United States or Mexico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε καιτα καλόκτιστα δώματα ευθύς εμπήκε, κ' εδιάβηκε το μέγαρο προς τους λαμπρούς μνηστήραις. 325 αλλά τον Άργον ηύρηκε του μαύρου χάρου η μοίρα, άματον χρόνον εικοστόν είδε τον Οδυσσέα.

Έχει προ αυτού αριστερά μεν κυαθίσκον μαύρου καφέ, όπου βουτά μηχανικώς τεμάχιον άρτου, δεξιά δε φύλλον χαρτίου λευκού, εφ' ου, διακόπτων το λιτόν αυτού πρόγευμα, χαράσσει εκ διαλειμμάτων ολίγας λέξεις.

Η Μπήλιω, φορούσα στενόν εκ ριγωτού αλατζά φουστάνι, τραγίνην γκιούρντα, φακιόλι εκ κίτρινου ανοικτού χρώματος εις την κεφαλήν, κάλτσες κεντιστές εκ κοκκίνου και μαύρου μαλλιού και χονδρά πλατέα πασουμάκια εις τους πόδας, εξήλθε του μανδρίου ευθύς, κρατούσα εν τη δεξιά υψηλήν, δύο και ήμισυ μέτρων, αγκλίτσαν. — Καλώς τα κάνετε· είπεν ο Δημήτρης, συνηθισμένος εις την βλαχικήν προφοράν.

Είχε καταλαδωθή ολόκληρος από κεφαλής μέχρι ποδών. Διά τούτο αι φουσκωμέναι παρειαί του εγυάλιζαν πάντοτε, ο μύσταξ του ήτο στιλπνότατος ως από μύρων, και όταν αφήρει εν τω ναώ τον προσφιλή γιωργούλην του, το κωνικόν πλεκτόν κάλυμμα, η κόμη του μαύρη- μαύρη απήστραπτεν εκ της στιλπνότητος, ως πτέρωμα μαύρου πτηνού.

Εμπρός επί του στήθους της του παρθενικού, υπό τας πτυχάς του μαύρου ράσου, διεφαίνοντο τα Σχήματα της μοναχής, μέγας ερυθρός σταυρός με την Λόγχην και τον Σπόγγον ένθεν και ένθεν εν σχήματι τριγώνου, έχοντος προς τα κάτω την κορυφήν, όπου ήτο κεντημένον, ερυθρόν και αυτό, το γυμνόν κρανίον του Αδάμ. Η φωνή της ην ασθενής αλλά γλυκυτάτη, φωνή αγγελική.

Στην όχθη ενός μαύρου ποταμού, χιλιάδες παρθένες, χλωμές και θλιμένες, με λυμένα τα μαλλιά, γέρνοντας θλιβερά απάνω στα σκοτεινά νερά του ποταμού, άπλωναν με απελπισία τα χέρια σ' ένα μακρυνό περιγιάλι.

Εις τα πλεονεκτήματα ταύτα πρέπει να προστεθή ο τεχνητός ζέφυρος γιγαντιαίου κρεμαστού ανεμιστηρίου, παλλομένου υπό ευρώστου μαύρου, τον οποίον, προς μετριασμόν του αιθιοπικού αυτού αρώματος, ερράντιζαν μακρόθεν δι' ύδατος της Κολωνίας δύο φιλοπαίγμονες Αγγλίδες.

Πολύ πλέον από τα πραγματικά κατορθώματα τα πλήρη ηρακλείου δυνάμεως, τα οποία εξετέλεσεν εις στιγμάς μάλλον επικινδύνους, είχε το στόμα και τον πώγωνα θεού, παράδοξα μάτια, άγρια, βαθειά και γλυκύτατα συνάμα, μάτια μαύρα που εκυμαίνοντο μεταξύ του βαθέος φαιού και του στιλπνοτάτου μαύρου.

Δεν προφθάνεις να ιδής, δεν προφθάνεις να φάγης, δεν προφθάνεις να κοιμηθής, δεν προφθάνεις να εξυπνήσης. Δαιμόνιος βόμβος, βόμβος συνταρασσομένου σιδηρού κόσμου, μαύρου κόσμου, εν πυρίνη κοιλία.

Ο έξω θόρυβος της συμπλοκής ήρχισε να γαλβανίζη τας ψυχάς των· εστενοχωρούντο να μένουν άχρηστοι εκεί, ενώ ο Χάρος διέτρεχε το εχθρικόν στρατόπεδον με ταχύτητα ανεμοστροβίλου, σύρων όπισθεν του Μαύρου του σωρείαν πικραμένων ψυχών και οι αδελφοποιτοί των επήδων εν μέσω του τόσου φόνου φοβεροί. Δεν έλεγον όμως κανέν παράπονον.