United States or New Zealand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έπειτα ακούστηκαν βήματα, φωνές. Η αυλή γέμισε κόσμο. Η Νοέμι είδε πλάι της το αγόρι με το πρόσωπό του χλωμό και ορθάνοιχτα τα μεγάλα του μάτια. Έσφιγγε στο στήθος το ακορντεόν σαν να ήθελε να προφυλαχτεί από κάποια επίθεση και του είπε στο αυτί: «Τρέξε. Πήγαινε να φωνάξεις τον Έφις». Κεφάλαιο δέκατο Η ντόνα Ρούθ έφυγε και σκιές και σιωπή τύλιξαν πάλι το σπίτι.

Ο Έφις δεν απάντησε∙ έκλεισε τα μάτια, έκλεισε με το χέρι το αυτί, αλλά η φωνή του παιδιού βούιζε μες στο σκοτάδι και του φαινόταν να είναι εκείνη η ίδια η φωνή των πνευμάτων του παρελθόντος.

Τη γλώσσα που και τα συστατικά έχει, και γραφτό της είναι να δώση το υλικό για τη φιλολογία την εθνική. Να σου πω τώρα και κάτι στ' αυτί πρι να σηκωθούμε. Να είχαμε καιρό, και να μη φοβούμουν τα γερατειά, θα σ' έπαιρνα μαζί μου ως το Παρίσι. Εκεί θα σανέβαζα σ' ένα σπίτι, στου Ταξιάρχη τη συνοικία. Θα μπαίναμε, και θα βλέπαμε τοίχους από βιβλία ολοτρόγυρα.

Τόρα ο διάβολος άρχισε να ξυή το αυτί του. Μωρέ, λέγει, και άλλο μασκαραλίκι να πάθω! Γιατί ναι πειράζει τους ανθρώπους συχνά· μα κ' εκείνοι κάποτε του σκαρώνουν δουλειές που κλειέται για μήνες καταντροπιασμένος στη φωλιά του. Μια φορά έρριξαν στον δρόμο μια σκούφια Κεφαλλωνίτικη κ' έσπασε το κεφάλι του για να καταλάβη τι είνε.

Ήσαν και οι πέντε υψηλοί, φραγκοφορεμένοι, ηλιοκαείς, με υψηλά καπέλλα, τα οποία εφόρουν όλοι τόσον στραβά, ώστε το αριστερόν ωτίον εκαλύπτετο όλον, και μόνον το δεξιόν ήτο ορατόν, ελευθέρως αναπτυσσόμενον. Τούτο ιδών είς των εντοπίων, θέλων να ευφυολογήση ακαίρως λίαν, είπεν ότι και οι πέντε ήσαν «μ' έν' αυτί».

Αλλά, κύριε, είπα κραυγάσας εις το αυτί του, μου ομιλήσατε ολίγον προ του γεύματος περί του κινδύνου, όστις προέκυπτεν από το παλαιόν σας σύστημα, το πράον. Ποίος είναι ούτος λοιπόν; — Μάλιστα, απήντησεν, υπήρχον ενίοτε αληθείς κίνδυνοι.

Με μιαν απαντοχή, σα να κρεμότανε όλη η μελλόμενη ζωή μου από τα λόγια της, πλησίασα το αυτί μου απάνω στο στόμα της. Εκεί άκουσα τη φωνή της. Ερχότανε από τόσο μάκρος, όπως δεν άκουσα ποτέ φωνή. Είτανε τόσο αδύνατη, που μόλις μπορούσα να την ξεχωρίσω. Δεν είταν αυτή πια, είτανε το πνεύμα της που μιλούσε.

Συνειθισμένος απ' αυτά, σαν εκαρτέρεσα βουβός τόσην ώρα και δεν ακουρμάστηκα πουθενά κράχτην, απετάχτηκα στην κρεββάτα. Πίσα το σκοτάδι όξω και το κρύο φαρμακερό. Στηλώνω τ' αυτί κι' ακαρτερώ κι' εκεί ολόρθος ωσάν μαρμαρωμένος. Δεν άκουσα τίποτε ο μαύρος. Ως που μ' ανάγκασαν η φωνές της μανούλας μου να μπω μέσα να μην παγώσω.

Το μάτι της Παυλίνας έπεσε άθελα απάνω στο λησμονημένο παιγνίδι. Της φάνηκε πως το στήθος της κούκλας σάλευε απαλά και ρυθμικά, σα ν' ανάσαινε. Τι τρέλλα! Πήγε κοντά της κ' έσκυψε το μικρό της αυτί απάνω στο κερένιο στήθος. Κάτι τι κτυπούσε μέσα, σαν καρδιά. Γέλασε με την τρελλή φαντασία της και, τραβώντας τη χρυσή καρφίτσα απ' τα μαλλιά της, τρύπησε το κερένιο στήθος απάνω στο μέρος της καρδιάς.

Τώρα, αν μου υποσχεθής ότι δεν θα με διακόπτης έτσι συχνά, θα σου διαβάσω το άρθρο μου. ΚΥΡΙΛΛΟΣΘα σ' ακούω όλος αυτί. «Η παρακμή της ψευδολογίας.