United States or North Macedonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκτός της οργής ησθάνετο και απογοήτευσιν. Επερίμενε να του αποκαλύψουν τρομακτικά μυστήρια· ήλπιζε τουλάχιστον να ακούση έντεχνον ρητορικήν· πλην δεν ήκουεν ειμή λόγους απλούς, και ηπόρει διά την ευλαβή προσοχήν, με την οποίαν το πλήθος τον ήκουεν.

Ησθάνετο, ότι ηγαπάτο και ελατρεύετο αμέτρως, ότι ο άνθρωπος ούτος ο άκαμπτος ανήκεν εις αυτήν ως δούλος, και βλέπουσα αυτόν τόσω ταπεινόν, ήτο ευτυχής διά την δύναμιν, την οποίαν εξήσκει επ' αυτού. Εν μια στιγμή ανέζησεν όλον το παρελθόν.

Διότι, εάν ζώον τι ησθάνετο μεν διά ταύτης της αισθήσεως ουχί δε δι' εκείνης, θα ησθάνετο διά της πρώτης τούτων, όταν κοιμάται, και τούτο είναι αδύνατον. 3.

Ουδεμίαν όμως ησθάνετο ο θεωρών αυτάς όρεξιν να θρηνήση, ότι δεν ήτο αθάνατος η κιτρίνη κόμη των, η αλευρωμένη όψις των, οι ύποπτοι οδόντες και των χειλέων των η ψευδοπορφύρα.

Οι πλείστοι είτε διότι είχαν επισκεφθή ήδη και το άλλο πρακτορείον, είτε διότι δεν τους επέτρεπεν η συνείδησίς των να λάβωσι και από τα δύο μέρη «κουκουλόσπορο», επήγαιναν κατ' ευθείαν· μερικοί όμως, ενώ εκαμώνοντο ότι επερίμεναν να εύρουν σειράν διά να εισέλθουν, με τρόπον «το έστριβαν». Τότε ο Λάμπρος ο Βατούλας προσεποιείτο γενναιοτέραν αγανάκτησιν παρ' όσην πράγματι ησθάνετο.

Του λοιπού ο νέος κατελήφθη υπό τοσαύτης αιδημοσύνης, ώστε ουδ' ετόλμα να θεωρήση την Αϊμάν κατά πρόσωπον. Εκείνη τω ελάλει πάντοτε κυττάζουσα αυτόν ακλινώς, ούτος εταπείνου τους οφθαλμούς υπό το βλέμμα της. Ότε η Αϊμά είχεν εστραμμένον αλλαχόσε το βλέμμα, τότε ο Μάχτος την εθεώρει εξ εγκαρσίων και λαθραίως. Ησθάνετο δε ηδονήν θεωρών αυτήν ούτω.

Αν όμως το εν γένει ύδωρ και το ειδικόν, το έγχρωμον ύδωρ, ήσαν έν και το αυτό ύδωρ, η ειδοποιός αύτη διαφορά θα ήτο προς αυτό το ύδωρ και το ύδωρ θα ησθάνετο. Και αν και εγώ δεν ηδυνάμην να βλέπω ειμή μόνον το κυανούν, ο περιορισμός ούτος θα ήτο ποιότης, ήτις θα εταυτίζετο με εμέ, θα απερρόφα το είναι μου.

Ανεκάθισεν ωχρά εκ του τρόμου της δεινής καταπτώσεως, με λευκά τα χείλη εκ της λιποψυχίας, με οφθαλμούς απλανώς βλέποντας, ως βλέπει εκείνος όστις εκ της ζάλης θεωρεί στριφογυρίζουσαν την γην ως σφονδύλιον, με λυτήν την μαύρην της κόμην, της μανδήλας τη παρασυρθείσης υπό των κλάδων του δένδρου εν τη πτώσει, κ' έβαλε τώρα κραυγήν οξυτέραν, διότι τώρα ησθάνετο της πτώσεως το βαρύ αποτέλεσμα.

Δεν έβλεπε πλέον αστέρας άνωθέν της, δεν ήκουε της αηδόνος το κελάδημα, ούτε ησθάνετο πλέον την δρόσον του δάσους και την πνοήν του ζεφύρου επί των παρειών της.

Ωμιλούσαμεν πρώτον περί σου, έπειτα ήρχισε να με κατηχή, και αν ακόμη ήξευρα να γράφω όπως ο Πετρώνιος, δεν θα ηδυνάμην να σου εκφράσω ό,τι εσκέπτετο το πνεύμά μου ή ό,τι ησθάνετο η καρδία μου.