United States or Bouvet Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' όμως το πράγμα, όπως συνέβη, ηδύνατο να το εκλάβη ως απατηλήν οπτασίαν, διότι η γραία εκείνη πρώτην και τελευταίαν φοράν ώφθη, ουδ' είξευρέ τις πόθεν ήρχετο και πού διηυθύνετο, ουδέ την είδεν έκτοτε ανθρώπινον όμμα είτε παρά την ακτήν, είτε εις την κώμην, είτε παρά την συνοικίαν των αλιέων.

Ενώ μετέβαινον εις το Κυνόσαργες και ήμην πλησίον του Ιλισσού, ήκουσα φωνήν ήτις έλεγε : «Σωκράτη, Σωκράτη». Ως δε έστρεψα και εξήταζα πόθεν ήτο η φωνή, βλέπω τον Κλεινίαν τον υιόν του Αξιόχου να τρέχη εις την Καλιρρόην μετά του μουσικού Δάμινος και του Χαρμίδου του υιού του Γλαύκωνος• ήσαν δε οι δύο ούτοι εις αυτόν, ο μεν διδάσκαλος της μουσικής, ο δε εραστής συγχρόνως και ερωμένος.

Πόθεναληθώςεπληρώθη χθες, ή πόθεν θα πληρωθή αύριον ή μεθαύριον, ή την άλλην εβδομάδα το μεταξωτόν εκείνο φόρεμα της συζύγου του διακοσιοδράχμου υπαλλήλου; Σήμερον ίσως εκ της τοκογλυφικής προεξοφλήσεως του μισθού του, αύριον εκ βαρυτόκου συναλλάγματος, μεθαύριον εκ καταχρήσεως, και την άλλην εβδομάδα εξ άλλης αρρήτου πηγής.

Άμα δε καλυφθώσι ταύτα, αμέσως πληρούνται τα πάντα υπό μικρών ιχθύων. Πόθεν δε γεννώνται ούτοι πιθανώς νομίζω ότι το ενόησα. Το προηγούμενον έτος, όταν αποσύρεται ο ποταμός, τα θήλεα αποθέτοντα τα ωά των εις τον πηλόν αναχωρούσι με τα τελευταία ύδατα· αφού δε παρέλθη το έτος και επανέλθη το ύδωρ, εκ των ωών τούτων αμέσως γεννώνται ιχθύες. Και διά μεν τους ιχθύας ούτως έχει.

Δεν θα παραλείψω δε να αναφέρω και εκείνο το οποίον εξ όλων μου εφάνη ατοπώτατον. Επειδή ο ζωγράφος δεν είχε πόθεν να δέση τα άκρα των δεσμών, καθότι η μεν δεξιά του Ηρακλέους κρατεί το ρόπαλον, η δε αριστερά το τόξον, ετρύπησε το άκρον της γλώσσης αυτού και εξ εκείνης τους παριστά συρομένους. Στρέφεται δε και μειδιά προς τους ακολουθούντας δεσμίους ο Ηρακλής.

Αλλά πώς εδώ; πόθεν έτσι έξαφνα; πότε ήλθες; — Χθες το βράδυ, από το Παρίσι, διά να ιδώ τας Αθήνας μου. — Πάντοτε φιλαθήναιος! Σ' ενθυμούμαι από τους μαθητικούς μας χρόνους, ότε ανέβαινες δις της εβδομάδος εις την Ακρόπολιν διά να θαυμάσης το πανόραμα των Αθηνών. — Τώρα τας θαυμάζω απ' εδώ. Τι μεταβολή! Και συ τι γίνεσαι, τι κάμνεις; — Το βλέπεις, τι κάμνω. — Δεν το βλέπω διόλου.

Διά τούτο οσάκις ακούομεν ή αναγινώσκομεν τρεις λέξεις υπέρ ημών, τις οίδε πόθεν και πώς λεχθείσας ή γραφείσας, τις οίδε τίνα εχούσας σκοπόν ή κρυφίαν υπαγόρευσιν, ενθουσιώμεν ευθύς και αλαλάζομεν και πλαταγούμεν, και δράττοντες τα εθνικά ημών κατάστιχα ανοίγομεν αμέσως μερίδα εις τον νέον φιλέλληνα.

Διατί και πόθεν η δριμεία αύτη δήλωσις; Εμαρτύρει βεβαίως δυσαρέσκειαν, αλλά προήρχετο η δυσαρέσκεια εκ των πολλών όσα ο φίλος του είπε περί της μεγάλης αδελφής, ή μάλλον εκ της παντελούς πρότερον σιωπής και εκ της σημερινής του φειδωλίας εις το να ομιλή περί της μικράς; Τούτο ίσως ουδαμώς εγνώριζε και ο ίδιος, αλλ' όπως δήποτε ήτο δυσηρεστημένος, την δε δυσαρέσκειαν εμαρτύρουν και οι λόγοι και ο τρόπος με τον οποίον τους έλεγε.

Εδώ είνε, είπε τέλος η Βεάτη. Αλλ' ειπέ μοι, διατί ο Τρανταχτής ενδιαφέρεται; — Αυτή είνε πτωχή νέα αξιολύπητη, και φαίνεται ότι ο Τρανταχτής είνε φίλος της οικογενείας της, είπεν ο Σκούντας. Και εις ποίον μέρος, παρακαλώ, κατοικεί αυτή; — Παντού ανακατόνεται αυτός ο ευλογημένος ο Τρανταχτής, είπεν η Βεάτη. Και πόθεν έμαθεν ότι ευρίσκεται αυτή εδώ;

ΛΕΝΟΞ Λάμπει η ορμήτα μάτια του! Αυτήν την όψιν έχει ένας, που έρχεται να 'πη μεγάλα νέα! ΡΩΣ εισερχόμενος. Ζήτω ο Δώγκαν! ΔΩΓΚΑΝ Πόθεν έρχεσαι, ω άξιέ μου Θάνη; ΡΩΣ Από το Φάιφ, βασιλεύ, από το Φάιφ, όπου των Νορβεγών τα φλάμπουρα με τον αέρα παίζουν και μας δροσίζουν τον στρατόν με το ανέμισμά των.