United States or Pakistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επειδή ενδιαφέρεσαι τόσον πολύ να μη αμελώ την ζωγραφική μου θα προτιμούσα καλύτερα ν' αποσιωπήσω όλως διόλου το πράγμα, παρά να σου πω ότι προ πολλού πολύ λίγο καταγίνομαι.

Το φίλημά του, είπα δεν είναι όλως δίχως επιθυμία· ζητεί τροφήν, και επιστρέφει ουχί ικανοποιημένον από το άδειο το φίλημα. — Τρώγει και από το στόμα μου, είπε. Του επρόσφερε μερικά ψίχουλα με τα χείλη της, από τα οποία εμειδιούσαν η τέρψεις αθώας συμπαθούσης αγάπης με ζεστήν ηδονή. Απέστρεψα το πρόσωπον.

Μα πιο πολύ απ' όλα τον βασάνιζε η τοποθέτηση της Δόξας. Ήθελε νάβρη για κείνη ένα βάθρο πολύτιμο, όλως διόλου άξιο για τέτοιο καλλιτέχνημα. Τις έφτιασε ένα από μάρμαρο λευκό και την τοποθέτησε δίπλα στο τραπέζι της δουλειάς του. Μα το μάρμαρο του φαινότανε πρόστυχο. Αντί να δείχνη την ωμορφιά της την έκρυβε. Παράγγειλε λοιπόν έναν κορμό καρυάς ψηλόν ως ένα μέτρο και τον έφεραν στο γραφείο του.

Θέλεις να το παραδεχθώμεν λοιπόν, φίλε Ιππία, ότι δηλαδή όλα όσα είναι πραγματικώς ωραία, είτε νόμιμα είτε ασχολίαι, αυτά συγχρόνως είναι και παραδεκτά ως ωραία και φαίνονται ωραία πάντοτε εις όλους, ή όλως διόλου αντιθέτως αγνοούνται και δι' αυτά προ πάντων όλοι φιλονικούν και μάχονται και ιδιωτικώς τα άτομα και δημοσία αι πόλεις; Ιππίας. Αυτά να παραδεχθώμεν μάλλον, φίλε Σωκράτη, ότι αγνοούνται.

Ίνα λ.χ. αποδειχθή το θεώρημα, ότι αι γωνίαι του τριγώνου είναι ίσαι με δύο ορθάς, λαμβάνεται έν τρίγωνον, όπερ βέβαια είναι ωρισμένον κατά το ποσόν, αλλά το ποσόν τούτο είναι όλως αδιάφορον προς την απόδειξιν. Είναι αδιάφορον αν εκάστη πλευρά του είναι μιας σπιθαμής ή ενός δακτύλου, ή αν αυτό είναι ισόπλευρον ή σκαληνόν.

Τι σύγκριση! σκέφτηκε ο Αριστόδημος, έτοιμος να δακρύση. — Α! βέβαια, καμία σύγκριση· καμία βέβαια· βιάστηκε να προσθέση ο Περαχώρας. Μα είνε, βλέπετε, νέοι λαοί, όλως διόλου νέοι. Και το ξύπνημα του βρέφους είνε πολύ σημαντικώτερο από του γέρου το ψυχομάχημα. Κρίμα που δεν το καταλάβατε ακόμα! — Μπορεί· έκαμε ο Αριστόδημος χωρίς να διώξη από το μέτωπό του τη θλίψη.

Ιδούσα η Αϊμά ότι απέτυχε το άκρως αφελές εκείνο μέσον, εσκέφθη να μεταβή εις τον οίκον του αγρότου, και να παρακαλέση την μητέρα των δύο οχληρών να περιορίση ολίγον τας κακάς έξεις των. Τω όντι μετά δύο ημέρας μετέβη εις την μικράν έπαυλιν. Η γυνή του χωρικού ήτο ανίκανος όλως να παιδεύση τους δύο μικρούς διαβόλους.

Έπειτα, ω μακάριε άνθρωπε, μήπως επείσθης από εκείνα που είπε προ ολίγου ο Σωκράτης; και δεν ηξεύρεις ότι συμβαίνει όλως διόλου το εναντίον από ό,τι έλεγε; Διότι αυτός, εάν εγώ επαινέσω εμπρός του κανένα άλλον ή θεόν ή άνθρωπον και όχι αυτόν, δεν θα κρατηθή να με καταχειρίση. — Τι είν' αυτά πάλιν; είπεν ο Σωκράτης.

Πρόσεξε δε ιδίως εις την εξής περίοδον, την οποίαν σου αντιγράφω κατά λέξιν από την ενενηκοστήν ογδόην σελίδασου λέγω κατά λέξιν, διά να μη καταλογίσης τυχόν εις βάρος μου την γλαφυρότητα της μεταφράσεως — «Αμέσως, λέγει η φιλέλλην αγγλίς περιγράφουσα την εις Πειραιά απόβασίν της, περιεστοιχήθην υπό πλήθους παραγγελιοδόχων και διερμηνέων, οίτινες, φαίνεται, μαντεύσαντες ότι ήμην ξένη μοι προσέφεραν τας λέμβους των και παν ό,τι αναγκαίον προς υπηρεσίαν μου, ου μην αλλά δριμέως κρίνουσα περί αυτών εκ της σκληράς φήμης, και έχουσα πείραν των Ιταλών κλεπτών, προσεποιήθην ότι δεν ενόησα την νεωτέραν ελληνικήν, σφάλμα δι' ό ουδέποτε θέλω συγχωρήσει εμαυτήν . . . Τα των λεμβούχων και τα τελωνειακά μπαξίς εισίν όλως άγνωστα ενταύθα . . . Ίσως οι σφοδροί κατήγοροι των Ελλήνων επί του αντικειμένου τούτου εκφράσωσιν αμφιβολίας.

Μου είπε ότι είχε αισθανθή μιαν όλως διόλου αδάμαστη παρόρμηση ν' ακολουθήση βήμα προς βήμα την ηρωίδα στον αλλόκοτο και μοιραίο δρόμο της κι ότι μ' αίσθημα αληθινού τρόμου επρόβλεπε τα τελευταία λίγα κεφάλαια της ιστορίας. Όταν δημοσιεύθηκαν της φάνηκε πως ήταν υποχρεωμένη να τα αντιγράψη στη ζωή της κι αυτό το έκαμε.