United States or Costa Rica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ωσάν εις τ' όνομα εκείνο ν' ανήκη το ανόσιον το χέρι του φονέως του εξαδέλφου της! — Ειπέ, καλόγηρε, ειπέ μου πού τ' όνομά μου κατοικεί εις το αισχρόν κορμί μου; πού να το εύρω δείξε μου, να το κατασπαράξω! ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Κάτω τ' απελπισμένον σου το χέρι!

Δεν πλένω δισκάρια. Νέον ηύρε λεβέντη Ο Μπαλ Καλιμπάν. — Εύρ' άλλονε, — αφέντη. — Σαν τον Καλιμπάν. Ελευθεριά, σκόλη! σκόλη, ελευθεριά! ελευθεριά, σκόλη, ελευθεριά! ΣΤΕΦΑΝ. Ω άξιο τέρας! δείξε μας το δρόμο. Μπαίνει ο ΦΕΡΔΙΝΑΝΔΟΣ βαστώντας ένα γογγύλι.

Τότες η όμορφη χήρα σκούπισε το δάκρυά της, πετάχτηκε απ' το στρώμα, φόρεσε τα μαύρα της ρούχα, σκέπασε το ξανθό της κεφάλι με τη μαύρη μαντήλα και βγήκε σαν ήσκιος απ' την πόρτα. — Φεγγαράκι μου, δείξε μου το δρόμο, να πάω να βρω τον καλό μου. Ο καλός της, δυο χρόνια τώρα, κοιμότανε έρημος και μονάχος κι' αυτός, κάτω απ' το ψηλό το κυπαρίσσι, στην αυλή του μοναστηριού.

ΚΡΕΩΝ Και τι ζητάς; από τας Θήβας να με βγάλης; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Καθόλου. Θέλω θάνατον να σου χαρίσω. ΚΡΕΩΝ Πρόθυμα, μόνον ένοχος δείξε πως είμαι. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Πίστιν στα μάταια λόγια σου γιατί να δώσω; ΚΡΕΩΝ Σε βλέπω κ’ είσαι αστόχαστος. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Για το συμφέρον μου φαίνεται πως σκέπτομαι καλά. ΚΡΕΩΝ Μα πρέπει να μην αμελής και το δικό μου. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ναι. Μα το φυσικό σου κακό θα ’ναι!

Αγκαλιαστήτε ερωτικά και γλυκοκοιμηθήτε κι ανάλαφρα ξυπνήσετε και πάλι την αυγούλα. Εμείς θε να ξανάρθωμε μόλις γλυκοχαράξη και κράξη ο πρώτος πετεινός με το λαιμό του ολόρθο Γι' αυτό το γάμο, Υμέναιε, δείξε χαρά μεγάλη.

ΜΑΝΤΙΣ. Εις το άπειρον βιβλίον των μυστηρίων της φύσεως δύναμαι ολίγον ν' αναγινώσκω. ΑΛΕΞΑΣ. Δείξε του το χέρι σου. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Στρώστε τραπέζι γρήγορα, και φέρτε κρασί άφθονο, για να πιούμε εις υγείαν της Κλεοπάτρας. ΧΑΡΜΙΟΝ. Μια καλή τύχη δόσε μου, καλέ μου μάντι. ΜΑΝΤΙΣ. Δεν δίδω τύχας, προλέγω μόνον. ΧΑΡΜΙΟΝ. Είπε μου λοιπόν μια, σε παρακαλώ. ΜΑΝΤΙΣ. Θα γίνης πολύ ωραιοτέρα παρ' ό,τι είσαι.

Συ Μήδεια, κατάκοψε, χωρίς ποσώς να φρίττης, τα μέλη του Αψύρτου, και ας τα φάγη κυημά ο Βασιλεύς Αιήτης, πατήρ σου και πατήρ του. Ω Κλυταιμνήστρα, πρόβαινε μετά μακρών κρηδέμνων και των θεραπαινών σου, και δείξε μου πώς έσπαιρεν ο Άναξ Αγαμέμνων υπό το φάσγανόν σου. Ελένη Σπαρτιάτισσα, Μαρκόλφα της Ελλάδος, ανάπτ' η παρειά μου... εσύ αιματοκύλισες 'στούς δρόμους της Τρωάδος το γένος του Πριάμου.

Λέλα, Λέλα, πού είσαι; Η Λέλα τώρα πού λες να είναι; Λες να είναι στον τάφο της μέσα; Εκεί κάτω στη μάβρη γις; Εκεί κάτω στο κιβούρι; Πού είναι τολόχρυσο, το ηλιόπλαστο το παιδί; Ή μήπως πήγε στον ουρανό πουθενά, κάπου σταστέρια μακριά; Λες να είναι άλλος κόσμος; Δείξε μου πού είναι, γιατί εδώ μέσα τίποτις δε βλέπω.

Τότε έκανε παράκληση ο δυνατός Διομήδης «Άκου με, αμάλαγη θεά, του Δία θυγατέρα! 115 Στην έρμα μάχη αν άλλοτες με την καλή σου γνώμη βοηθούσες τον πατέρα μου, δείξε μου τώρα, αφέντρα, κι' εμένα την αγάπη σου, και κάνε να τσακώσω αφτόν τον άντρα, κι' ας τον βρω στου κονταριού το δρόμο, που να μου ρήξει πρόκανε, και σκούζει με περφάνια πως πια δε θα πολυχαρώ τ' αγνό το φως του ήλιου120

Όταν διέλθης από την καλύβην ενός σοφού, και από το μέγαρον ενός ηλιθίου, και ίδης γίγαντας να εισέρχωνται εις την καλύβην και νάννους εις το μέγαρον, δύνασαι να κραυγάσης, ως ο Αρχιμήδης: — Εύρον! εύρον! Και αν οι διαβάται σ' ερωτήσωσι τι εύρες, δείξε και απάντησε: — Το μέγιστον εν τω ελαχίστω, και το ελάχιστον εν τω μεγίστω.