United States or Kosovo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η βασίλισσα ωσάν φρόνιμη που ήτον ηθέλησε να τον καταπραΰνη λέγοντάς του· κάνει χρεία, βασιλέα μου, πρώτον να εξετάσης διά όσα αυτός σου είπε διά τον Αμπτούλ, και αν ήθελεν είνε αλήθεια είνε το πρέπον να τον συμπαθήσης με το να σου είπεν εκείνο που είνε, ειδέ μη και ήθελεν είνε ψεύμα, τότε πρέπει να τον παιδεύσης διότι, έτσι απλώς και ως έτυχε, δεν πρέπει να τον θανατώσης.

Ο δε θεός είπεν εις αυτούς, ως λέγεται, ότι ήθελον νικήσει, εάν επολέμουν με όλας τας δυνάμεις των, και ότι αυτός ήθελεν έλθει εις βοήθειάν των είτε προσκαλούμενος είτε απρόσκλητος. Προσκαλέσαντες λοιπόν και πάλιν τους συμμάχους ηθέλησαν να τους συμβουλευθούν αν έπρεπε να πολεμήσουν.

Διότι τότε δεν ήθελεν είναι ανάγκη να είναι και το έν και το άλλο εις ωρισμένον μέρος• διότι εις τα πράγματα τα γενόμενα ίσα είναι αδιάφορον αν είναι πλησίον ή μακράν αλλήλων. Διότι όπως ο αήρ και το ύδωρ, είναι και εκείνα συνεχή, αλλ' όμως η κίνησις και των δύο είναι μεριστή.

Αλλ' εσκέπτετο πάλιν ότι ενδέχεται να βραδύνη ένεκα των κωλυμάτων, άτινα ήθελεν απαντήσει, και τότε εσχεδίαζε την επιστολήν, ην ήθελε γράψει προς αυτόν, αν εγίνωσκε την γραφήν, εις απάντησιν της επιστολής του Μάχτου, ην η Αϊμά δεν ηδυνήθη ν' αναγνώση. Απεκοιμήθη δε συντάττουσα καθ' εαυτήν απάντησιν τοιαύτην «Αδελφέ Μάχτο. Η επιστολή σου μοι επροξένησε πολλήν χαράν, διότι μοι λέγεις ότι θα έλθης.

Παρατηρήσας τους δύο εραστάς, οίτινες περιεσφιγμένοι εις τα ράσα των εκάθηντο μελαγχολικώς επί των βαθμίδων της αποβάθρας, εσκέφθη ότι καλόν ήθελεν είναι να παραλάβη επί του πλοίου τους δύο εκείνους οπαδούς του Αγίου Βενεδίκτου, ίνα βοηθώσι τον δήμιον εις διατήρησιν της ευταξίας μεταξύ των δεσμίων, επισείοντες εις τους μεμψιμοιρούντας τας φλόγας της Κολάσεως, ως εκείνος την αγχόνην.

Εγώ, ήξευρε, πως έχω ένα απόκρυφον ιατρικόν εις κάθε αρρωστίαν να την ιατρεύη με ευκολίαν· αυτό έως την ώραν δεν το εφανέρωσα κανενός και διά να σε ευχαριστήσω και να σε ιδώ ήσυχην, θέλω να το φανερώσω διά τες ιατρείες που θέλομεν με αυτό κάμει θέλουν παρακινηθή να τρέξουν πολλοί ξένοι απ' όλον τον κόσμον, ακούοντες τέτοια θαυμαστά πράγματα, εις τούτο το νησί, και από το πολύ πλήθος των ξένων, που μέλλουν να έλθουν, ελπίζω να ήθελεν έλθη και ο άνδρας σου με τον Ραβά και οι άλλοι που σε εκατάτρεξαν, και έτσι θέλεις απολαύσει το ποθούμενον.

Διότι, εάν η ψυχή υπάρχη και προτήτερα, είναι απαραίτητον αυτή μεταβαίνουσα εις την ζωήν και γεννωμένη να μη γεννάται από πουθενά αλλού παρά εκ του θανάτου και εκ του ότι έχει αποθάνει, πώς δεν είναι απαραίτητον αυτή να υπάρχη και αφ' ού ήθελεν αποθάνει, επειδή πρέπει βεβαίως αυτή να γεννηθή εκ νέου; Έχει λοιπόν αποδειχθή εκείνο, το οποίον και τώρα λέγετε.

Αν τα βλέμματά των είχον οδόντας, νομίζω ότι ούτε κόκκαλον εξ αυτών δεν ήθελεν απομείνη. Η κατά παραγγελίαν μου απάντησις του πατρός μου εις την τετραπλήν ταυτόσημον διακοίνωσιν υπήρξεν εν &όχι& περιτετυλιγμένον ως καταπότιον αλόης εις ζαχαροκονίαν ευγενών φράσεων ουχ ήττον όμως η εκ της αρνήσεως πικρία φαίνεται υπάρξασα μεγάλη, μεταβαλούσα εν ακαρεί την περί εμού γνώμην των κυρίων τούτων.

Και μετ' ολίγον εγνώριζον και ο Φεζινάνδος και ο Νάγκλι τι ήθελεν ο Ρούντυ. — Είσαι ριψοκίνδυνο παλληκάρι, είπον «αυτό δεν γίνεται! Θα σπάσης τον λαιμόν σου!» — Δεν πέφτει κανείς κάτω, αν δεν το φαντασθή ο ίδιος μόνος του, είπεν ο Ρούντυ.

Αν ήθελεν, από εκεί όπου εκάθητο, κ' ήγγιζον αι κεραίαι των εις τα μαρμάρινα κράσπεδα του εξώστου, αν ήθελε, τας εθώπευε τας δύο σκούνας του, ως θωπεύει κανείς εύμορφον γαλήν παρά τα γόνατά του. Αν ήθελε, τας εφίλει εις το χρυσωμένο κορζέτο, ως φιλεί κανείς εις τα λευκόν μέτωπον πάγκαλον κόρην του.