United States or Kenya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι αι ώραι του έτους ήσαν μετριασμένας και δεν τους εστενοχωρούσαν, ως στρώματα δε είχαν τας αφθόνους πρασινάδας, αι οποίαι εφύτρωναν από την γην. Ιδού λοιπόν ποία ήτο η ζωή εις την εποχήν του Κρόνου, φίλε Σωκράτη. Την δε σημερινήν, η οποία, καθώς λέγουν, ήρχισε από την εποχήν του Διός, την γνωρίζεις και συ, διότι είσαι παρών.

Αθέρας . Κυρίως ο αθήρ του στάχυος, καθόλου δε το ακρότατον, το λεπτότατον, το εκλεκτότατον. Επί κοπτερών όπλων το ακρότατον της ακμής του ξίφους. Τα ανώτατα στρώματα της θαλάσσης όθεν και Αθερίνα είδος μικροτάτου ιχθύος διαιτωμένου εν τω αφρώ του πελάγους. »Αραχνιασμέν' η λύρα.» σ. 57.

Πολύ άσχημα, απεκρίθη η βασιλοπούλα. Δεν έκλεισα μάτι όλην την νύκτα. Δεν ηξεύρω τι είχε το κρεβάτι μου. Όπως και αν εγύριζα εις το στρώμα, μου έμβαινεν εις το σώμα μου ένας σκληρός βώλος. Είμαι όλη μελανή ακόμη! — Αμέσως τότε εκατάλαβαν ότι ήτο τω όντι αληθινή βασιλοπούλα, αφού μέσα από είκοσι στρώματα και είκοσι παπλώματα την επόνεσε το ρεβίθι.

Σωκράτης Λοιπόν, άν ποτε ηθέλομεν δυνηθή χωρίς αργύριον και χρυσίον και τα άλλα τοιαύτα τα οποία μεταχειριζόμεθα διά το σώμα, όπως τας τροφάς και τα ποτά και τα φορέματα και τα στρώματα και τας οικίας, ηθέλομεν, λέγω, δυνηθή να παύωμεν τας στερήσεις του σώματος ώστε ποσώς να μη έχωμεν τούτων ανάγκην, ούτε χρήσιμα προς τούτον τον σκοπόν θα εφαίνοντο εις ημάς το αργύριον και το χρυσίον και τα άλλα τα τοιαύτα, αν ήτο δυνατόν και άνευ τούτων να συντηρώμεθα.

Κασέλες, σκαμνάκια ξύλινα, σπασμένες στάμνες, μπουζούκια, σκουτιά, παλιοβελέντσες, στρώματα και παπλώματα, βρώμικα χαλιά και άπλυτα ποκάμισα, κουρέλια και ξεσκλίδια καθελογήτικα, λογιώ λογιών μούχλες και δυσωδίες απλώθηκαν σωροί κ' εγέμισαν το προάβλιο περίγυρα.

Αφ' ης ώρας ο ιερεύς προ του βωμού ήνωσε τας χείρας των, ψάλλων το &Ησαΐα χόρευε&, αν και δεν εννόει τας λέξεις, εγνώριζεν ότι αυτή ήτο του Στάθη, εις αυτόν ανήκεν η ψύχη και το σώμα της, πάσα σκέψις της και πάσα υποταγή. — Όλα! εψιθύριζεν από ώρας εις ώραν. Η λυγερή δεν ησθάνετο καθόλου όρεξιν να φάγη. Έρριψε τα στρώματα επί του εδάφους και ηπλώθη να κοιμηθή.

Ερασίστρατος Νομίζω μεν εγώ, εκείνος εις τον οποίον υπάρχει αγρός. Σωκράτης Λοιπόν κατά τον ίδιον λόγον και αν κατά τύχην είς τινα υπάρχουσι φορέματα ή στρώματα, ή άλλα περισσοτέρου λόγου άξια ή όσα εις τον ξένον Σικελιώτην, ούτος είναι πλουσιώτερος. Εάν δε κανείς ήθελε σοι δώσει να προτιμήσης μεταξύ τούτων των δύο, ποίον των δύο θα προετίμας;

Όλοι με τα μαλλιά μακριά, λυγδιάρικα και αξάγκλεγα, που εκρέμαγαν κ' εσκέπαζαν τα μάτια τους μπροστά κι άφξαιναν τη φριχτή τους όψη· και όλοι με ένα σβυσμένο ανάβλεμμα υγρό, που εχώνεβε σε αφάνταστην αγριότη. Έπαιρναν τις παλιοκασέλες πίσω τους, κ' εσήκωναν μπόγους τα ξεφτισμένα βρώμικα παλιοκούρελα πάνω στους ώμους τους, που τα μεταχειρίζονταν στρώματα ή παπλώματα.

Τώρα λοιπόν ησύχασε, Νίκο, και κοιμήσου. — Πώς θέλεις να κοιμηθώ με αυτά τα κρανία απ' επάνω μου! — Όπως θέλεις, εγώ όμως θα κοιμηθώ. Εξεδύθην και έπεσα εις τα μαλακά στρώματα της σιδηράς κλίνης, ενώ ο Νίκος εξηπλώθη με τα ενδύματά του επί της κλίνης του, με απόφασιν να μη σβύση τον λύχνον και να περιμείνη ούτω την ανατολήν του ηλίου.

Θα το ιδούμεν, αν είναι αληθινή βασιλοπούλα, είπε μέσα της η γραία βασίλισσα, και υπήγεν εις το κρεβάτι, το οποίον ητοίμαζαν διά την νέαν, και εσήκωσεν όλα τα στρώματα, και έβαλεν εις τα σανίδια του κρεβατιού έν ρεβίθι, και αφού έστρωσεν απ’ επάνω είκοσι στρώματα και είκοσι πουπουλένια παπλώματα, επροσκάλεσε την βασιλοπούλαν να κοιμηθή. Την αυγήν την ηρώτησαν πως εκαλοκοιμήθη.