United States or Comoros ? Vote for the TOP Country of the Week !


Του Νοταρά τον όλεθρον και όλων των προμάχων της πατρίδος μας να περιγράφη ολοζώντανα, και την αιχμαλωσίαν και ταπείνωσιν παρθένων φημισμένων και καλογραιών. Και την βοήν την φοβεράν που εβόυζεν η σφαζομένη Πόλις η Επτάλοφος. «Πήραν την Πόλιν! Πήραν την

Ο ρώσσος είχεν ευτυχώς εις την οδοιπορικήν του πήραν δίπυρά τινα της Οδησσού, τα οποία εμοιράσαμεν αδελφικώς ως και το περιεχόμενον φιαλιδίου κονιάκ.

Και μόνο σαν ήρθανε στην Ήλιδα οι ΒισιΓότθοι ξαναντάμωσαν το Στηλίχωνα, ξαναγυρισμένο από την Ιταλία. Τους έζωσε κάπου, σιμά στο όρος της Φολόης, μα αντίς να τους χτυπήση, τους ξανάφησε και πήραν το δρόμο τους, και μεταγύρισε στην Ιταλία. Λίγο κατόπι ξαναφυτρώνει ο Αλαρίχος στη Νέα Ρώμη, και διορίζεται τέλος πάντων Πρωτοστράτηγος του Ιλλυρικού.

Και τότες τον ξεσκούφωσαν, του πήραν και τ' ολόϊσο κοντάρι, τη λυκοπροβιά, το λυγιστό δοξάρι· αφτά τα σήκωσε αψηλά ο θεϊκός Δυσσέας 460 στην Αθηνά τη λαφυρού κι' έτσι είπε με καμάρι «Πάρ' τα με γιά σου αφτά, θεά· τι εσύ πιο πρώτα απ' όλους τους Ελυμπήσους δώρα μας θα λάβεις. Μα και πάλι οδήγα μας, θεά, ως εκεί που πέζεψαν οι Θράκες

Ό τι από μέσα της βγάζει του αθρώπου η ψυχή, ό τι μας φανερώνει την αθρώπινη ύπαρξη κ' ενέργεια, μοιάζει με το λουλούδι. Η επιστήμη θα προσπαθήση να μάθη από πού πήραν τα φύλλα τωραίο τους χρώμα, πώς αναπνέουν τα ρόδα και πώς αγαπούν της ζωής των το μυστικό πολεμά να καταλάβη και να μας πη.

Στην Ελλάδα πήραν τη λέξη. Πώς την είπαν; Το φοκόλ, του φοκόλς όχι! Τόκλιναν αμέσως, σα να είταν κανένα γραικικό, αρχαίο όνομα, και το είπαν το φοκόλο, τον φοκόλου, όπως λεν τάλογο, του αλόγου, το δώρο, του δώρου. Από κει βλέπουμε που ο λαός πάντα θυμάται και ξέρει το κλιτικό σύστημα της αρχαίας για τα ουδέτερα.

Πίσω, στο ένα πλάγι, διέκρινα χρυσοσέλωτο το άσπρο άτι, που επήγαν για τον Δεσπότη· μα όσο και αν εκόντευε, Δεσπότης δεν εφαίνετο επάνω του. Βγα! είπα με τον νου μου, και άρχισα να πλησιάζω ανήσυχη και βιαστική. — Φεύγα, κυρά! εφώναξε τότε έν' από τα παιδιά, που έτρεχαν εμπρός εμπρός με τα γιορτερά τους. Φεύγα πίσω, γιατ' έρχεται τ' ασκέρι! Ακούς έκοψαν τον σιδερόδρομο και μας πήραν τον Δεσπότη!

Πού καθώς έτρεχε ίσα ομπρός, του ρήχνει ο αντριωμένος Διομήδης, μα δεν πέτυχε, παρά τον αμαξά του τον Ηνοπιά, τ' αράθυμου Θηβαίου γιο, καρφώνει 120 μπρόστηθα, στο βυζί κοντά, ενώ οδηγούσε τ' άτια. Κι' όξω απ' τ' αμάξι κύλησε, πήραν και δρόμο πίσω τα γλήγορα άτια, κι' έμεινε νεκρός εκεί στον τόπο.

Έφερε τας αίγας του έως τα πρόθυρα του σχολείου, εισήχθη εις το πρακτορείον των Χαλασοχώρηδων, είτα ευθύς μετέβη εις τον τόπον της εκλογής, κρατών και την πήραν του ανηρτημένην υπό την αριστεράν μασχάλην, μόλις πεισθείς ν' αφήση την μαγκούραν του έξω της θύρας.

Κ' έτσι έγινε στρατηγός ο Θεοδορίχος αντίς το Θοδορίχο. Ο Θοδορίχος ως τόσο είταν τώρα ως τη Μακεδονία πηγαιμένος. Φοβέριζε μάλιστα και τη Θεσσαλονίκη, κι απάνω στην ανησυχία τους οι Θεσσαλονικιώτες τα βάλανε με τον έπαρχο, πήραν τα κλειδιά της χώρας από τα χέρια του και τάδωσαν του δεσπότη, σημάδι κι αυτό πως σε κάθε ρωμαίικο κέντρο ο λαός δεν έπαιζε σαν δεν μπιστεύουνταν τους αρχηγούς του.