United States or Ghana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όσον και αν ήτο κεκαλυμμένη με τα πτωχικά εκείνα φορέματα η αρετή, υπάρχουν μάτια που την ανακαλύπτουν πολύ ευκόλως και πολύ ταχέως. Διά τούτο πολύ εζήλευσαν την Μιλάχρω, διότι τόσον ευκόλως οικονόμησε το κορίτσι της. Κ' επήρεν άνθρωπον καλόν, εργατικόν και όχι ναυτικόν. — Πωπώ, παιδί μου! μακρυά από θαλασσινόν! έλεγεν η Μιλάχρω. Να πάρης ένα πτωχότερον, μα να κάθηται κοντά σου.

ΖΕΥΣ. Πωπώ! με ποίαν βοήν το πλήθος επεδοκίμασε τους λόγους του Δάμιδος• ο δε δικός μας φαίνεται ότι περιέπεσεν εις αμηχανίαν• φαίνεται ότι τα έχει χάση, είνε φοβισμένος, τρέμει. Έτοιμος να ρίψη την ασπίδα, παρατηρεί γύρω διά να ιδή από πού να φύγη.

Πόσα καλά μας έκανεν ο Πτολεμαίος αφότου πέθανεν ο πατέρας του! Κανείς ληστής δεν πιάνει στο δρόμο τους διαβάτες πια· κανένας από κείνους που πλάνευαν με ψεύτικα και κλέφτικα παιγνίδια. Γοργώ μου, τι θα γίνωμε; πώπω τι κόσμος πούνε! Να τάλογα του βασιλιά. Κύττα μη με πατήσης, φίλε μου συ. Σηκώθηκε στα πισινά ποδάρια αυτό το κόκκιν' άλογο' για 'δές τι άγριο πούνε!

ΑΝΘΡΩΠΟΙ. Μήπως ημπορείτε να μας πληροφορήσετε, παλληκάρια, ή συ καλή κυρά, αν έτυχε να δήτε τρεις κατεργαρέους να πηγαίνουν με μίαν γυναίκα που έχει κομμένα σύρριζα τα μαλλιά της, όπως αι Σπαρτιάτιδες, μίαν ανδρογυναίκα; ΦΙΛΟΣ. Πωπώ, τους ανθρώπους μου ζητούν. ΑΝΘΡ. Πώς τους ανθρώπους σου; Αυτοί που κυνηγούμεν είνε όλοι φυγάδες δούλοι.

Μα κι' οι Αθηναίοι αυτοί θα το νοιώσουν τι μαθαίνουν από σένα, οι κουτοί! Ο ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Εξεράθης πεινασμένος! Ο ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ Και συ είσ' ευτυχισμένος. ήσουν στην αρχή φτωχός, λέγοντας πως είσαι όμοιος του Τηλέφου απ' τη Μυσία, κ' έτρωγες απ' το ταγάρι, Πανδελέτου πονηρία. Πώπω! για την εξυπνάδα και τη γνώσι μου λες τώρα! Δεν θα τον διδάξης τούτον εσύ, γεροκουτομόγια.

Πωπώ, είνε πάρα πολλοί και διάφοροι και όλοι δακρύουν εκτός των νεογνών και των νηπίων. Αλλά και οι πολύ γέροντες κλαίουν. Διατί αρά γε; Από αγάπην προς την ζωήν; Θέλω να ερωτήσω αυτόν τον υπέργηρον.—Διατί κλαίεις ενώ απέθανες τόσον ηλικιωμένος; Διατί τόσον σου κακοφαίνεται, φίλε μου, αφού έρχεσαι γέρων; Μήπως ήσουν πουθενά βασιλεύς; ΠΤΩ. Καθόλου. ΔΙΟΓ. Μήπως σατράπης; ΠΤΩ. Ούτε.

Όσοι δε απέθαναν πριν ή δικασθούν αι αγωγαί των, και αυτούς ας τους στείλη επάνω ο Αιακός. Και εάν κανείς νομίση ότι εδικάσθη αδίκως, θα δύναται να εφεσιβάλη την υπόθεσιν και η έφεσις θα γείνη εις τον Δία. ΠΑΝ. Πωπώ θόρυβος! Τι αναφωνητό είνε αυτό; Κύτταξε πώς τρέχουν και τραβούν ο ένας τον άλλον προς την ανωφέρειαν του Αρείου Πάγου.

ΜΕΝ. Πωπώ Όμηρε, τι κατάπτωσιν έχουν πάθει τα κοσμήματα των ραψωδιών σου, πώς κατήντησαν άμορφα και αγνώριστα, όλα σκόνη και αηδία, αληθώς «αμενηνά κάρηνα» . Αλλά ποίος είνε αυτός, Αιακέ; ΑΙΑΚ. Είνε ο Κύρος• ο άλλος είνε ο Κροίσος, πλησίον του ο Σαρδανάπαλος, πάρα πέρα ο Μίδας, και εκείνος εκεί ο Ξέρξης.

Και ανοίξασα το παράθυρον γοερώς εφώνει με λελυμένην την κόμην αναταράξασα όλην την γειτονίαν: Πωπώ! Πωπώ! έως ου ήλθον δύο αγαθαί γειτόνισσαι και καθησύχασαν αυτήν, παραμένουσαι διαρκώς πλησίον της, μέχρις ου επανέλθουν οι μεταβάντες προς αναζήτησιν του Μπάρμπα-Σταύρου.

Αλλ' ο εξ εκείνων κίνδυνος απηυθύνετο μόνον προς τα ώτα και μόνον κηρού είχε ανάγκην ο διερχόμενος πλησίον αυτών• συ δε όχι μόνον διά της ακοής, αλλά και διά των οφθαλμών φαίνεται ότι έχεις υποδουλωθή καθ' ολοκληρίαν. ΛΥΚΙΝ. Πωπώ, Κράτων, εξαγριωμένον και φοβερόν απέλυσες εναντίον μου τον σκύλλον σου.