United States or Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σαν έτσι πάντα σπάραζε τον Έχτορα από πάθος. 22 Μα τέλος πια η δωδέκατη σαν ήρθε χρυσαβγούλα, 31 τότ' είπε μέσα στους θεούς του Δία ο γιος ο Φοίβος «Χάρη δεν ξέρτε ή πόνεση, θεοί!

Και άμ' άκουσ' ότι εκτύπησαντο μέγαρον εκείνον η Πηνελόπ' η φρόνιμη, 'ς το μέσ' είπε των δούλων• «Όμοια και σένα ο τοξευτής ο Φοίβος να κτυπήση». κ' ευθύς τότε η κελλάρισσα της είπεν, η Ευρυνόμη• 495 «Αν πιάσουν η κατάραις μας, τότ' απ' αυτούς κανένας να ίδη την καλόθρονην Ηώ δεν θα προφθάση». και η Πηνελόπη η φρόνιμηεκείνην αποκρίθη• «Όλ' είν' εχθροί, μητέρα μου, αφού κακό μας θέλουν• αλλ' είν' ο Αντίνοος μάλιστα ταίρι του μαύρου χάρου• 500το δώμα ξένος δύστυχος, όπως τον βιάζ' η χρεία, γυρίζει και ψωμοζητεί, κ' ιδού του δώσαν όλοι οι άλλοι και τον φόρτωσαν με δώρα• εκείνος μόνος με το σκαμνί τον κτύπησετου ώμου δεξιού την άκρη».

Είπε, και σιώντας τίναξε το φράξινο κοντάρι και βρήκεδεν απότυχεκατάκορφα, τραβώντας 350 στην κεφαλή· μα οχ το χαλκό αλάργεψε ο χαλκός του δίχως να φτάσει ως στο πετσί, τι αμπόδισε το κράνος, χουνήσο κράνος τρίδιπλο, που τούχε δώσει ο Φοίβος. Οργιές εφτύς πισώτρεξε ο Έχτορας και μπήκε μες στο σωρό, κι' εκεί έπεσε στα γόνατα, ακουμπώντας 355 το χέρι χάμου, και το φως του θόλωσε στα μάτια.

Κι' ενώ τ' ανάδεβε, να! εκεί προβάλλει ομπρός του ο Φοίβος, 715 μιασμένος μ' άντρα δυνατό, τον Άση τον ξεστήθια, πούτανε θιός του, αφτάδερφος της σεβαστής Εκάβης, και τ' αρχηγού του Δύμα γιος που στης Φρυγιάς τα μέρη βασίλεβε, τριγύρω εκεί στου Σαγγαριού το ρέμα· έτσι μιασμένος τότε ο γιος τούπε του Δία, ο Φοίβος 720 «Κρίμας τη φήμη σου, Έχτορα!

ΞΟΥΘΟΣ Πατέρας σου πως είμαι και συ γυιός μου. ΙΩΝ Ποιός είπε τούτο; ΞΟΥΘΟΣ Το είπε αυτός, που σ'έθρεψεν εσένα, ενώ δικός μου ήσουνα• το είπεν ο Λοξίας. ΙΩΝ Δεν έχεις άλλο μάρτυρα από τον εαυτό σου ΞΟΥΘΟΣ Το λέω, αφού τώμαθα από του Λοξία τους χρησμούς. ΙΩΝ Ακούοντας λόγια στρυφνά έκαμες λάθος. ΞΟΥΘΟΣ Τάχα λόγια σωστά δεν άκουσα; ΙΩΝ Κι' ο Φοίβος τι σου είπε; ΞΟΥΘΟΣ Πως όποιον απαντήσω εγώ. . .

Κι' ο Φοίβος ένα φάντασμα σοφίστηκε, όμιο σ' όλα με τον Αινεία, και μ' αφτόν και στ' άρματα το ίδιο, 450 κι' ολόγυρα στο φάντασμα οι Δαναοί κι’ οι Τρώες τρυπούσαν τις βοϊδόπετσες στρογγυλωτές ασπίδες, και τις φτερόλαφρες προβιές στα στήθια ο ένας τ' άλλου.

Κι' εκεί που τον κυνήγαε αφτός στο σταροβγάλτη κάμπο, λίγο ενώ ομπρός του ξέτρεχεκαι τον γελούσε ο Φοίβος με τέχνη, που έτσι να θαρρεί πως θα τον πιάσει πάντα605 τότες φεβγάλα οι Τρώιδες φτάνουν σωρός στο κάστρο χαίροντας πια, και γιόμισε το κάστρο τρυπωμένους.

ΚΡΕΟΥΣΑ Όπου στο βράχο κατοικεί τον εληοφυτεμένο. ΙΩΝ Σαν λόγια σκοτεινά μου λες, σαν μπερδεμένα λόγια. ΚΡΕΟΥΣΑ Ο Φοίβος, μέσα στη σπηληά όπου λαλούν ταηδόνια. . .. ΙΩΝ Γιατί το Φοίβο μελετάς; ΚΡΕΟΥΣΑ Μ' εμέ κρυφοκοιμήθη. ΙΩΝ Τι δόξα είν' αυτή που λες για μένα κ' ευτυχία! ΚΡΕΟΥΣΑ Κι' όταν εγύρισε ο καιρός στο δέκατο το μήνα εκεί εκρυφογέννησα εσέ, παιδί του Φοίβου.

Ατρείδη, θα ποδίσομεν εμείς, νομίζω, τώρα, Κι' οπίσω θα γυρίσομεν, αν φύγομεν τον Χάρον· Ότ' ο λοιμός, κι' ο πόλεμος τους Αχαιούς δαμάζει. Έλ' ας 'ρωτήσωμέν τινα μάντιν, ή ιερέα, Να 'πη τι τόσον θύμωσεν ο Φοίβος ο Απόλλων; Μη μέμφεται για τάξιμον; Ή μη για εκατόμβην; Ή μήπως θέλει λίπ' αρνιών, ή και γιδιών τελείων Να λάβη, κ' ύστερ' το κακόν να μας τ' απομακρύνη; Έτσ' είπ' αυτός· και κάθησε.

Γιατί αν δεν επρόσταζεν ακόμη ο Φοίβος την πόλιν να εξαγνίσωμεν από το κρίμα, πάλι κακό θε νά ’τανε, αφού κ’ εχάθη μεσ’ στους ανθρώπους ο άριστος των Θηβαίων ο άναξ, ν’ αφήσωμε ανεκδίκητον τον σκοτωμό του.