United States or Vietnam ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η νέηλυς κάθηται εν πρώτοις, εξάγει κατόπιν το ρινόμακτρόν της και σπογγίζει την ρίνα τηςήτις, όσον γυναικεία και αν ήνε, είνε όμως ρις ανθρωπίνηκαι αρχίζει έπειτα ατελείωτον διάλογον προς τας παρακαθημένας της·Τι κάμνετε; — Πώς είσθε; — Πόσον καιρόν έχω να σας ιδώ! — Πώς είνε τα παιδιά; — Το μικρό ήτον ολίγον κρυωμένο. Τώρα είνε καλλίτερα. . . . Ευχαριστώ. Και ο κύριος αδελφός σας;

Και τώρα η μικρά Φωτεινή κάθηται παράμερα εις μίαν γωνιά της καλύβας· τα δύο της ωραία ματάκια, τα οποία, όταν είνε χαρούμενα, λάμπουν σαν να έχουν μέσα των αληθινό φως, είνε γεμάτα δάκρυα. Έξαφνα ο ταχυδρόμος εκτύπησε την θύραν. — Καλώς τα δέχθηκες, κυρ Σταμάτη, εφώναξε· σου φέρνω γράμμα από τον πατέρα σου! Αλλά πώς να διαβάση, καθώς ήτο ο κυρ Σταμάτης, το γράμμα!

Και την ημέραν αυτήν, την παραμονήν της Κοιμήσεως πάλιν, τον ευρίσκομεν να κάθηται εις το προαύλιον του ναΐσκου, και να καπνίζη μελαγχολικώς το τσιμπούκι του, με τον ηλέκτρινον μαμόν . . . αναλογιζόμενος τόσα άλλα και τους οχληρούς δανειστάς του, οι οποίοι του είχαν πάρει εν τω μεταξύ το καλλίτερον κτήμα·ένα ολόκληρον βουνόν, ελαιώνα, άμπελον, αγρόν με οπωροφόρα δένδρα, με βρύσιν, με ρέμα και νερόμυλονκαι να εκχύνη τα παράπονά του εις θρηνώδεις μελωδίας προς την Παναγίαν.

Αλλ' ούτε εδάνεισες κανένα ποτέ βιβλίον, αλλά μιμείσαι τον σκύλλον της παροιμίας ο οποίος κάθηται εις την φάτνην και ούτε αυτός τρώγει την κριθήν, ούτε τον ίππον ο οποίος δύναται αφήνει να φάγη. Αυτά επί του παρόντος και μόνον διά τα βιβλία είχα να σου είπω μετά πάσης ειλικρινείας• διά δε τα άλλα, όσα αισχρά και επαίσχυντα πράττεις, θα γίνη λόγος και πάλιν και πολλάκις.

Της χροιάς δε το κάλλος φανερώνει η μεταξύ ανθέων διαβίωσις του θεού· διότι εις μη ανθηρόν και μαραμένον και σώμα και ψυχήν και ό,τιδήποτε άλλο δεν εγκαθίσταται ο Έρως, και μόνον όπου είνε τόπος ευανθής και ευώδης, εκεί και κάθηται και μένει. Περί μεν της ωραιότητος λοιπόν του θεού ικανά είνε ταύτα, μολονότι πολλά ακόμη υπολείπονται· ας ομιλήσωμεν δε τόρα και περί της αρετής αυτού.

Άφησέ με, σε παρακαλώ, και με φθάνει . . . Άλλο δεν λέγει. Δεν παρέρχονται δυο λεπτά, και καίει έτι το απαίσιον άγγελμα, ότε εισέρχεται βραδυπατών άλλος κακών άγγελος και κάθηται σιωπηρός επί μιας καθέδρας. — Πού ήσουν, Μελήκ, ερωτά ο υποψήφιος, και η φωνή του μόλις ακούεται. — Εις το τρίτον. — Αι; φωνούσι συγχρόνως ανορθούμεναι πάσαι των γραμματέων αι κεφαλαί.

Ου, καϋμένε Τηλέμαχε, λέγει η δεσποινίς Ασπασία, τι ανοησίαις που λες! — Κύτταξε που το πίστευσε κ' εφοβήθηκε! υπολαμβάνει ο Περδικίδης και γελά έτι θορυβωδέστερον. Έννοια σου, Ασπασάκη! έννοια σου, και ο μπαμπάς τέτοιους χωρατάδες άνοστους δεν τους κάμνει. Αλήθεια, μητέρα, δεν τρώμε; Είνε μία περασμένη. Η οικογένεια Περδίκη απέκαμε να περιμένη τον αρχηγόν αυτής και κάθηται εις την τράπεζαν.

Δύναμις λοιπόν είναιευφυία ή διάθεσις& του πράγματος εις το να δύναται να είναι και να μη είναι, να είναι ή να μη είναι τούτο ή εκείνο, η αρχή μεταβλητική άλλου εν άλλω υπάρχουσα. &Δυνατόν& λέγεται εκείνο, του οποίου το εναντίον δεν είναι αναγκαίως ψεύδος• π.χ. ότι κάθηται άνθρωπος είναι δυνατόν. Δυνατόν είναι και το αληθές, ή ό,τι δύναται να είναι αληθές.

Μία κλίνη εις το άκρον, επί της οποίας κάθηται αγρυπνών ο Βλέπυρος• πλησίον του καίει λυχνία, ενώ εκ του παραθύρου διαφαίνεται το πρώτον φως της ημέρας. ΒΛΕΠΥΡΟΣ αναπηδών εν οργή. Μωρέ. . .! η Πραξαγόρα! πού ήσουνα, παρακαλώ, πού ήλθες τέτοιαν ώρα; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Και τι σε μέλει, φίλε μου; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Και τι με μέλει;!.., Να τη! τι κουταμάρες είν' αυτές;

Χωρίς να χάση τότε καιρόν ο άλλος ο οποίος έτυχε να κάθηται εκεί πλησίον, ήτο δε και αντεραστής εκείνου ο οποίος μου ωμίλησεν, αφού άκουσε και την ιδικήν μου ερώτησιν και την απάντησιν την οποίαν έλαβα, εγύρισε και μου είπε: — Μα την αλήθεια, Σωκράτη, δεν θα σου είναι δυνατόν να συνενοηθής με τούτον τον άνθρωπον και να τον κάμης να πιστεύση το αντίθετον απ' ό,τι πιστεύει, εάν δηλαδή νομίζη ότι η φιλοσοφία είναι ένα πράγμα παιδαριώδες.