United States or Saint Helena, Ascension, and Tristan da Cunha ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αν σ' είχαν κρεμασμένο, θάσουν τριμμένος πειο καλά. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ησύχασε και μάθε τον• έχει εξυπνάδα φυσική. Και αν να μάθη και τους δυο τους λόγους βρίσκη κόπο, ε, μάθε του τον Άδικο λοιπόν με κάθε τρόπο. Έλα και στους θεατάς μας να φανής ποιος είσαι, συ με το ύφος το θρασύ. Ο ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Τράβα κι' όπου θέλεις πάμε•όσο πειο πολλούς μιλήσω, πειο πολύ θα σε νικήσω.

Αλλ' αυτά είνε εκείνα τα οποία ο νόμος θεωρεί ως τα κυρίως δίδοντα το δικαίωμα της αποκηρύξεως. Αλλ' επήλθε το νόσημα της μητρυιάς. Λοιπόν δι'αυτό πταίω εγώ και απαιτείς να δικασθώ ως υπαίτιος του νοσήματος; Όχι, λέγεις. Αλλά διατί λοιπόν; Διότι κληθείς να την θεραπεύσης δεν θέλεις και επομένως είσαι άξιος αποκηρύξεως, επειδή απειθείς εις τον πατέρα σου.

Τα διο σου μάτια εδιάλεξε καθήστρα για κυνήγι, Κι' από τ' εκείνα την πληγή οπού βαστώ μ' ανοίγει· Τα διο σου μάτια, κόρη μου, που άντα στρυφογυρίζουν, Θάνατο δίνουν ζωντανού, νεκρού ζωή χαρίζουν. Πιος είναι στην αγάπη σου, γλυκή ματιά σου φτάνει Να βρη οχ το χάρο γλυτρωμό, και να μην απεθάνη. Πιος στην οργή σου βρίσκεται, και θέλεις να το νιόση, Μια κακιομένη σου ματιά μπορεί να τον σκοτόση.

Αυτό είνε άνω ποταμών. Τουλάχιστον έπρεπε να γνωρίζωμεν πότε θ' αποθάνη έκαστος γέρων, διά να μη περιποιούμεθα μερικούς εξ αυτών εις μάτην. Τώρα δε συμβαίνει το λεγόμενον υπό της παροιμίας, ότι η βωδάμαξα πολλάκις σύρει τα βώδια. ΠΛΟΥΤ. Όπως γίνονται τα πράγματα είνε λογικώτερα παρά όπως τα θέλεις συ.

Ομέρπασα, ο Βεζήρης, Ακούστηκ' έξω αναβρασμός, φωναίς ξαγριωμέναις Κι αλόγωνε ποδοβολή... Δειλιάζει, ανατριχιάζει Ο λύκος της Αρβανιτιάς... τρέμ' η φωνή του... αχνίζει. — Θανάση, το κεφάλι μου... — Μη σκιάζεσαι. Μαζί μου Το μυστικό σου θα ταφή ...τώχω βαθειά κρυμμένο. Και συ τι θέλεις από με;... 'Σ τον κόσμο κάτι ορίζω. — Δος μου, το δαχτυλίδι μου.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Μα την αγάπην του Θεού, ο νους μου θα μου φύγη! Δεν μένεις εις το σπίτι μου, και όπου θέλεις βόσκε! Δεν χωρατεύω. Σκέψου το. Η πέμπτη πλησιάζει. Βάλε το χέρι ‘ς την καρδιάν και καλοσυλλογίσου. Αν τύχη κ' είσαι κόρη μου, ‘ς τον φίλον μου σε δίδω. Εάν δεν ήσαι κόρη μου, κρημνίσου, πείνα, δίψα, ‘ς τους δρόμους ψωμοζήτευε, και ψόφησε ‘ς τους δρόμους!

Την ιδέαν ταύτην υπέβαλεν εις την Αϊμάν. Η νέα δεν απήντησε πάλιν μετά σαφηνείας. Το νεύμα όπερ έκαμεν, εσήμαινε: «Πράξον όπως θέλεις». Ο Πλήθων δεν εδίστασεν, αλλά προτρέψας την νέαν να μη φοβήται, και υποσχεθείς ότι έμελλε να επανέλθη τάχιστα, ηγέρθη και εξήλθεν. Η Αϊμά εκλείδωσεν έσωθεν και έμεινε μόνη.

Και ποίαν είδησιν, εφώναξεν αυτός, ημπορείς να μου δώσης δι' αυτήν; μήπως θέλεις μου φανερώσης τον θάνατόν της; εσύ χωρίς αμφιβολίαν εστάθης μάρτυρας του δυστυχισμένου τέλους της, που τώρα είναι τρεις χρόνοι· αλλοί εις εμέ που την εστερήθηκα, χωρίς να ηξεύρω τι έγινε, με όλες τες μεγάλες εξέτασες που έκαμα. Όχι, όχι, του αποκρίθηκα, αυτή ακόμη ζη, και εις τούτην την ημέραν θέλεις την ιδεί.

Ελαβώθη η καρδία μου από ένα σκληρόν έρωτα διά την γυναίκα σου· χώρισέ την και στείλε μου την· κάμε μου ετούτην την θυσίαν, σε εξορκίζω, και διά την χάριν που θέλεις μου κάμει, έξω από τα πλούτη, που σου τάσσω να δώσω, σε κάνω νοικοκύρην να διαλέξης οποίαν σκλάβαν σου αρέσει από το παλάτι μου, που είναι πολλά ωραίες, διά να την πάρης εις τον τόπον της γυναικός σου.

Ήτο εκεί και ο όσιος Ποιμήν ο ασκητής, με το λόγιόν του «ο Ποιμήν τέκνα ουκ εγέννησε», και με την απάντησίν του εις τον Ανθύπατον, προκειμένου περί ζωής ή θανάτου του αθώου ανεψιού του: «Ει μεν εύρης ένοχον, κόλασον αυτόν· ει δε αθώον, ως θέλεις πράξον». Ήτο και αυτός εκεί, προστάτης ουδέν ήττον και φρουρός των ακάκων κουττών παιδίων.