United States or Albania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήτο δε άλλοτε η Ναύκρατις το μόνον εμπόριον της Αιγύπτου, και δεν υπήρχεν άλλο ουδαμού. Εάν τις ήθελεν υπάγει εις κανέν άλλο στόμα του Νείλου, έπρεπε να ορκισθή ότι δεν υπήγεν εκουσίως. Μετά τον όρκον δε τούτον έπρεπε να πλεύση, με το ίδιον πλοίον εις το Κανωβικόν στόμα.

Θα την δώσω εις τον ψωμάν· αυτός έχει χρήματα και δεν θα του είναι μεγάλη η ζημία. Έλα όμως οπού δεν είναι σωστόν, ούτε δίκαιον!» Κ' εγώ ανεστέναζα. Θα βαρύνω, έλεγα, την συνείδησιν αυτής της γυναικός. Μήπως εχάλασα πραγματικώς τώρα εις τα γηράματά μου; Η γραία με υπήγεν εις τον ψωμάν αλλά ο ψωμάς δεν ήτο απ' εκείνους οι οποίοι απατώνται εύκολα.

Και επέρασεν ώρα αρκετή και εσυλλογίζετο πού τάχα να ευρίσκεται. Εκεί διά μιας βλέπει το φως της ημέρας, και ακούει μίαν φωνήν: «Ο μολύβδινος στρατιώτηςΕις αυτό το μεταξύ ένας ψαράς είχε πιάσει το ψάρι, και το υπήγεν εις την αγοράν, όπου η μαγείρισα της οικίας, από την οποίαν είχε κρημνισθή, ηγόρασε το ψάρι, το επήρεν εις το μαγειρείον και το ήνοιξε με το μαχαίρι της.

Περιερχόμενοι δε την Κρήτην οι άνθρωποι ούτοι έφθασαν εις την πόλιν Ίτανον όπου εγνωρίσθησαν με ένα πορφυροβαφέα ονόματι Κορώβιον, όστις τοις είπεν ότι παρασυρθείς υπό των ανέμων υπήγεν εις την Λιβύαν και εις την νήσον της Λιβύας Πλατέαν.

Οι εις Δίστομον δεν εκινήθησαν κατά του εχθρικού στρατοπέδου, διότι ο πεζοδρόμος δεν υπήγεν εν καιρώ να τους γνωστοποιήση την παραγγελίαν του Καραϊσκάκη· ελυπήθησαν μεγάλως διότι δεν ηδυνήθησαν να συμπράξωσιν εις έν σχέδιον, το οποίον έμελλεν ίσως να επιφέρη τον όλεθρον του εχθρού.

Θα το ιδούμεν, αν είναι αληθινή βασιλοπούλα, είπε μέσα της η γραία βασίλισσα, και υπήγεν εις το κρεβάτι, το οποίον ητοίμαζαν διά την νέαν, και εσήκωσεν όλα τα στρώματα, και έβαλεν εις τα σανίδια του κρεβατιού έν ρεβίθι, και αφού έστρωσεν απ’ επάνω είκοσι στρώματα και είκοσι πουπουλένια παπλώματα, επροσκάλεσε την βασιλοπούλαν να κοιμηθή. Την αυγήν την ηρώτησαν πως εκαλοκοιμήθη.

Ιδέ το τι ωραία κινεί τα ποδάρια του, και πώς κρατεί υψηλά την κεφαλήν του. Είναι ιδικόν μου παιδί και αυτός· και μα την αλήθειαν, δεν είναι άσχημον το καϋμένο! Κουά, κουά, έλα μαζή μου να σου δείξω τον κόσμον, και να σε παρουσιάσω εις τον ορνιθώνα. Έλα κοντά μου διά να μη σε πατήση κανείς, και πρόσεχε την γάταν. Και υπήγεν η πάπια εις τον ορνιθώνα με όλην την συνοδείαν της.

Η βασιλοπούλα ευθύς τον επήκουσε· και την ακόλουθον ημέραν δεν έλειψε που να υπάγη εις αυτόν η οποία εμβαίνοντας ελεύθερα εις τον Μενδρεσέ υπήγεν εις μίαν μεγάλην σάλαν, και εκεί την εδέχθη ο Δερβύσης με μεγάλην σοβαρότητα.

Ο Καλάφ περίεργος διά να ιδή ένα τέτοιον θάνατον, εβγήκεν από το σπήτι του, και υπήγεν εις την αυλήν του βασιλέως, εκεί που έμελλον να θανατώσουν το βασιλόπουλον.

Αλλ' η θεια-Αννούσα ως να επεριπατούσεν εν τω χωρίω της, ως να εκάθητο εν τω οικίσκω της, ή και εις τον φούρνον ακόμη, περιμένουσα να φουρνίση, έλεγε τι έπαθε μια φορά που πήγε ν' αργολογήσητο αμπέλι τον Μάιον και ηύρε μια φωλιά με οχιαίς, κ' αυτή ενόμισε πως ήσαν μισιργούδια, κ' επήγε να τα πιάση, και μόνον πώς δεν την δάγκασαν· και όταν πάλιν το κύμα της άρπαξε δυο σινδόνια, που πήγε μία φορά να λευκάνητο Ξάνεμο, και μόνον που δεν επνίγηκεν έως να τα πιάση· πώς υπήγεν, ένα κοντόγιορτο, 'ς το Κάστρο, να λειτουργήση, 'ς τον Άη Γιάννη, και ξέχασεν από την βίαν της την λειτουργία, κ' ελειτούργησε, λέει, ο παππάς με ψωμί . . .