United States or Libya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκείνος έμοιαζε ν’ ακούει, με τα γυάλινα μάτια του μισόκλειστα, ήρεμος αλλά αποφασισμένος να μην απαντήσει σαν καλός υπηρέτης, γεμάτος σεβασμό. Η ντόνα Έστερ θυμήθηκε ότι του άρεσαν τα λουλούδια, έκοψε ένα γεράνι από το πηγάδι και του το έβαλε ανάμεσα στα δάχτυλα, επάνω στο σταυρό. Στο τέλος σκέπασε το νεκρό με ένα ύφασμα από πράσινο μετάξι που το είχαν βγάλει για το γάμο.

Αλλά ο Έφις βγήκε από το μαγαζί με το κεφάλι ψηλά, με το σκούφο στη μασχάλη, και απομακρυνόταν δίχως να απαντήσει. Κεφάλαιο τρίτο Άδικα όμως τις μέρες που ακολούθησαν και για εβδομάδες οι αδελφές Πιντόρ περίμεναν τον ανιψιό.

Τας φωνάς είχον ρήξει ο είς των αιπόλων, και ο είς των υλοτόμων, οίτινες έτυχον καθήμενοι παρά τον πυρσόν, ανατολικώς του ναΐσκου. Διά των φωνών τούτων είχον απαντήσει είς τινας κραυγάς ελθούσας απ' αντικρύ, εκ της θαλάσσης. Εκεί, εν μέσω του Κάστρου και της βραχώδους ακτής του Κουρούπη, εσχηματίζετο επισφαλής όρμος, ο Μικρός Γιαλός.

Αλλ' εσκέπτετο πάλιν ότι ενδέχεται να βραδύνη ένεκα των κωλυμάτων, άτινα ήθελεν απαντήσει, και τότε εσχεδίαζε την επιστολήν, ην ήθελε γράψει προς αυτόν, αν εγίνωσκε την γραφήν, εις απάντησιν της επιστολής του Μάχτου, ην η Αϊμά δεν ηδυνήθη ν' αναγνώση. Απεκοιμήθη δε συντάττουσα καθ' εαυτήν απάντησιν τοιαύτην «Αδελφέ Μάχτο. Η επιστολή σου μοι επροξένησε πολλήν χαράν, διότι μοι λέγεις ότι θα έλθης.

Και τότε η μικρή Ελλάδα, το μικρό κράτος, που μιλείτε γι αυτό σα νάτανε τελειωτικό, τι πρέπει να κάμει, κατά τη γνώμη σας; Να απαντήσει τάχα στα ελληνικά νησιά, στα Ελληνικά χωριά, στους Έλληνες: «Είστε ξένο κράτος, τι γυρεύετε από μένα; Σεις λέγεστε Τουρκιά, εγώ Ελλάδα, τα σύνορά μου δεν τα βλέπετε; είναι ο Πηνειός και ο Άραχθος. Δε σας γνωρίζω. Πηγαίνετε στους άρχοντές σας.

Ο άλλος προσπάθησε ν’ απαντήσει, αλλά από το στόμα του βγήκε μόνο ένα τρεμάμενο ούρλιασμα∙ έπειτα ξέσπασε σε λυγμούς. «Άντε, κουνήσου, πήγαινε να φωνάξεις τους βοσκούς που είναι εκεί πάνω, στο δάσος…» «Πού τον στέλνεις, αφού είναι τυφλόςείπε ο Έφις ενώ έσκυβε και έβαζε το ένα του χέρι επάνω στην καρδιά του γέρου.

Με σκυμμένο το κεφάλι, με τα μάτια κλειστά, χλωμός, ανοιγόκλεινε τις γροθιές τρομαγμένος και δεν κατάφερνε να απαντήσει. «Κι εσείς πιστεύατε ότι εγώ το ήξερα; Πώς και γιατί;», διερωτόταν. «Ναι», είπε η Νοέμι σκληρά. «Πιστεύαμε ότι το ήξερες, και όχι μόνο, αλλά ακόμη ότι εγγυήθηκες γι’ αυτόν στη φίλη σου Καλίνα….» «Φίλη μου;», φώναξε με ορθάνοιχτα τα μάτια από τον φόβο. Και θόλωσε το μυαλό του.

Αλλά την ιδέαν ταύτην μόλις είχε προφθάσει να συλλάβη, και ευθύς η προσοχή της μετεβιβάσθη εις το θέαμα εκείνο της αγρίας πάλης, όπερ κατέπληξεν αυτήν. Ελησμόνησε δε και το άλγος της κνήμης της και το ψύχος, και πάσαν άλλην δυστυχίαν. — Διά τον Θεόν! Τι είνε; έκραξε τρομάξασα η νέα. Αλλά τις ήθελε απαντήσει προς αυτήν; Οι δύο εκείνοι άνθρωποι δεν είχον καιρόν να την ακούσωσιν.

Θες; Έλα βάλε στοίχημα... τριπόδι εδώ ή λεβέτι... 485 κι' ας γίνει ο βασιλιάς κριτής σαν πιό 'ναι το ζεβγάρι που τρέχει πρώτο, και θα δεις σα σκάσεις το λεβέτιΕίπε, κι' εφτύς πετάχτηκε ο Αίας σκυλιασμένος, και ν' απαντήσει πήγαινε με θυμωμένα λόγια.

Τώρα λες όχι, αργότερα όμως θα πεις το ναι. Είναι για γέλια;» «Σαρδόνια γέλιαειρωνεύτηκε από πίσω η Πατσάνα, χαμηλόφωνα και έσπρωξε την Στεφάνα για να την κάνει ν’ απαντήσει άσχημα στο αφεντικό. Η γυναίκα όμως ήταν πολύ αξιοπρεπής και δεν καταδέχτηκε να συνεχίσει το αστείο. Έτσι δεν άνοιξε το στόμα της μέχρι που το αφεντικό με τον Έφις βγήκαν μαζί.