United States or Belgium ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΚΡΕΟΥΣΑ Ως εδώ η ευτυχία φθάνει, ω άγνωστε, μα δεν τραβά κι' ακόμη παρά πέρα. ΙΩΝ Αυτά που λεν' οι άνθρωποι αληθινά είνε τάχα; Πες μου, για όνομα θεού! ΚΡΕΟΥΣΑ Για ποιό ρωτάς, ω ξένε; πες μου να μάθω. ΙΩΝ Απ' τη γη εβγήκε του πατέρα σου ο πρόγονος; ΚΡΕΟΥΣΑ Αληθινά• ο Ερεχθόνιος ήταν αλλά το γένος τι ωφελεί; ΙΩΝ Η Αθηνά τον έβγαλεν από τη γη;

ΚΡΕΟΥΣΑ Έμεινε κάποια φίλη μου μητέρα με το Φοίβο. ΙΩΝ Μητέρα με το Φοίβο! μπα! μη λες το λόγο τούτο. ΚΡΕΟΥΣΑ Κι' απ' τον πατέρα της κρυφά είχε παιδί γεννήση. ΙΩΝ Αδύνατο• κάποιου θνητού αδίκημα έχει κρύψη. ΚΡΕΟΥΣΑ Όχι• την έπαθε σωστή τη συμφορά που λέει. ΙΩΝ Και ύστερα τι έκαμε, που το θεό εγνώρισε; ΚΡΕΟΥΣΑ Έρριψε το παιδάκι της από το σπίτι μακρυά.

ΚΡΕΟΥΣΑ Γέρο, που του πατέρα μου ήσουν' παιδαγωγός του Ερεχθέως μια φορά, που ήταν στο φως ακόμα, σύρε στον τόπο του θεού που δίνει τους χρησμούς του, να πάρης ευχαρίστησι και συ μαζύ μ' εμένα, αν τύχη και ο βασιληάς Λοξίας αποκρίθη με το χρησμό του, πως παιδιού μητέρα θα γενώ.

ΚΡΕΟΥΣΑ Τίποτα• εξεθύμωσα•γι' αυτό κ' εγώ σωπαίνω, και συ να μάθης μη ζητάς. ΙΩΝ Ποιά είσαι; πούθεν ήλθες; πατέρας ποιος σ' εγέννησε και ποιό είνε τόνομά σου που πρέπει να σου λέμ'εδώ; ΚΡΕΟΥΣΑ Κρέουσα μ' ονομάζουν, ο Ερεχθεύς μ' εγέννησε, πατρίδα μου η Αθήνα. ΙΩΝ Ω συ, όπου στην ένδοξη την πόλι κατοικείς, και που γονειοί σ' ανέθρεψαν γενναίοι, ω γυναίκα, πως σε θαυμάζω!

Κι' όμως αυτός κ' η Κρέουσα με το να μείνουνε καιρό χωρίς παιδί, και θέλοντας για ν' αποχτήσουν ένα, εις το Μαντείο ήρθανε του Απόλλωνος κ' οι δυο. Φαίνεται πως δεν ξέχασε το γυιό του ο Λοξίας, κι' αυτόν το δρόμο έδωκε μονάχος του στην τύχη.

ΚΡΕΟΥΣΑ Παιδί μου! πειο αγαπητό κι' από το φως του ήλιου, συγγνώμη ας δώση ο θεός. . . στην αγκαλιά μου σ' έχω, — ανέλπιστο ευτύχημα! — εσέ που σε θαρρούσα κάτω απ' τη γη, στους σκοτεινούς της Περσεφόνης τόπους ΙΩΝ Αγαπημένη μάννα μου! ο γυιός σου ο πεθαμμένος δεν πέθανε, και βρίσκεται στην αγκαλιά σου τώρα.

ΚΡΕΟΥΣΑ Ώ συ, αιθέρα μου λαμπρέ, άπειρε! ποία λόγια να σου φωνάξω; από που η ανέλπιστη ηδονή μου έρχεται αυτή, και ποιος θεός τέτοια χαρά μου δίνει; ΙΩΝ Τα εφαντάσθηκα όλα αυτά, μητέρα μου, και πρώτα, προτού ακόμα μάθω εγώ πως είμαι γυιός δικός σου. ΚΡΕΟΥΣΑ Αχ, τρέμω από το φόβο μου. ΙΩΝ Δεν έχεις τώρα εμένα; ΚΡΕΟΥΣΑ Τόσος καιρός επέρασε χωρίς καμμιάν ελπίδα.

Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Πριν μάθουμε, — ΚΡΕΟΥΣΑ Ποιά είδησι λοιπόν να μάθω πρέπει; Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Αν ίσως και ο άνδρας σου θα μοιρασθή μαζύ σου τη λύπη, ή μονάχα εσύ θα βγης δυστυχισμένη. ΧΟΡΟΣ Σε κείνον έδωκε παιδί, ω γέροντα, ο Λοξίας, κ' είνε μονάχος του ευτυχής χωρίς κι' αυτή να ήνε. ΚΡΕΟΥΣΑ Αυτά που είπες φθάνουνε να βαρειαναστενάζω για το μεγάλο το κακό.

Αφίνω τώρα το βωμό, και πρέπει να πεθάνω. Σφάχτε με, αλλά τίποτα δεν κάνετε με τούτο• εγώ το κάνιστρο κρατώ και τούτα τα κρυμμένα. ΙΩΝ Κ' αυτό δεν είναι πονηριά, με λόγια να με μπλέξη; ΚΡΕΟΥΣΑ Όχι! 'ς εσέναν' εύρηκα αγαπημένο φίλο. ΙΩΝ Φίλος σου εγώ, που θέλησες να με κρυφοσκοτώσης; ΚΡΕΟΥΣΑ Γυιός μου, αν είν' ο γυιός γλυκύς γι' αυτούς που τον γεννάνε.

Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Πρέπει εδώ να σκοτωθή για ν' αρνηθής το φόνο. ΚΡΕΟΥΣΑ Αχ! από τώρα αισθάνομαι την ηδονή του φόνου! Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Και δεν θα νοιώση ο άνδρας σου το μυστικό πως ξέρεις.