United States or Belgium ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το μπεόπουλο πίσω σ' ένα κουφοπλατάνι δάγκανε τα δάχτυλά του και χτυπούσε τα ποδάρια του στο χώμα. Βγάζει μια φωνή τότες: — Φωτιά να τον κάψουμε τον παλιογκιαούρη!... Έτρεξαν στο περιβόλι· το μάτι του Λιάκου δεν τους έβλεπε. Κολλητά στο μύλο είταν δυο θυμωνιές απ' άχυρα. Έκοψαν πρώτα το νερό του μύλου κ' ύστερα έτσουξαν φωτιά.

Ένιωθα στα σπλάχνα μου ένα μαχαίρι να με σφάζη, από την πείνα. Αυτή κοιτάστηκε στα ποδάρια μου αναίστητη. Μήτε μιλιά, μήτε κρίση. Μια στιγμή δε βάσταξα. Της ρίχνουμαι, την πιάνω απ' το λαιμό με τα δόντια. Είχα γίνη άλλος άνθρωπος· θεριό μονάχο· ούτ' ήξερα τ' έκανα, ούτ' ήξερα τι μου γίνουνταν, ο Θεός να με συχωρέση.

Την ίδια παρατήρηση πρέπει να κάμουμε και για την υποταχτική με το να ή με το ίνα . Όποιος γράφει θέλω ίνα ποιήσω , με μιας καταστρέφει την αρχαία· αμέσως βλέπουμε που άλλαξε όχι μόνο η γλώσσα, μα που άλλαξε κι ο νους· από συθετική που είταν, έγινε η γλώσσα αναλυτική . Έτσι φαίνεται όλη η διαφορά, και μάλιστα στο θέλω ίνα ποιήσω , φαίνεται πολύ πιώτερο παρά στους τύπους δόντια, μάτια, στόμα, ράχη, ποδάρια κτλ., γιατί σ' αφτές τις λέξες άλλαξαν οι τύποι, οι ιδέες δεν άλλαξαν.

Φθάνοντας λοιπόν εις τον πάτον του πηγαδιού αγροίκησα εις τα ποδάρια μου πολλά στρείδια, που μέσα τους έχουν τα μαργαριτάρια, εδιάλεξα τα πλέον καλύτερα από αυτά, και εγέμισα τα σακκιά, τα οποία τα ετράβηξεν ο γέρων και έβγαλεν έξω, έπειτα μου εμετάρριξε τα σακκιά, και του τα εγέμισα πολλές φορές.

Κι' οπόταν άνδρας βλέπω εμπρός μου Βουληφόρους να παραβαίνουν πάντας τους ανθρωπίνους όρους και να κλωτσούν αγρίως και με τα δυο ποδάρια πώς να μην 'πώ πως είναι τουλάχιστον μουλάρια; Αυτά για κολοκύθια ως σήμερα θαρρούσα, μα τώρα ποίος κόσμος πραγματικώς εξαίσιος... φαντάζομαι πως είναι σαρανταποδαρούσα ο Περικλής, ο Κόδρος, ο Νεύτων, ο Καρτέσιος.

Άκουσε λοιπόν όταν έλθη ο γεωργός διά να σε ζεύξη εις το αλέτρι, εσύ εναντιώσου· δείξε τον θυμόν σου· όρμησε διά να τον κτυπήσης με τα κέρατα, κτύπα τα ποδάρια εις την γην και φόβισέ τον με το φοβερόν σου μούγκρισμα· και τα άχυρα που σου δίδει διά να φάγης μύρισέ τα, και άφησέ τα· και τότε θέλεις ιδεί πώς σε αφίνει εις ανάπαυσιν.

Τα πουλάρια όπου εγεννώντο τα εκαβαλίκευε μόνον ο βασιλεύς και ωνομάζοντο μισοθαλάσσια άλογα και είχαν διάφορα προτερήματα, ήγουν εκολυμβούσαν εις την επιφάνειαν της θαλάσσης ωσάν τα ψάρια από ένα νησί έως το άλλο, εκατόν μίλια διάστημα το επερνούσαν εις τρεις ώρες με τον καβαλλάρη επάνω τους· το κεφάλι τους ήτον παρόμοιον με εκείνο των δελφίνων· τα ποδάρια τους ωσάν της στρουθοκαμήλου και με πτερά παρόμοια με τα των ψαριών και με άλλα πτερά εις τα πλευρά τους, ωσάν τα ψάρια και τα επρόβλεψε με αυτά η φύσις διά να δύνανται να πλέουν εις την θάλασσαν με τόσην γληγορότητα· αυτά και άλλα παρόμοια ιδιώματα είχον εκείνα τα άλογα, ως εκείνοι με εβεβαίωσαν και εγώ τα είδα οφθαλμοφανώς.

Έτσι είπε η σεβαστή θεά και την πηγαίνει μέσα. Εκεί ασημόκαρφο θρονί της έδωκε να κάτσει, πλούμιο ώριο, πούχε και σκαμνί για τα ποδάρια κάτου. 390 Έπειτα πήγε κι' έκραξε τον Ήφαιστο και τούπε «Ήφαιστε, η Θέτη εδώ η θεά μάς ήρθε και σε θέλει

Πόσα καλά μας έκανεν ο Πτολεμαίος αφότου πέθανεν ο πατέρας του! Κανείς ληστής δεν πιάνει στο δρόμο τους διαβάτες πια· κανένας από κείνους που πλάνευαν με ψεύτικα και κλέφτικα παιγνίδια. Γοργώ μου, τι θα γίνωμε; πώπω τι κόσμος πούνε! Να τάλογα του βασιλιά. Κύττα μη με πατήσης, φίλε μου συ. Σηκώθηκε στα πισινά ποδάρια αυτό το κόκκιν' άλογο' για 'δές τι άγριο πούνε!

Εψεύσθην όμως της ελπίδος, επειδή και το πονηρόν εκείνο ζώον όλην εκείνην την ημέραν με εκρατούσεν υποκάτω του· και το βράδυ όταν εχόρτασε τρώγοντας οπωρικά, πάλιν κολλημένον από τον λαιμόν μου με έκαμε να πλαγιάσω κατά γης να αναπαυθώ, ηθέλησα να δοκιμάσω να του ξεκολλήσω τα ποδάρια από τον λαιμόν μου, όμως δεν εστάθη τρόπος, επειδή και όταν αγροικούσεν ολίγον να του πιάσω τα ποδάρια, τα έσφιγγε τόσον εις τον λαιμόν μου, που εκινδύνευε να με πνίξη.