United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ένα πρωί, καθώς χάραζεν η αυγή, ένας φρουρός κατέβηκε λαχανιάζοντας από τον πύργο του, κ' έτρεξε στης σάλλες φωνάζοντας: «Άρχοντες, πολύ κοιμηθήκατε: Σηκωθήτε, ο Ριόλ έρχεται να κάνη επίθεσιΙππότες και αστοί ωπλίστηκαν κ' έτρεξαν στα τείχη: είδαν στον κάμπο να λάμπουν η περικεφαλαίες, να κυματίζουν η τριγωνικές σημαίες των ιπποτών, κι' όλον το στρατό του Ριόλ που προχωρούσε σε καλή τάξι.

Σηκωθήτε όλοι να τον καρτερέσετε στην αυλή.. Μην του πήτε πως είμαι του θατανά και σκανιάση... Πέτε του ότ' είμαι λιγάκι άρρωστη... Ότι με πονεί το κεφάλι...... Όχι, όχι.! Πέτε του καλύτερα, ότι χτύπησα στο ποδάρι και για αυτό δεν μπόρεσα να βγω να τον καρτερέσω.... Μη βγαίνετε όμως όλοι έξω... Ας μείνουν κι' ένας-δυο μέσα μ' εμένα, γιατί φοβούμαι να μείνω μοναχή μου...

Μη μου ζητήτε να τα 'πώ, πηγαίνετε, ιδέτε, και έπειτα λαλήσετε. Ξυπνήστε! Σηκωθήτε! Σημάνετε το σήμαντρον! Ω! Φόνος! Προδοσία! Ξυπνήστε, Βάγκε, Δοναλβαίν και Μάλκολμ! Σηκωθήτε, τινάξετ' απ' επάνω σας τον ήσυχον τον ύπνον, — τον θάνατον τον ψεύτικον, — κ' ελάτ' εδώ να ιδήτε τον θάνατον αληθινόν! Ξυπνήστε, σηκωθήτε της τελευταίας Κρίσεως να ιδήτε την εικόνα! Ελάτε! Μάλκολμ, Δοναλβαίν και Βάγκε!

Όσο πιο γλίγωρα μπορείτε σηκωθήτε της ικεσίας πέρνοντας μαζί τις δάφνες. Κι άλλος εδώ τον λαόν του Κάδμου ας συμμαζέψη. Εγώ ό, τι δυνατόν θα επιτελέσω, κ’ έτσι ή ευτυχισμένοι ή δυστυχείς θενά γενούμε. ΙΕΡΕΥΣ Ω τέκνα, ας εγερθούμε, γιατί πλέον εκείνα που να ζητήσωμε ήλθαμε μας υπεσχέθη και ο Φοίβος που μας έστειλε τους θείους χρησμούς του βοηθός ας έλθη και σωτήρ στην πόλι ετούτη. Στροφή α΄

Ποία είναι; Πούθ' έρχεται; Κοντά στον Τριστάνο, η Ιζόλδη με τα Λευκά Χέρια, τρελλή από το κακό που η ίδια είχε κάνει, χτυπιώτανε με μεγάλες φωνές απάνω από το πτώμα. Μπήκε η άλλη Ιζόλδη και της είπε: «Σηκωθήτε, κυρία, κι' αφήστε με να πλησιάσω. Έχω πειο πολλά δικαιώματα να τον κλάψω, πιστεύτε με. Πειο πολύ τον αγάπησα». Γύρισε κατά την ανατολή και παρακάλεσε το Θεό.

Σηκωθήτε, ωσάν να εσηκόνεσθε μέσ' απ' τα σάβανά σας, ωσάν νεκροφαντάσματα ελάτ', αυτήν την φρίκην να την ιδούν τα 'μάτια σας! — Τα σήμαντρα κτυπάτε! ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Τι τρέχει, και το σήμαντρον με την φρικτήν κραυγήν του μας κράζει απ' τον ύπνον μας όλους εδώ; Ομίλει. ειπέ! ΜΑΚΔΩΦ Καλή Κυρία μου, δεν είναι να τ' ακούσης εκείνο πώχω να ειπώ· ο ήχος του σκοτόνει, αν έμβη εις γυναικός αυτί.

Υμείς δε κρίνετε τώρα με ποίαν εξ ημών των δύο ήτο προτιμότερον εις αυτόν να συναναστρέφεται. ΕΡΜ. Λοιπόν μη βραδύνετε, αλλά ψηφοφορήσετε• σηκωθήτε. Έχομεν και άλλους να εξετάσωμεν. ΔΙΚ. Η Ακαδημία έλαβεν όλας τας ψήφους εκτός μιας. ΕΡΜ. Διόλου παράδοξον ότι ευρέθη και ένας με το μέρος της Μέθης. Καθήσετε τώρα όσοι εκληρώθητε διά να δικάσετε την διένεξιν της Στοάς και της Ηδονής περί του εραστού.

Ας το πουν, ας το πουν τα κορίτσια. Καλό θα της κάμη, κυρ Κωσταντή, καλό θα της κάμη. Κορίτσ. Ανοίξαν οι εφτά ουρανοί, τα δώδεκα Βαγγέλια, Και πήραν το παιδάκι μου από τα δυο μου χέρια. Γαρουφ. Έτσι να σας περεχούν οι καλοτυχιές, χρυσή νυφούλα, και διαμαντένια Δέσπω, κι αργυρέ Κωσταντή. Σηκωθήτε πια κ' ήρθ' η ώρα. Στο καλό και να μας πολυχρονίσουνε.