United States or Rwanda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν λέγει «Οφείλω», αλλά «πρέπον εστιν ημίν». Δεν λέγει «χρείαν έχω βαπτισθήναι», ουδέ λέγει «χρείαν ουκ έχεις βαπτισθήναι υπ' εμού», αλλ' «άφες άρτι». Το βάπτισμα τούτο είναι αληθώς βάπτισμα μετανοίας.

Πρέπει δ' αληθώς μεγάλα πράγματα να είχον συμβή εις τον πτωχόν Δημήτρην, διότι και το πρόσωπόν του ήτο ηλλοιωμένον, και οι οφθαλμοί του είχον λάμψιν ασυνήθη, και της φωνής αυτού η κλαγγή ήτο τρομώδης και παρηλλαγμένη. — Καλέ τι έπαθες; ηρώτησεν εγειρομένη και πλησιάζουσα ανησύχως η κυρά Δημήτραινα. Συ δεν είσαι ο ίδιος. — Τώρα κ' άλλη μια φορά ο ίδιος! Κύτταξε εδώ!

Ατάραχος και γαλήνιος αληθώς, αλλ' όχι απηλλαγμένος λύπης και οδύνης· Διότι η συμπάθεια ουδέν άλλο, είναι ειμή σύντροφον αίσθημα με τους άλλους· ευαίσθητος συμμετοχή εις την χαράν ή την λύπην. Και ο Ιησούς συνεκινείτο με την αίσθησιν των ταλαιπωριών των.

Αλλ' ιδού αληθώς κατήρχετο με προφύλαξιν και με κάποιαν δειλίαν, οδηγούμενος από τον μικρόν καμαρώτον, ο καπετάν-Φαφάνας, κοντός, αμπαδένιος όλος, τυλιγμένος μέσα εις μίαν βαρείαν γούναν, σαλονικιάν, χιονισμένος εις τους ώμους και εις τον πέτσινον κούκον του, βαστάζων οψάρια και αστακούς, τα οποία εν αφθονία αλιεύουσιν εις της Τρεις Μπούκαις τα δικτάδικα πλοιάρια.

Ξαναζωντάνευσε ο εφτάψυχος! Βρουκολάκιασε! Παναγία μου βοήθησε! . . . Και ήτο αληθώς αγνώριστος ο δυστυχής.

Αλλά πρέπει να εξετάσωμεν κατά ποίαν σημασίαν και κατά τίνα τρόπον συμβαίνει το πάθος τούτο εις αυτήν. Και αληθώς δεν συμβαίνει εις άλλο μέρος ζώων ο ύπνος και εις άλλο το ενύπνιον, αλλά και τα δύο υπάρχουσιν εις το αυτό μέρος.

Ο παστός του χοίρου στάζει, σβύν' ανάβει τη φωτιά. Α! και πήρε να χαράζη, πιάστε την, μωρέ παιδιά, την Γρηά, τη Γρηά! Πριν ο πετεινός λαλήση, α! να μπούμε ς' τα χωριά! Γέρω-Σκάλικο! να μας ζήση, σε καλό μας, βρε παιδιά, η Γρηά, η Γρηά! Μερικά πράγματα αληθώς είνε αλλόκοτα. Αν ήτο άλλος, βεβαίως θα παρεφρόνει.

ΘΑΛ. Αληθώς πολύ θολός και θερμός έγεινες, αφ' ενός μεν από το αίμα των νεκρών, εξ άλλου δε από το πυρ του Ηφαίστου. Αλλά δικαίως έπαθες, διότι εφέρθης εχθρικώς προς τον Αχιλλέα χωρίς να σεβασθής ένα υιόν Νηρηίδος. ΞΑΝΘ. Δεν έπρεπε λοιπόν να λυπηθώ τους Φρύγας, οι οποίοι είνε γείτονές μου; ΘΑΛ. Και ο Ήφαιστος δεν έπρεπε να λυπηθή τον Αχιλλέα, ο οποίος είνε υιός της Θέτιδος;

Ταύτα μεν εγώ ήκουσα από τον Γωβρύαν, συ δε, ω Αξίοχε, ημπορείς να κρίνης. Διότι εγώ τούτο μόνον αληθώς γνωρίζω, ότι η ψυχή είναι αθάνανος, μετατεθείσα δε από τούτου του τόπου είναι και άλυπος• ώστε ή κάτω ή άνω πρέπει συ, ω Αξίοχε, να είσαι ευδαίμων, αφού έχεις διέλθει τον βίον σου ευσεβώς.

Πόθεναληθώςεπληρώθη χθες, ή πόθεν θα πληρωθή αύριον ή μεθαύριον, ή την άλλην εβδομάδα το μεταξωτόν εκείνο φόρεμα της συζύγου του διακοσιοδράχμου υπαλλήλου; Σήμερον ίσως εκ της τοκογλυφικής προεξοφλήσεως του μισθού του, αύριον εκ βαρυτόκου συναλλάγματος, μεθαύριον εκ καταχρήσεως, και την άλλην εβδομάδα εξ άλλης αρρήτου πηγής.