι του Μπουκουβάλα, που ελύσσα ως έμψυχον εις το Κεράσοβον; Το αρμούτι του Βρυκόλακα, η λαζαρίνα του Δίπλα, η Κατερίνα του Κουδούνα, ο Λεβέντης του Μητρομάρα, το Μάντσαρι του Αντρούτσου, ο Σισανές του Μελαχρογιάννη, ο Άι-Λιας του Βλαχαρμάτα, το βαρύ και δυσχείριστον απελατίκι του Καραϊσκάκη και τόσα άλλα όπλα, ανθρωποφάγα όπλα εις τα οποία οι ανδρειωμένοι εκείνοι αρματωλοί μετέδωκαν της ψυχής των το μένος και τα εθεοποίησαν, έπρεπεν όλα, όλα ν' αποσυρθούν εντροπαλά, ανίκανα να παραβληθούν προς το νέον όπλον του Παπαθεοδωρακοπούλου!. . . Ούτω έλεγεν ο ενωμοτάρχης!

Της αφής διάμεσον είναι η σαρξ και της οσφρήσεως είναι ο αήρ, και μόνον εις τους ιχθύς είναι το ύδωρ. * &Περί ακοής. Περί ήχου. Όροι ήχου τρεις: ηχητικά σώματα, μη ηχητικά σώματα και ηχώ. O αήρ δεν παράγει τον ήχον, αλλ' άνευ αέρος δεν είναι αισθητός ο ήχος. Λειτουργία του αέρος εν τη ακοή. Λειτουργία του ωτός. Αίσθησις ήχου εν τω ύδατι. Το βαρύ και το οξύ. Περί φωνής• ζώα άφωνα.

Σωκράτης Τι δε λέγεις, υπάρχει κανέν πράγμα που το ονομάζουν αγαθόν; Πρωταγόρας Υπάρχει. Σωκράτης Εις τούτο υπάρχει κανέν άλλο εναντίον, εκτός του κακού; Πρωταγόρας Δεν υπάρχει. Σωκράτης Τι δε λέγεις, εις την φωνήν υπάρχει κανέν πράγμα, το οποίον λέγεται οξύ; Πρωταγόρας Ναι είπεν. Σωκράτης Εις τούτο μήπως υπάρχει κανέν άλλο εναντίον παρά το βαρύ; Πρωταγόρας Όχι, είπεν.

Σαν πέρασαν η κάψαις, και πιάνουν η βροχαίς, Καιρών ενάντιων ζάλαις, ανέμων ταραχαίς, Ο λαλητής ευρέθη, μην έχοντας σπειρί, Της πείνας να ψοφήση, σε κίντυνο βαρύ. Στο σοδιαστή προστρέχει, του λέει, παρακαλώ, Μην αρνηθής να κάμης, σ' εμένα ένα καλό. Με ξάφνισαν τα κρύα, προμιού το φανταστώ, Και να χαθώ κοντεύω, αν δεν καταφταστώ.

Την τέχνην δεν κατέχεις πώς εις την πονεμένην την ψυχήν να φέρης θεραπείαν; Από την μνήμην δεν 'μπορείς να ζερριζώσης λύπην, να σβύσης όσατο μυαλό εχάραξεν η έννοια; Δεν έχεις αντιφάρμακον, λήθης πιοτόν δεν έχεις μέσ' απ' το στήθος το βαρύ να 'βγάζη το φαρμάκι, οπού πλακόνει την καρδιά; ΙΑΤΡΟΣ Ο άρρωστος, αυθέντα, αυτά τα πάθη μόνος του να τα ιατρεύση πρέπει.