United States or Saint Barthélemy ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις την είσοδον ο φρουρός εκατόνταρχος προσεμειδίασεν αυτώ φιλικώς. — Χαίρε, ευγενή τριβούνε! είπε: Εάν η επιθυμία σου είναι να υποβάλης τα σέβη σου εις τον Καίσαρα, ακαίρως έρχεσαι, και δεν ηξεύρω μάλιστα αν θα δυνηθής να τον ίδης. — Τι συμβαίνει; ηρώτησεν ο Βινίκιος. — Η μικρά Αυγούστα ησθένησεν αιφνιδίως. Ο Καίσαρ και η Αυγούστα ευρίσκονται πλησίον της μετά ιατρών.

Κατηνάλισκε τον περισσότερον χρόνον γράφων δεξιά και αριστερά, νουθετών και παρορμών διά την πρόοδον και βελτίωσιν των κοινοτικών πραγμάτων Ιωαννίνων και του Συρράκου και εξυπηρετών τα γενικά εθνικά συμφέροντα της Ηπείρου. Και ότε πάλιν, κατά το έτος 189697 επρόκειτο να εκραγή ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος, ο Κρουστάλλης έμεινεν ακοίμητος φρουρός της εξυπηρετήσεως των εθνικών συμφερόντων.

Μόνος ο πηδαλιούχος, κουκουλωμένος ακόμη με τον χειμερινόν μουσαμάν του, ίσταται παρά το πηδάλιον, και ο φρουρός της πρώρας, ανάψας το εικοστόν σιγάρον κατά την τετράωρον βάρδιάν του, βρεγμένος ακόμη με τον κηρωτόν μουσαμάν του, φρουρεί. Τα πανιά! όλα επάνω τώρα. Και ο μοναχογυιός κόντρας ο λεπτοκαμωμένος, ο γαλαζοαίματος.

Ο Δούκας Χοέλ και ο Καερδέν παρέταξαν αμέσως τα πρώτα τμήματα των ιπποτών, μπρος στης πόρτες των τειχών. Άμα έφθασαν σε απόστασι τόξου, σταμάτησαν τάλογα, με τα κοντάρια χαμηλωμένα, ενώ σαν βροχή του Απρίλη έπεφταν απάνω τους τα βέλη. Ο Τριστάνος ωπλιζότανε κι' αυτός με κείνους που τελευταία είχε ξυπνήσει ο φρουρός.

Εκάθισεν επί λίθου αντικρύ το φρουρού και δεν εσάλευεν. Όσον διά τον Σκούνταν, ούτος ίστατο μακρόθεν εις το σκότος και δεν εσκέπτετο να πλησιάση. Ο φρουρός, ιδών την παράδοξον επιμονήν του Μάχτου, επλησίασε και τω είπε·Τι θέλεις; Δεν μου λες; Ο Μάχτος απεπειράθη να λαλήση, αλλά τα δάκρυα έπνιξαν την φωνήν του. Ο στρατιώτης τον ελυπήθη έτι μάλλον.

Αλλ' επειδή το αυτό επανελήφθη και τρίτην φοράν, τότε ως εξ' εμπνεύσεως της Θεοτόκου έκτισαν οι Πατέρες το ολόχρυσον αυτό Παρεκκλήσιον αμέσως μετά την είσοδον της Μονής κατέναντι της Μεγάλης Πόρτας και ενεθρόνισαν αυτήν εν αυτώ, ήτις έκτοτε παραμένει εκεί φρουρός και φύλαξ και μυστηριώδης της παμμεγίστης αυτής Μονής πορτάρισσα.

Ήτο εκεί και ο όσιος Ποιμήν ο ασκητής, με το λόγιόν του «ο Ποιμήν τέκνα ουκ εγέννησε», και με την απάντησίν του εις τον Ανθύπατον, προκειμένου περί ζωής ή θανάτου του αθώου ανεψιού του: «Ει μεν εύρης ένοχον, κόλασον αυτόν· ει δε αθώον, ως θέλεις πράξον». Ήτο και αυτός εκεί, προστάτης ουδέν ήττον και φρουρός των ακάκων κουττών παιδίων.

Ο αρχηγός μας είνε πολύ τίμιος άνθρωπος. Και η γυναίκα του είνε καλής ψυχής. — Σ' ευχαριστώ, είπεν ο Μάχτος. Και ο φρουρός απεμακρύνθη. Εν τούτοις ο Μάχτος έμεινε καρτερικώς μέχρι της πρωίας εις την θέσιν του. Ότε ανέτειλεν η ημέρα, ο αυτός φρουρός, αφού αντικατασταθείς εκοιμήθη και εξηγέρθη, τον είδε, τον ανεγνώρισε και τω είπεν·Ακόμα εδώ είσαι; — Έφυγα, απήντησεν ο νέος, και πάλιν ήλθα.

Είπε δε τούτο συστελλόμενος να είπη την αλήθειαν, ήτις θα εφαίνετο αλλόκοτος εις πάντα άνθρωπον. Παρήλθεν ολίγος χρόνος, και ο φρουρός ηναγκάσθη να τω είπη φιλικώς·Τώρα δεν ειμπορείς να μένης εδώ, καθώς έμεινες την νύκτα, διότι είνε σταθμός, και θα σου το απαγορεύσουν. Πήγαινε, και σου υπόσχομαι, ό,τι μάθω, να σου το είπω διά την αδελφήν σου. — Θα την μεταφέρουν απ' εδώ σήμερον;

— Ω, αχ, έκαμεν ο Μάχτος. — Διά μίαν αδελφήν; επανέλαβεν ο φρουρός. — Ναι, δι' αδελφήν, είπεν ο Μάχτος. — Σε λυπούμαι, φίλε μου, είπεν ο φρουρός. Και εκινήθη όπως απομακρυνθή. Ο Μάχτος τον εκράτησεν εκ της χειρίδος του χιτώνος. — Στάσου, είπε. — Τι θέλεις; — Ειξεύρεις πού θα την πάγουν; ηρώτησεν ο Μάχτος, λησμονήσας ότι την αυτήν ερώτησιν απηύθυνεν αρτίως ο φρουρός προς αυτόν.