United States or Kuwait ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Τι είπες ; Ω ! πολύ φρικτόν λόγον επρόφερες και εφαντάσθης άμα, βασίλισσα. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Μη ταράττεσαι. Μάλλον αποκρίσου μοι εις ό,τι σε ηρώτησα. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εάν θέλης να σοι απαντώ λογικώς, πρέπει συ πρώτη ευλόγους ερωτήσεις να μοι απευθύνης. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Είναι τοιαύται. Μη διεκφεύγης λοιπόν, αλλ' αποκρίσου. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ω μοίρα και τύχη και δαίμον μου απαίσιε !

Αν δεν εσικχαινόμην τα ακάθαρτα πράγματα, ήθελον εμπήξη αυτούς κατά την πρώτην συνάντησιν εις τας σάρκας του συκοφάντου». «&Δεκεμβρίου 31&. Ως δώρον της πρώτης του έτους μοι προσέφερεν ο πατήρ μου ίππον, ον μετέβημεν ομού να εκλέξωμεν εις του Παλτόρη. Επιστρέψαντες εις την οικίαν, εύρομεν εκεί άλλην πάλιν προξενήτριαν, μεσολαβούσαν υπέρ ετέρου μνηστήρος.

«&Βησσαρίων& ο Νικαίας αρχιεπίσκοπος και καρδινάλιος της αγίας Ρωμαϊκής και καθολικής εκκλησίας, &Πλήθωνι& τω θαυμαστώ φιλοσόφω και νομοθέτη της Πέλοπος χαίρειν. Εδεξάμην τα παρά σου γράμματα πολλήν, ως εικός, εμποιήσαντά μοι ευφροσύνην. Μονώτατος γαρ έτι μοι δοκείς υπολελείφθαι εν άπασι τοις αυτόθι φρονών.

Μετά δε τούτον μοι απηρίθμησαν οι ιερείς εκ βιβλίου τα ονόματα τριακοσίων τριάκοντα άλλων βασιλέων της Αιγύπτου. Εις την μακράν ταύτην σειράν των γενεών, δεκαοκτώ βασιλείς ήσαν Αιθίοπες και μία βασίλισσα Αιγυπτία καθώς και όλοι οι επίλοιποι βασιλείς.

Ειπέ μοι, σε παρακαλώ, πόθεν αυτή σου η παραφορά και οι πλήρεις οργής φλογοβόλοι οφθαλμοί σου; Ποίος σε αδικεί ; Τι ζητείς; θέλεις να έχης ωραίαν γυναίκα; Δεν δύναμαι να σοι την δώσω, αφού, όταν την είχες, κακώς την εφύλαξας.

Οι ολίγοι εκείνοι ήσαν τω όντι εμπροσθοφυλακή , αλλά, θεία χάριτι, εβράδυνον οι πολλοί να έλθωσι και ημείς ήμεθα ήδη σώοι και ασφαλείς, ουδ' εφοβούμεθα πλέον τα απέχοντα όπλα των. Μεταξύ των ποικίλων του βίου μου περιπετειών δεν έτυχε ποτέ να ναυαγήσω. Η θάλασσα, μέχρι τούδε τουλάχιστον, μοι εφέρθη φιλοφρόνως πάντοτε.

Ο δε Ιησούς τω απήντησενΕάν θέλης να εισέλθης εις την αιώνιον ζωήν, φύλαξον τας εντολάς του Θεού. — Όλας εκ νεότητός μου εφύλαξα, απεκρίθη ο νέος, τι άλλο λοιπόν μοι μένει; Και ο Ιησούς απεκρίθηΕάν θέλης να γίνης τέλειος, ύπαγε πώλησον τα υπάρχοντά σον, και δος εις τους πτωχούς, και αντί των επιγείων αυτών υπαρχόντων θέλεις αποχτήσει θησαυρόν αιώνιον και άφθαρτον εις τους ουρανούς.

Πάντες ούτοι, πλήρεις έχοντες τας χείρας αυτών χαρτονομισμάτων και μετοχών, ων η πλήρης ρύπου και μωλώπων μορφή αληθή και αδελφικόν μοι ενέπνεεν οίκτον, περιεφέροντο συνωθούμενοι και οιονεί δαιμονίωντες μεταξύ του πλήθους, και εξελαρυγγίζοντο κραυγάζοντες και εκφωνούντες το εμπόρευμά των. — Αγοράζω δέκα κομματάκια με σαρανταεννηά! . . . — Και μισό, αγαπητέ, και μισό. — Πουλώ είκοσι, με πενήντα.

Ο δεύτερος ήτο ήδη εν μέρει μαθητής, αλλ' επεθύμει να γείνη εντελής ακόλουθος, μόνον ότι είχεν ανάγκην να θάψη τον πατέρα του. «Ακολούθει μοι, απήντησεν Εκείνος, και άφες τους νεκρούς θάψαι τους εαυτών νεκρούς». Ο Θεοφύλακτος ερμηνεύει ότι το αίτημα του ανθρώπου ήτο να μείνη κατ' οίκον μέχρι του θανάτου του πατρός του, και είτα ν' ακολουθήση τον Χριστόν.

Ώστε δεν έχεις δισταγμούς. — Αλλ' ας μοι είπη ο άρχων... — Δεν εφάνης πρόθυμος, φίλε, εις εκείνα τα όποια σοι είπεν ο υπηρέτης μου Θεόδωρος. — Πώς το λέγει ο άρχων; — Έδειξες προθυμίαν; — Ναι. — Τότε δεν έχομεν καιρόν να χάνωμεν. — Έχει δίκαιον ο άρχων. — Λοιπόν ας ανακεφαλαιώσωμεν. — Ναι. — Τι σοι είπεν ο Θεόδωρος; — Μοι είπε... — Τι; — Μοι είπεν ότι ο άρχων... — Ότι ο άρχων;