United States or Faroe Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΖΕΥΣ. Γνωρίζω πόθεν προέρχονται αυτά τα ευφυή σου ερωτήματα• είνε των αναθεματισμένων σοφιστών, οίτινες λέγουν ότι οι θεοί δεν προνοούμεν περί των ανθρώπων.

Εκείνο δε το οποίον προ πάντων μου εφαίνετο παράδοξον και ακατανόητον είνε ότι, ενώ ωμίλουν περί ενός δημιουργού του παντός, δεν εξήγουν ούτε πόθεν ήλθεν ούτος, ούτε που εστέκετο και κατεσκεύαζε τα καθέκαστα, αφού προ της γενέσεως του παντός αδύνατον να εννοηθή χρόνος και τόπος. ΦΙΛ. Φαίνεται, Μένιππε, ότι είνε πολύ τολμηροί εις τα τερατολογήματα αυτοί οι σοφοί.

Πόθεν λοιπόν ήτο ο Ιωνάς; Πόθεν ο μέγας Ηλιού; Πόθεν ο Ναούμ και πόθεν ο Ωσηέ; Όλοι ούτοι δεν ήσαν εκ της Γαλιλαίας; Οι νεώτεροι Ιουδαίοι εν τοσούτω λέγουσιν ότι εκ Γαλιλαίας θα έλθη ο Μεσσίας, τον οποίον περιμένουν ακόμη· και πολλοί τούτων εγκαθίστανται εις Τιβεριάδα, πιστεύοντες ότι θα εξέλθη εκ των υδάτων της λίμνης· και εις Σαφέδ, «την πόλιν την ορεινήν» πιστεύοντες ότι εκεί πρώτον θα στήση τον θρόνον του.

Εάν δεν του δώσης χρήματα, θα του προσφέρης γεύμα. Και τούτο δωροδοκία δεν είνε; Ή θα του στείλης κατ' οίκον βακαλιάρον και σαρδέλλες και οίνον. Δωροδοκία και τούτο. Εάν δεν σπεύσης εγκαίρως συ, θα σε προλάβη ο αντίπαλός σου, όστις θα φορή τον κόθορνον της φιλανθρωπίας δεξιώτερον. Ιδού πόθεν εγεννήθη η δωροδοκία.

Οι λόγοι των Μαγισσών έδωκαν διά μιας σώμα εις τους συγκεχυμένους στοχασμούς, τους οποίους ησχύνετο μέχρι τούδε ν' αποκαλύψη εις εαυτόν, «Βασιλεύς της Σκωτίας ! . . . ΠότεΜετά χρόνον πολύν ίσως. . . Αλλ' ο Δώγκαν δύναται να ζήση επί πολύ έτι, οι δε υιοί του, ν' ανδρωθώσιν εν τω μεταξύ . . . Ω ! το σκήπτρον, το σκήπτρον ! Μοι προφητεύουσιν ότι θα μοι δοθή . . . Διατί να μη το αρπάσω ; . . . Πόθεν έρχεται ο πειρασμός

Οι ακροαταί του περιήρχοντο εις αμηχανίαν και έκπληξιν. Είνε ούτος, κατά της ζωής του οποίου τινές σκευωρούσι; Μήπως Αυτός είνε ο Μεσσίας; Όχι, δεν ημπορεί να είνε· επειδή γνωρίζομεν πόθεν Αυτός ο λαλών έρχεται, ενώ λέγουν ότι ουδείς θα γνωρίζη πόθεν ο Μεσσίας θα έλθη όταν εμφανισθή.

ΛΥΚ. Πόθεν λοιπόν θα λάβωμεν και αυτά• ή πρέπει να καλέσωμεν εις βοήθειαν ημών τους ζωγράφους και μάλιστα εκείνους οίτινες ανεδείχθησαν άριστοι μεταξύ αυτών, διά ν' αναμίξουν τα χρώματα και χρωμαΤιςουν την εικόνα καταλλήλως; Λοιπόν ας καλέσωμεν τον Πολύγνωτον και τον Ευφράνορα, τον Απελλήν και τον Αετίωνα• ας διαιρέσουν δε ούτοι το έργον μεταξύ των και ο μεν Ευφράνωρ ας χρωμαΤιςη την κόμην όπως εζωγράφισε την κόμην της Ήρας, ο δε Πολύγνωτος την ωραίαν γραμμήν των φρυδιών και το ερύθημα των παρειών, όπως εζωγράφισε την Κασάνδραν εις την λέσχην των Δελφών• ο ίδιος ας ζωγραφίση το φόρεμα, λεπτότατα εξειργασμένον, ούτως ώστε μέρος μεν αυτού να είνε συνεσφιγμένον, το δε άλλον να κυματίζη και να κολπούται υπό του άνεμου.

Αλλά πού να εύρη τόσον υψηλήν κλίμακα, και πόθεν ηδύνατο να την πορισθή, ή πόθεν να την μεταφέρη; Είτα εδοκίμασε το ικανώς αλλόκοτον εκείνο μέσον, της βαθμιαίας διατρήσεως και αναρριχήσεως του τείχους. Ευρίσκετο δε ήδη εις την τρίτην νύκτα, και η εργασία δεν προέβαινε πόρρω, καθ' ην εσπέραν συνήντησε τον Τρέκλαν και εγνωρίσθη μετ' αυτού.

Ακούοντάς το ο βασιλεύς εθαύμασε διά την θυσίαν, που του επρόσφερεν ο βεζύρης και του λέγει· πόθεν εκινήθης εις τούτο; Απεκρίθη ο βεζύρης· εξ ιδίας της θελήσεως, ω βασιλεύ, αυτή μου εζήτησε ταύτην την χάριν και επροτίμησε να γίνη μίαν νύκτα νύμφη του βασιλέως παρά να ζήση· η δυστυχισμένη της τύχη εις τούτο την κατήντησε.

Και πάλιν, αφήσας το μυκώμενον πλήθος έξω, λαμβάνει τον Ιησούν έσω εις το Κριτήριον, και Τον ερωτά έμφοβος, «Πόθεν ει ΣυΔι' αυτόν ο Ιησούς είχεν ομιλήσει αρκετά ήδη. Δεν απήντησε.